Χρειάστηκε όλο το κύρος και το ειδικό βάρος ενός John Chadwick προκειμένου να δεχτεί επιτέλους η επιστημονική κοινότητα ότι επί πενήντα χρόνια έκανε λάθος. Χρειάστηκε ένας μόνο άνθρωπος με μυαλό καθαρό, ανεπηρέαστο από την επιμονή στο δεδομένο ιστορικό πλαίσιο που είχαν κατασκευάσει οι ιστορικοί έως και τα μέσα του 20ου αιώνα. Ο Michael Ventris, άσχετος με το χώρο αλλά πανέξυπνος θετικός επιστήμονας με αληθινό πάθος για την αρχαιότητα, έκανε την ευλογοφανέστατη υπόθεση ότι στις ψημένες πινακίδες της Πύλου και της Τίρυνθας βρίσκεται μια γραφή της ελληνιής γλώσσας. Εκείνη τη χρονιά, το μακρινό 1953 μ.Χ. η ελληνική γλώσσα κέρδισε άλλα εξακόσια χρόνια ιστορίας.
Αμέσως δημιουργήθηκε ένα τεράστιο χρονικό κενό, από την κατάρρευση του ανακτορικού συστήματος γύρω στο 1200 π.Χ. έως την εμφάνιση της αλφαβητικής ελληνικής γραφής, γύρω στο 800 π.Χ. Για να το κλείσουν το θέμα, ιστορικοί και αρχαιολόγοι υπέθεσαν την ύπαρξη των σκοτεινών αιώνων, μια εποχή ερέβους και σιωπής, όπου όλα είχαν εξαφανιστεί. Μαζί τους και η γραφή. Όταν ο ελληνικός χώρος ανέκαμψε, η ανακτορική γραφή είχε ξεχαστεί πλήρως και χρειάστηκε η εισαγωγή του αλφαβήτου των εμπορικών κυριάρχων της Μεσογείου, των Φοινίκων.
Οι φοινικιστές έχουν μια ισχυρή υπόθεση στα χέρια τους. Η φοινικική καταγωγή του ελληνικού αλφαβήτου καταδεικνύεται από τα εξωτερικά χαρακτηριστκά των γραμμάτων. Τα ελληνικά γράμματα μοιάζουν πάρα πολύ με τα φοινικικά, τα ονόματα των γραμμάτων δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα στα ελληνικά, αλλά έχουν απτό νόημα στα φοινικικά, ο αριθμός των γραμμάτων είναι ίδιος με του φοινικικού αλφαβήτου, η φορά της γραφής από τα δεξιά προς τα αριστερά είναι ένα καθαρά σημιτικό στοιχείο. Έτσι, όταν οι Έλληνες βγήκαν από το σκοτάδι της απομόνωσης και ήρθαν σε επαφή με τους Φοίνικες, έφεραν πίσω στην Ελλάδα τη γραφή των εμπορικών τους ανταγωνιστών. Από την ταυτότητα των συμβόλων σε κάθε μήκος και πλάτος του ελλαδικού χώρου (παντού το γράμμα βήτα αντιπροσωπεύει το φθόγγο "v", το γράμμα μι το φθόγγο "m" κ.ο.κ.) φαίνεται ότι η κατασκευή του ελληνικού αλφαβήτου έγινε σε ένα συγκεκριμένο μέρος, μια συγκεκριμένη ημερομηνία, ίσως από έναν και μόνο άνθρωπο. Αυτή η τελευταία πρόταση ίσως και να είναι η μόνη αληθής από την επίμονη θεωρία των φοινικιστών. Κατά τα άλλα, η θεωρία ενισχύεται από την περίφημη αναφορά του Ηροδότου στην εισαγωγή των φοινικήιων γραμμάτων στην Ελλάδα από τον Κάδμο, καθώς και από την αναφορά επιγραφών από την Τέω και τη Λίνδο σε "φοινικιστάς", τους δημόσιους αναγραφείς νόμων.
Οι εξελίξεις στην έρευνα τα τελευταία πενήντα χρόνια έχουν ανατρέψει όλα τα επιχειρήματα των φοινικιστών. Εντελώς επιλεκτικά, οι φοινικιστές πήραν ως απόλυτη αλήθεια την αναφορά του Ηροδότου. Ο πατέρας της ιστορίας έχει δει πολύ κατηγορηματικότερες δηλώσεις του να απορρίπτονται ως παραμύθια, αλλά αυτή η μυθολογική αναφορά του έχει γίνει ατράνταχτο επιχείρημα στα χέρια των επίμονων φοινικιστών. Ακόμη, οι επιγραφές με τους "φοινικιστάς" χρονολογούνται στον 6ο αιώνα π.Χ., δύο ολόκληρους αιώνες πριν την υποτιθέμενη εισαγωγή του αλφαβήτου. Χάνεται έτσι ένα σημαντικό μερίδιο αξιοπιστίας τους. Η επιλεκτικότητα συνεχίζεται και αλλού. Τα ονόματα των γραμμάτων στα φοινικικά μας είναι παντελώς άγνωστα : τα προφέρουμε και τα εννοούμε μέσω της αντιστοίχισης προς τα αρχαία εβραϊκά. Η ομοιότητα στο σχήμα των γραμμάτων είναι κάτι πολύ, μα πολύ σχετικό. Οι πίνακες που καταρτίζονται κατά καιρούς παριλαμβάνουν σχήματα από πολύ διαφορετικές περιοχές (αφού κάθ πόλη σύντομα εξέλιξε διαφορετικά τη γραφή), αλλά και από πολύ διαφορετικούς χρόνους. Έτσι, μπορεί τα ελληνικά γράμματα να μοιάζουν με τα φοινικικά του 8ου αιώνα, μοιάζουν όμως πολύ περισσότερο με τα φοινικικά του 11ου αιώνα! Αυτή η επιλογή ήταν απαγορευτική για τους φοινικιστές. Αυτομάτως, το ζήτημα των σκοτεινών αιώνων θα είχε τεθεί στο περιθώριο και δεν θα υπήρχε χώρος και λόγος για την εισαγωγή αλφαβήτου από το εξωτερικό - αλλά μάλλον το αντίστροφο. Έτσι, επέλεξαν να θάψουν και τα υπόλοιπα στοιχεία που έρχονταν συνεχώς στο φως.
Οι πρώτες επιγραφές στην ελληνική γλώσσα θα έπρεπε να σχετίζονται με το εμπόριο, αφού εισήχθησαν από Έλληνες εμπόρους από τον εμπορικό λαό των Φοινίκων που χρησιμοποιούσε τη γραφή για εμπορικούς κυρίως λόγους. Όμως, τα πρώτα κείμενα στην ελληνική ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ, αλλά είναι δηλώσεις ιδιοκτησίας ("είμαι το ποτήρι του Νέστορα, είμαι αγγείο καμωμένο από τα χέρια του ΧΧΧΧ"), γεγονός που παραπέμπει σε μια εσωτερική ανάγκη του πολιτισμού να επαναχρησιμοποιήσει τη γραφή. Τα πρώτα ελληνικά κείμενα εμφανίζουν τέτοιες διαφοροποιήσεις ανά περιοχή, ώστε φαίνεται πιθανότατη μια εξέλιξη αιώνων, την οποία δεν επιτρέπει η εισαγωγή του αλφαβήτου μόλις τον 8ο αιώνα. Το πρώτο δείγμα ελληνικής γραφής, ένα δακτυλικό εξάμετρο πάνω στο "ποτήρι του Νέστορα" - και μάλιστα στην κυρτή πλευρά του, φανερώνει απόλυτη εξοικείωση με τη γραφή, αλλά και με την ιστορία των ομηρικών επών. Και τα δύο αυτά με τη σειρά τους προϋποθέτουν γραφή με ιστορία και εξέλιξη ετών...Τα ίδια τα ομηρικά έπη δείχνουν ότι κατάγονται από τη μυκηναϊκή ποίηση των ανακτόρων. Δακτυλικοί εξάμετροι που δεν ανταποκρίνονταν στο μέτρο με βάση την ελληνική αλφαβητική γραφή έδωσαν πλήρη αρμονική μετρική αντιστοιχία όταν μεταγράφηκαν στην ελληνική μυκηναϊκή. Ξανά, προϋποτίθεται ύπαρξη γραφής για αιώνες. Επιπλέον, είναι φανερό ότι από τη μυκηναϊκή γραφή έχει σωθεί μόνο η ανακτορική μορφή της, εκείνη των λογιστών του ηγεμόνα. Άλλες γραφές, πάνω σε υλικά που δεν διασώθηκαν, εξαφανίστηκαν για πάντα, αλλά ενδείξεις για αυτήν επιβιώνουν στα έπη (από όπου πάντως, οφείλει να παραδεχτεί κανείς, απουσιάζουν αναφορές σε γραφή...). Η αρχαιολογική έρευνα συνεχίζει να φέρνει στο φως από το χώμα των νησιών του Αιγαίου θραύσματα με χαραγμένα πάνω τους γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου. Κανένα δεν χρονολογείται πριν το 1.000 π.Χ.
Καιρός να βάλει κανείς τα ευρήματα σε μια σειρά. Σκοτεινοί αιώνες δεν υπάρχουν. Όπου έχουν γίνει συστηματικές ανασκαφές, έχει αποδειχθεί η συνέχεια, όχι η διακοπή του πολιτισμού. Οικισμοί όπως το Λευκαντί της Εύβοιας συνέχισε να υπάρχει με την ίδια μορφή και μετά την κατάρρευση του ανακτορικού συστήματος, συνέχισε να εισάγει είδη πολυτελείας, συνέχισε να θάβει επιβλητικά τους ηγεμόνες του, συνέχισε να γράφει. Τα ελληνικά γράμματα μοιάζουν με τα φοινικικά του 11ου αιώνα, όχι του 8ου. Όστρακα με ελληνικά γράμματα έχουν βρεθεί στο Αιγαίο πριν το 1.000 π.Χ., στη νησιωτική περιοχή που δεν επηρεάστηκε ιδιαίτερα από την κατάρρευση. Μετά την κατάρρευση, πολλοί μυκηναίοι επέλεξαν τη μετανάστευση από την υποβάθμιση της θέσης τους. Αριστοκράτες βασιλείς ίδρυσαν τις πόλεις της Μικράς Ασίας, ενώ άλλοι κατευθύνθηκαν στην ακτή της Παλαιστίνης, όπου είχαν γνωστούς αριστοκράτες, μετά από ανταλλαγές δώρων επί αιώνες. Οι μυκηναίοι έποικοι ίσως είναι οι γνωστοί από την Παλαιά Διαθήκη Φιλισταίοι. Μαζί τους πήραν και τη γραφή τους, αλλά με τα χρόνια έχασαν την ταυτότητά τους και αφοιμοιώθηκαν από το ντόπιο στοιχείο. Πιθανότατα, αυτή η γραφή επέστρεψε στον ελληνικό χώρο όταν ο πολιτισμός των πόλεων τη χρειάστηκε για ένα συγκεκριμένο λόγο : υπήρχε πλέον η βούληση της διατήρησης στη μνήμη. Άλλωστε, η παλαιότερη φοινικική επιγραφή στη δύση χρονολογείται μόλις τον 7ο αιώνα...
"Είμαι το καλόπιοτο ποτήρι του Νέστορος. Όποιος πιεί από αυτό, αμέσως θα τον κυριεύσει το πάθος της όμορφης Αφροδίτης" | "Όποιος από τους χορευτές παίξει καλύτερα, αυτό θα πάρει το...". Νεκροταφείο Διπύλου, Αθήνα, 730 π.Χ. | Απόλλων του Μαντίκλου,τέλη 8ου αιώνα. Αναθηματική επιγραφή βουστροφηδόν (από τα δεξιά στα αριστερά κι αντίστροφα στη 2η) | "Ο Μάντικλος με αφιέρωσε στον εκηβόλο αργυροτοξευτή ως δεκάτη. Εσύ, Φοίβε, δώστου ανταμοιβή με χάρη". ΠΗΓΗ |