ΕΠΙ-ΣΚΕΨΕΙΣ:

Free Web Counter

Αρχειοθήκη Κειμένων

27 Σεπ 2013

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Ιωάννης Καποδίστριας (1776 – 1831)
Έλληνας πολιτικός και διπλωμάτης. Διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας και πρώτος Κυβερνήτης του ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους, το οποίο ίδρυσε εκ θεμελίων και με την προσωπική του περιουσία.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 11 Φεβρουαρίου 1776 την περίοδο της Ενετοκρατίας. Ο πατέρας του Αντώνιος - Μαρία καταγόταν από οικογένεια ευγενών, καθώς ένας από τους πρόγονούς του είχε λάβει τον τίτλο του Κόμη από τον Δούκα της Σαβοΐας Κάρολο Εμμανουήλ τον Β'. Ο τίτλος εισήχθη στη «Χρυσή Βίβλο» (Libro d' Oro) των ευγενών της Κέρκυρας το 1679 και έλκει την καταγωγή του από το ακρωτήριο Ίστρια της Αδριατικής, το σημερινό Κόπερ της Σλοβενίας. Η οικογένεια της μητέρας του Διαμαντίνας (Αδαμαντίας) Γονέμη, ήταν επίσης εγγεγραμμένη στη «Χρυσή Βίβλο» από το 1606.
Ο νεαρός Ιωάννης σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία και νομικά στο Πανεπιστήμιο της Παταβίας (Πάντοβα) της Ιταλίας. Το 1797 εγκαταστάθηκε στη γενέτειρά του Κέρκυρα και άσκησε το επάγγελμα του ιατρού - χειρούργου. Δύο χρόνια αργότερα, όταν η Ρωσία και η Τουρκία κατέλαβαν για λίγο τα Επτάνησα, του ανατέθηκε η διοίκηση του στρατιωτικού νοσοκομείου.
Το 1801 τα Επτάνησα αυτονομούνται και ο Ιωάννης Καποδίστριας γίνεται ένας από τους δύο διοικητές της Ιονίου Πολιτείας, σε ηλικία 25 ετών. Χάρη στην πολιτική του οξυδέρκεια και πειθώ απέτρεψε την εξέγερση της Κεφαλλονιάς, που θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες στη συνοχή του νεότευκτης πολιτείας. Έδειξε ευαισθησία και προσοχή στις ανησυχίες των Επτανησίων και πήρε πρωτοβουλίες για τη αναθεώρηση επί το δημοκρατικότερο του επτανησιακού συντάγματος, που είχαν επιβάλει Ρώσοι και Τούρκοι υπό τον τίτλο «Βυζαντινό Σύνταγμα».
Αποτέλεσμα των προσπαθειών του Καποδίστρια ήταν η ψήφιση ενός πιο φιλελεύθερου και δημοκρατικού συντάγματος το 1803. Οι μεγάλες δυνάμεις θορυβήθηκαν κι έστειλαν τον Γεώργιο Μοτσενίγο, προκειμένου να τον επιπλήξει. Όταν, όμως, ο εκπρόσωπός τους συναντήθηκε μαζί του, εντυπωσιάστηκε από την πολιτική και ηθική συγκρότηση του ανδρός. Ο Καποδίστριας διορίστηκε ομόφωνα από τη Γερουσία της Ιονίου Πολιτείας, Γραμματέας της Επικρατείας. Κατά τη διάρκεια της θητείας του αναδιοργάνωσε τη δημόσια διοίκηση, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση.
Τον Μάρτιο του 1807 εστάλη στη Λευκάδα, την οποία απειλούσε με κατάληψη ο Αλή Πασάς. Αναδιοργάνωσε την άμυνα του νησιού, αποτρέποντας την απειλή. Εκεί γνωρίστηκε με τους οπλαρχηγούς Κολοκοτρώνη, Νικηταρά, Ανδρούτσο και Μπότσαρη, που αργότερα θα πρωτοστατούσαν στην Επανάσταση του '21.
Τον Ιανουάριο 1809 ο Καποδίστριας εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία της Ρωσίας, κατόπιν προσκλήσεως του Τσάρου Αλέξανδρου Α'. Το 1813, διορίστηκε εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, στην πρώτη του μεγάλη αποστολή, με σκοπό να συνεισφέρει στην απαλλαγή της από την επιρροή του Ναπολέοντα. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενότητα, ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Ελβετίας και συνεισέφερε τα μέγιστα στο ελβετικό σύνταγμα, που προέβλεπε 19 αυτόνομα κρατίδια (καντόνια) ως συστατικά μέλη της ελβετικής ομοσπονδίας.
Συμμετείχε στο Συνέδριο της Βιέννης, που έθεσε τις βάσεις της «Ιεράς Συμμαχίας», ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπίας, αποτελώντας το φιλελεύθερο αντίβαρο στην αντιδραστική πολιτική του αυστριακού πρίγκιπα Μέτερνιχ. Πέτυχε την εξουδετέρωση της αυστριακής επιρροής, την ακεραιότητα της Γαλλίας υπό Βουρβόνο μονάρχη, μετά την πτώση του Ναπολέοντα, καθώς και τη διεθνή ουδετερότητα της Ελβετίας, υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων.
Μετά τις μεγάλες του διπλωματικές επιτυχίες, ο Τσάρος τον έχρισε Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1816 έως το 1822. Ο Καποδίστριας, όμως, δεν ξέχασε τη γενέτειρά του και τα Επτάνησα, που είχαν περάσει κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο της Μεγάλης Βρετανίας. Το 1819 μετέβη στο Λονδίνο και προσπάθησε ματαίως να πείσει τη βρετανική κυβέρνηση να μετριάσει το αυταρχικό καθεστώς που είχε επιβάλει στα Ιόνια Νησιά.
Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το αξίωμά του, καθώς είχε διαφωνήσει ανοιχτά με τον τσάρο Αλέξανδρο, που καταδίκαζε κάθε επαναστατική κίνηση στην Ευρώπη, πιστός στις αποφάσεις της Ιεράς Συμμαχίας. Το 1822 εγκαταστάθηκε στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου έχαιρε υπόληψης για την προσφορά του στη δημιουργία της Ελβετικής Ομοσπονδίας, λαμβάνοντας τον τίτλο του επίτιμου πολίτη. Παρέμεινε εκεί έως το 1827, βοηθώντας ποικιλοτρόπως το επαναστατημένο έθνος.
Στις 30 Μαρτίου 1827 η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον εξέλεξε Κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, σε μία περίοδο που η Επανάσταση καρκινοβατούσε. Έπειτα από επίπονες διαβουλεύσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης για το ελληνικό κράτος, έφτασε στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου 1828, γενόμενος δεκτός με ζητωκραυγές και ενθουσιώδεις εκδηλώσεις από τον λαό. Δύο ημέρες αργότερα μετέβη στην Αίγινα, η οποία είχε κριθεί καταλληλοτέρα από το Ναύπλιο ως προσωρινή έδρα της Κυβέρνησης.
Η πρώτη επαφή του με την ηπειρωτική Ελλάδα υπήρξε αποκαρδιωτική, λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στο πολιτικό σκηνικό. Οι αντιπαλότητες που είχαν προκύψει μεταξύ των φατριών κατά τη διάρκεια της επανάστασης δεν είχαν κοπάσει, ενώ η χώρα είχε καταστραφεί και η οικονομία της τελούσε υπό πτώχευση.
Ο Καποδίστριας εκλήθη να κυβερνήσει με βάση το Δημοκρατικό Σύνταγμα της Τροιζήνας, αλλά ως οπαδός της πεφωτισμένης δεσποτείας πίστευε ότι τα Συντάγματα και τα Κοινοβουλευτικά Σώματα ήσαν πρόωρα για το ασύστατο ακόμα κράτος. Πρέσβευε εις την αρχή του ενός ανδρός, έστω και υπό προθεσμία. Στις 18 Ιανουαρίου 1828 πέτυχε ψήφισμα της Βουλής περί αναστολής του Συντάγματος. Έτσι, κατέστη η μοναδική πηγή εξουσίας, συνεπικουρούμενος από το Πανελλήνιον, ένα συμβουλευτικό σώμα αποτελούμενο από 27 μέλη. Στη σύγκληση μιας νέας Εθνοσυνέλευσης στο άμεσο μέλλον παραπεμπόταν η ψήφιση του νέου Συντάγματος. Ο Καποδίστριας εγκαινίασε την περίοδο της απολυταρχίας, η οποία διατηρήθηκε μέχρι το Σύνταγμα του 1843.
Ο νέος Κυβερνήτης έθεσε ως στόχο να βάλει τέλος στις εμφύλιες διαμάχες και επιδόθηκε αμέσως στο έργο της δημιουργίας Κράτους εκ του μηδενός, επιδεικνύοντας αξιοζήλευτη δραστηριότητα. Ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα με τη βοήθεια του φίλου του ελβετού τραπεζίτη Εϋνάρδου, η οποία δεν ευδοκίμησε για πολύ. Ρύθμισε το νομισματικό σύστημα, καθότι ακόμη κυκλοφορούσαν τουρκικά και ξένα νομίσματα εντός της επικράτειας. Στις 28 Ιουλίου 1828 καθιέρωσε ως εθνική νομισματική μονάδα τον Φοίνικα και ίδρυσε Εθνικό Νομισματοκοπείο. Στις 24 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου οργάνωσε και την πρώτη ταχυδρομική υπηρεσία.
Ερχόμενος στο Ναύπλιο, ο Καποδίστριας βρήκε την Ελλάδα χωρίς δικαστική οργάνωση. Γνωρίζοντας ότι η απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί θεμέλιο για τη δημιουργία μιας ευνομούμενης πολιτείας, ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τη δημιουργία δικαστηρίων και τη στελέχωσή τους με το κατάλληλο προσωπικό. Οργάνωσε, ακόμη, τη διοίκηση του κράτους και ίδρυσε Στατιστική Υπηρεσία, η οποία διενήργησε την πρώτη απογραφή.
Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση, πετυχαίνοντας αφενός να καταπολεμήσει το κατεστημένο των οπλαρχηγών και αφετέρου να παρεμποδίσει την Οθωμανική προέλαση, όπως έδειξε η Μάχη της Πέτρας, όπου ο ελληνικός στρατός εμφανίσθηκε πειθαρχημένος και συγκροτημένος στην τελευταία μάχη του Αγώνα. Ο Καποδίστριας αντιμετώπισε επιτυχώς την πειρατεία, αναθέτοντας στον ναύαρχο Μιαούλη την καταστολή της. Εφάρμοσε την πρακτική της απομόνωσης (καραντίνας) των κοινοτήτων που πλήττονταν από τις επιδημίες του τύφου, της ελονοσίας και άλλων μολυσματικών ασθενειών. Προσπάθησε να ανοικοδομήσει το κατεστραμμένο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, ιδρύοντας πολλά αλληλοδιδακτικά σχολεία, καθώς και το Ορφανοτροφείο της Αίγινας.
Ο Καποδίστριας ενδιαφέρθηκε αποφασιστικά για τη γεωργία, που αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής οικονομίας. Εισήγαγε πρώτος την καλλιέργεια της πατάτας, με ένα τρόπο που έδειχνε τη βαθειά του γνώση για τον ψυχισμό του Έλληνα εκείνης της εποχής. Διέταξε, λοιπόν, να αποθέσουν ένα φορτίο με πατάτες στο λιμάνι του Ναυπλίου και προέτρεψε τον καθένα να πάρει όσες θέλει. Συνάντησε, όμως, την παγερή αδιαφορία των πρωτευουσιάνων. Στη συνέχεια τοποθέτησε φρουρούς στο φορτίο και αμέσως σχεδόν στο Ναύπλιο κυκλοφόρησαν ψίθυροι ότι για να φυλάσσεται το φορτίο κάτι το πολύτιμο θα περιέχει. Οι άνθρωποι μαζεύτηκαν στο λιμάνι και λοξοκοίταζαν τις πατάτες. Άρχισαν σιγά-σιγά να τις κλέβουν κάτω από τη μύτη των φρουρών και στο τέλος έκαναν όλες φτερά. Δεν γνώριζαν, όμως, ότι ο Καποδίστριας είχε διατάξει τους φρουρούς να κάνουν τα στραβά μάτια. Με αυτή την ευφυή κίνηση, η πατάτα έγινε τότε μέρος της καθημερινής διατροφής του Έλληνα.
Οι πολιτικές κινήσεις του Καποδίστρια προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια, τόσο των οπαδών του συνταγματικού πολιτεύματος, όσο και των προκρίτων και των ναυτικών. Η αίγλη που τον περιέβαλε άρχισε να διαλύεται. Η αδυναμία ικανοποιήσεως όλων των αιτημάτων, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση διεξαγωγής των εκλογών, έδωσαν την αφορμή για το σχηματισμό ισχυρής αντιπολίτευσης κατά του Κυβερνήτη. Ο Καποδίστριας κατηγορήθηκε ακόμη ότι αγνόησε τη μακρά κοινοτική παράδοση της χώρας και θέλησε να μεταφυτεύσει από την αλλοδαπή θεσμούς, μη προσιδιάζοντες στην τότε πραγματικότητα.
Η πρώτη δυναμική αντιπολιτευτική ενέργεια ήλθε με τα στασιαστικά κινήματα της Ύδρας το 1829, που επιδίωκαν την ανατροπή του Καποδίστρια. Ζήτησαν από τον Μιαούλη να καταλάβει τον ναύσταθμο του Πόρου, πριν προλάβει ο διοικητής του Κανάρης να έλθει εναντίον της Ύδρας. Ο Καποδίστριας παρακάλεσε τον ναύαρχο Ρίκορντ να επιτεθεί κατά των στασιαστών. Πράγματι, ο ρώσος ναύαρχος απέκλεισε το ναύσταθμο και προ του κινδύνου να συλληφθεί ο Μιαούλης ανατίναξε τη φρεγάτα Ελλάς και την κορβέτα Ύδρα (τα δύο πιο αξιόπλοα πλοία του ελληνικού στόλου) και διέφυγε στην Ύδρα. Η αντίδραση κατά του Κυβερνήτη διογκωνόταν. Οι Μανιάτες αρνούνταν να πληρώσουν τους φόρους προς την κεντρική εξουσία και στασίασαν με τη σειρά τους.
Μοιραία στάθηκε η αντιπαλότητα του Καποδίστρια με τους Μαυρομιχάληδες, την ισχυρότερη οικογένεια της Μάνης. Ο Καποδίστριας συν το χρόνω γινόταν όλο και πιο ευερέθιστος και δύσπιστος έναντι όλων. Δεν είχε την απαραίτητη αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία, με συνέπεια την αδικαιολόγητη όξυνση των προσωπικών παθών. Σε αυτή την κατάσταση θα πρέπει να αποδοθεί και ο σκληρός τρόπος συμπεριφοράς του κατά του γηραιού Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Καποδίστριας διέταξε τη σύλληψή του και τον εγκλεισμό του στη φυλακή. Τον αδελφό του Κωνσταντίνο και τον υιό του Γεώργιο τους κρατούσε στο Ναύπλιο, όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους. Το γεγονός αυτό εξέθρεψε το μίσος και την ανάγκη εκδίκηση από την πλευρά των Μαυρομιχαλαίων.

Στις 5:35 το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον Κωνσταντίνο και τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, όπου μετέβαινε για να εκκλησιασθεί και έπεσε νεκρός. Ο μόνος που τον συνόδευε ήταν ο μονόχειρας σωματοφύλακάς του, ονόματι Κοκκώνης.Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης εφονεύθη επί τόπου από τους προστρέξαντες, οι οποίοι κυριολεκτικώς τον λυντσάρισαν. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης ζήτησε προστασία στη Γαλλική Πρεσβεία. Κατόπιν επιμόνου απαιτήσεως του συγκεντρωμένου πλήθους, που απείλησε ότι θα κάψει την πρεσβεία, ο αντιπρεσβευτής βαρόνος Ρουάν τον παρέδωσε στις αρχές. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης καταδικάσθηκε σε θάνατο από στρατοδικείο και εθανατώθη δια τυφεκισμού το πρωί της 10ης Οκτωβρίου 1831.
Στη θέση του δολοφονημένου Ιωάννη Καποδίστρια διορίστηκε για μικρό διάστημα ο αδερφός του Αυγουστίνος. Η χώρα είχε βυθιστεί στο χάος και την αναρχία και οι Προστάτιδες Δυνάμεις βρήκαν την ευκαιρία να εγκαθιδρύσουν βασιλεία, φοβούμενες την επικράτηση ενός φιλελεύθερου κινήματος.
Η ελληνική πολιτεία τίμησε τον Κυβερνήτη, δίνοντας το όνομά του σε δημόσιους χώρους και ιδρύματα, όπως στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο επίσημος τίτλος του οποίου είναι Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ακόμη, ο Ιωάννης Καποδίστριας απεικονίζεται στο κέρμα των 20 λεπτών της ελληνικής έκδοσης του ευρώ, ενώ το σχέδιο διοικητικής αναδιοργάνωσης της χώρας που εισηγήθηκε η κυβέρνηση Σημίτη έλαβε το όνομά του («Πρόγραμμα Ι. Καποδίστριας»).

ΠΗΓΗ

20 Σεπ 2013

ΣΟΛΩΝ, Ο ΣΟΦΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣ

ΣΟΛΩΝ
(640- 558 π.Χ.)

Ο Σόλων γεννήθηκε γύρω στο 640 π.Χ. Ο θάνατός του τοποθετείται γύρω στο 558 π.Χ. Καταγόταν από το πλούσιο γένος των Κοδριδών, αλλά ο πατέρας του Εξηκεστίδης ήταν φτωχός. Τούτο, κατά τον Πλούταρχο, ανάγκασε τον Σόλωνα να επιδοθεί στο εμπόριο, που τον ωφέλησε όχι μόνο οικονομικά, αλλά του χάρισε και πλούσιες εμπειρίες, που τον βοήθησαν να αναμιχθεί στα κοινά της πόλης του.

Ο Σόλων, ένας από τους επτά σοφούς, είναι πρότυπο άνδρα, που συγκεντρώνει αρετές και ικανότητες. Ο Σόλων συνδυάζει χαρίσματα μεγάλου πολιτικού και ποιητή, όσο και αν είναι πιο γνωστός ως πολιτικός. Στην ποίησή του βρίσκουμε τον άνθρωπο με τις αρχές και τις ιδέες του και στην πολιτική την πραγμάτωσή τους. Γι’ αυτό και η κατανόηση των ποιημάτων το προϋποθέτει γνώση της πολιτικής ζωής του.

Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κατάληψη της Σαλαμίνας το 596 π.Χ. από τους Αθηναίους ενθουσιάζοντας τους με τους στίχους του, ώστε να εκδιώξουν από το νησί τους τους Μεγαρείς, που το κατείχαν τότε. Η Σαλαμίνα είχε εμπορική και στρατιωτική σημασία για την Αθήνα.

Σαν άρχοντας το 594/3 έλαβε εξουσιοδότηση με απόλυτη ελευθερία να ρυθμίσει τις μεγάλες διαφορές ανάμεσα στους ‘πολλούς’ και στους ‘ολίγους’. Πέτυχε την επιβολή της ‘συσάχθειας’ με παράλληλη απαγόρευση των ‘όρων’, που έστηναν οι ισχυροί στα αγροκτήματα των φτωχών, που δανείζονταν από τους πρώτους με υποθήκευση της ιδιοκτησίας τους σε γη και της προσωπικής τους ελευθερίας.

Επίσης εναντιώθηκε στην τυραννίδα του Πεισιστράτου, στην αρχή της οποίας πέθανε ο Σόλων.

Ο Σόλων ταξίδεψε πολύ στη ζωή του. Ο Ηρόδοτος μας διηγείται τον περίφημο διάλογο του Σόλωνα με τον Κροίσο για τον ‘ολβιώτατο’ των ανθρώπων.

 
Ο Κροίσος τον φιλοξενούσε μέσα στο παλάτι.
 Την τρίτη ή την τέταρτη ημέρα με διαταγή του Κροίσου οι υπηρέτες γύρισαν το Σόλωνα στους θησαυρούς και του τα έδειχναν όλα, που ήταν μεγαλόπρεπα και ακριβά. Αφού τα κοίταξε όλα και τα παρατήρησε με την ησυχία του, τον ρώτησε ο Κροίσος «Ξένε Αθηναίε, έφτασε σ' εμάς μεγάλη Φήμη για τη σοφία σου και τα ταξίδια σου, ότι από φιλομάθεια έχεις επισκεφτεί πολλές χώρες, για να γνωρίσεις τον κόσμο. Τώρα λοιπόν μου γεννήθηκε η επιθυμία να σε ρωτήσω αν είδες κανένα που να είναι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος».ΚΛΕΟΒΗΣ & ΒΙΤΩΝ
Αυτός ρώτησε ελπίζοντας πως θα είναι ο ίδιος ο πιο ευτυχισμένος στον κόσμο ο Σόλων όμως χωρίς να τον κολακέψει, αλλά μιλώντας τη γλώσσα της αλήθειας του λέει «Ναι, βασιλιά τον Τέλλο τον Αθηναίο». Απόρησε ο Κροίσος με την απάντηση και ρώτησε ζωηρά «Πώς κρίνεις ότι ο πιο ευτυχισμένος είναι ο Τέλλος;» Κι ο Σόλων είπε «ο Τέλλος από τη μια είχε πατρίδα που ευτυχούσε και μέσα σ' αυτήν απόχτησε γιους καλούς κι ενάρετους και είδε να κάνουν όλοι παιδιά και να ζουν όλα κι από την άλλη ενώ η ζωή του ήταν ευτυχισμένη, με τα ανθρώπινα μέτρα, τη σφράγισε ένας ένδοξος θάνατος σε μια μάχη δηλαδή των Αθηναίων στην Ελευσίνα με τους γείτονές τους πήρε μέρος κι εκείνος κι αφού έτρεψε σε φυγή τους εχθρούς, σκοτώθηκε ηρωικά οι Αθηναίοι τον έθαψαν με δημόσια δαπάνη στον τόπο που έπεσε και του έκαναν μεγάλες τιμές» .
Ο Σόλων εκθέτοντας τη διπλή και τριπλή ευτυχία του Τέλλου προκάλεσε το ενδιαφέρον του Κροίσου, που ρώτησε ποιον γνωρίζει δεύτερο έπειτ' από εκείνον ήταν βέβαιος ότι οπωσδήποτε θα έπαιρνε το δεύτερο βραβείο. Μα ο Σόλων του είπε «Τον Κλέοβη και το Βίτωνα. Η καταγωγή τους ήταν από το Αργος. Είχαν περιουσία όση τους χρειαζόταν και για τη σωματική τους δύναμη λάβε υπόψη ότι κι οι δύο ήταν πρωταθλητές στους αγώνες. Γι' αυτούς διηγούνται το εξής σε μια εορτή της Ήρας στο Αργος έπρεπε οπωσδήποτε να μεταφερθεί η μητέρα τους με άμαξα στο ναό και τα βόδια δεν έφταναν στην ώρα τους από το χωράφι. Καθώς η ώρα δεν τους άφηνε περιθώρια, μπαίνουν τα παλικάρια τα ίδια στο ζυγό και σέρνουν την άμαξα κι επάνω στην άμαξα πήγαινε η μητέρα τους. Κι αφού την πήγαν έτσι σαράντα πέντε ολόκληρα στάδια, έφτασαν στο ναό. Έπειτα από αυτό που έκαναν κι αφού τους είδε όλο το συγκεντρωμένο πλήθος, τους βρίσκει ένας εξαίρετος θάνατος και μ' αυτούς έδειξε ο θεός στους ανθρώπους ότι είναι καλύτερο να πεθάνει κανένας παρά να ζει. Τους είχαν περιστοιχίσει οι Αργείοι και θαύμαζαν τη δύναμη των νέων κι οι Αργείοι καλοτύχιζαν τη μάνα τους για τα παιδιά που είχε κάνει. Τρισευτυχισμένη η μητέρα τους για την πράξη των παιδιών τους και για τους επαίνους, στάθηκε μπροστά στο άγαλμα και προσευχήθηκε για τον Κλέοβη και το Βίτωνα, τους γιους της, που της είχαν κάνει τέτοια τιμή, να τους δώσει η θεά ό,τι καλύτερο είναι για τον άνθρωπο. Έπειτα από την προσευχή αυτή θυσίασαν και κάθισαν στο τραπέζι. τέλος έπεσαν και κοιμήθηκαν μέσα στον ίδιο το ναό χωρίς όμως να σηκωθούν πια, αλλά αυτό ήταν το τέλος τους. Οι Αργείοι κατασκεύασαν τα αγάλματά τους και τ' αφιέρωσαν στους Δελφούς, επειδή αποδείχτηκαν άντρες εξαιρετικοί».

Το έργο του Σόλωνα ως ποιητή και νομοθέτη περιλαμβάνει ‘νόμους’ και ‘δημηγορίες’, ελεγείες, ιάμβους και επωδούς. Από όλα αυτά τα ποιήματα μας σώθηκαν περίπου 200 στίχοι από τις ελεγείες, 20 από τροχαϊκά και 45 ιαμβικά ποιήματα. Μερικοί στίχοι, που αποδίδοντα στον Θέογνη, ανήκουν, κατά τους μελετητές, στον Σόλωνα.

Το ποιητικό έργο του Σόλωνα δεν μπορεί να διαχωριστεί από την πολιτική δραστηριότητά του. Ο Σόλων ο Αθηναίος είναι η πρόδρομη ποιητική φωνή της Αθήνας. Πιστεύει ότι ο άνθρωπος δεν έχει μόνον ιδιωτική ζωή, αλλά ως μέλος ενός κοινωνικού συνόλου μετέχει και της πολιτικής κοινότητας με τις ευθύνες που του αναλογούν. Για να υπάρχει ατομική και κοινωνική ευδαιμονία, πρέπει να διέπει τις σχέσεις των ανθρώπων ο αλληλοσεβασμός, η τάξη και η ισορροπία, που επιφέρουν την αρμονία, σαν αυτή που ορίζει τους νόμος του σύμπαντος.

Ο Σόλων με την πολιτική δραστηριότητά του και με την ζωή του δίνει παράδειγμα δίκαιου, έντιμου και συνετού πολιτικού άνδρα. Ο ποιητής Σόλων είναι ο πολιτικός οραματιστής μιας δίκαιης κοινωνίας. Διδακτικός ποιητής, με απλότητα και λιτότητα σκέψης διαυγής και ειλικρινής, με γλώσσα σφριγηλή και καυστική, κατέχει περίοπτη θέση στον αρχαϊκό λυρισμό.
 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΟΛΩΝΑ

Όρισε να διαγραφούν όλα τα χρέη, και στο μέλλον να μην δίνονται δάνεια με ενέχυρο το ανθρώπινο σώμα.
Έγινε αύξηση στις μονάδες βάρους και στην τιμή του νομίσματος. Έδωσε δηλ. στην μνα αξία 100 δραχμών από 73 πού είχε πριν.
Όσοι είχαν γίνει φυγόδικοι λόγω χρεών, επέστρεψαν και απόκτησαν ελευθερία.
Τότε συνέβη και ένα άσχημο γεγονός, καθώς ξεκίνησε να ξεγράψει τα χρέη, το έκανε γνωστό στους φίλους του Κόνωνα, Κλεινία και Ιππονίκο .Αυτοί προτού εξαγγελθεί το μέτρο δανείστηκαν χρήματα. Μετά την δημοσίευση του νόμου κατηγορήθηκε ο Σόλων.
Με τους νόμους του δεν ικανοποιήθηκε κανείς, ούτε οι πλούσιοι ούτε οι φτωχοί, οι οποίοι περίμεναν το ξαναμοίρασμα της γης όπως είχε κάνει ο Λυκούργος. Εκείνος όμως ήταν 11ος απόγονος του Ηρακλή, ήταν βασιλιάς πολλά χρόνια στη Λακεδαίμονα και είχε μεγάλο κύρος φίλους και δύναμη. Και χρησιμοποιώντας την βία παρά την πειθώ κατάφερε να μην υπάρχουν ούτε πλούσιοι ούτε φτωχοί. Τέτοιο πράγμα ο Σόλων δεν μπόρεσε να πετύχει διότι ήταν άνθρωπος του λαού και δεν είχε μεγάλη περιουσία. Γρήγορα όμως αναγνώρισαν το συμφέρων τους και αφήνοντας τα παράπονα έκαναν μια θυσία που την ονόμασαν θυσία της Σεισάχθειας.
Πρώτα λοιπόν ο Σόλων κατάργησε τους νόμους του Δράκοντα που ήταν αυστηροί και προέβλεπαν σαν ποινή τον θάνατο ακόμα και για την οκνηρία. Όταν ο ίδιος ο Δράκων ρωτήθηκε γιατί θέσπισε την ποινή του θανάτου για τα πιο πολλά αδικήματα, αποκρίθηκε ότι στα μικρά νόμιζε πως άξιζε αυτή η τιμωρία, ενώ στα μεγάλα δεν έμενε μεγαλύτερη.

ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΣΕ ΤΑΞΕΙΣ

Διαχώρισε τους πολίτες με βάση το ετήσιο εισόδημά τους, σε ξηρά και υγρά προϊόντα.
Έτσι όσους είχαν ετήσιο εισόδημα 500 μέτρα τους τοποθέτησε στην 1η κατηγορία.
Στη 2η κατηγορία ήταν αυτοί πού είχαν την δυνατότητα να συντηρούν άλογο ή είχαν εισόδημα 300 μέτρα και τους ονόμασε Ιππείς. Ζευγίτες ονομάστηκαν όσοι ανήκαν στην 3η κατηγορία με εισόδημα 200 μέτρα. Όλοι οι υπόλοιποι ονομάστηκαν Θήτες, αυτοί δεν είχαν κανένα αξίωμα, αλλά έπαιρναν μέρος στην διοίκηση της πόλης με την συμμετοχή τους στην εκκλησία του δήμου και στα δικαστήρια.
Από τούς πιο παράξενους νόμους του Σόλωνα είναι αυτός που ορίζει ότι χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα όποιος σε περίπτωση εμφύλιας διαμάχης ,έμενε ουδέτερος.

ΤΑΞΙΔΙΑ

Ο Σόλων πήρε άδεια 10 ετών από τους Αθηναίους και ξεκίνησε τα ταξίδια του από την Αίγυπτο. Πέρασε λίγο καιρό φιλοσοφώντας με τους γύρω από τον Ψενώπη τον Ηλιουπολίτη και τον Σώγχη τον Σαίτη, που ήταν από τους πιο σοφούς ιερείς. Από αυτούς άκουσε, όπως λέει ο Πλάτωνας και την διήγηση για την Ατλαντίδα. Έπειτα ταξίδεψε στην Κύπρο, όπου τον δέχτηκε θερμά ο Φιλόκυπρος.

 
ΥΠΟΘΗΚΗ ΠΡΟΣ ΑΘΗΝΑΙΟΥΣ



Ημέτερη δε πόλις κατά μεν Διός ούποτ’ ολείται

αίσαν και μακάρων θεών φρένας αθανάτων.

Τοίη γαρ μεγάθυμος επίσκοπος οβριμοπάτρη

Παλλάς Αθηναίη χείρας ύπερθεν έχει.


Αυτοί δε φθείρειν μεγάλην πόλιν αφραδίηισιν

αστοί βούλονται χρήμασι πειθόμενοι,



δήμου θ’ ηγεμόνων άδικος νόος. οίσιν ετοίμον

ύβριος εκ μεγάλης άλγεα πολλά παθείν.



ου γαρ επίστανται κατέχειν κόρον ουδέ παρούσας

ευφροσύνας κοσμείν διαιτός εν ησυχίηι

......


πλουτέουσιν δ’ αδίκοις έργμασι πειθόμενοι

..........



ούθ’ ιερών κτεάνων ούτε τι δημοσίων


φειδόμενοι κλέπτουσιν αφαρπαγήι άλλοθεν άλλος,

ουδέ φυλάσσονται σεμνά Δίκης θέμεθλα,


ή σιγώσα σύνοιδε τα γιγνόμενα προ τ’ εόντα,


τώι δε χρόνωι πάντως ήλθ’ αποτεισομένη,

τούτ’ ήδη πάσηι πόλει έρχεται έλκος άφυκτον,


ες δε κακήν ταχέως ήλυθε δουλωσύνην,


ή στάσιν έμφυλον πόλεμόν θ’ εύδοντ’ επεγείρει,

ός πολλών ερατήν ώλεσεν ηλικίην.



Εκ γαρ δυσμενέων ταχέως πολυήρατον άστυ

τρύχεται εν συνόδοις τοις αδικέουσι φίλους.

Ταύτα μεν εν δήμωι στρέφεται κακά.



Των δε πενιχρών

ικνέονται πολλοί γαίαν ες αλλοδαπήν

πραθέντες δεσμοίσί τ’ αεικελίοισι δεθέντες

κα κακά δουλωσύνης στυγνά φέρουσι βίαι

.......

ούτω δημόσιον κακόν έρχεται οίκαδ’ εκάστωι,

αύλειοι δ’ έτ’ έχειν ουκ εθέλουσι θύραι,



υψηλόν δ’ υπέρ έρκος υπέρθυρεν, εύρε δε πάντως,

ει και τις φεύγων εν μυχώι ήι θαλάμου.



Ταύτα διδάξαι θυμός Αθηναίοις με κελεύει,

ως κακά πλείστα πόλει Δυσνομίη παρέχει.

Ευνομίη δ’ εύκοσμα και άρτια πάντ’ αποφαίνει,

και θαμά τοις αδίκοις αμφιτίθησι πέδας.


Τραχέα λειαίνει, παύει κόρον, ύβριν αμαυροί,

αυαίνει δ’ άτης άνθεα φυόμενα,


ευθύνει δε δίκας σκολιάς, υπερήφανά τ’ έργα

πραύνει. Παύει δ’ έργα διχοστασίης,

Παύει δ’ αργαλέης έριδος χόλον, έστι δ’ υπ’ αυτής

πάντα κατ’ ανθρώπους άρτια και πινυτά.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Η πόλη μας ποτέ δεν θα χαθεί σύμφωνα με τη θέληση

και τη διάθεση του Δία και των μακαρίων αθανάτων θεών.

Γιατί μια τόσο μεγαλόψυχη προστάτιδα, κόρη πατέρα ισχυρού,

η Παλλάδα Αθηνά, έχει τα χέρια της απλωμένα πάω από την πόλη.

Αλλά μόνοι τους οι πολίτες θέλουν να καταστρέφουν

τη μεγάλη πόλη με τις απερισκεψίες τους, παρασρμένοι από φιλοχρηματία,

και ο άδικος νους των αρχόντων του λαού. Είναι επόμενο γι’ αυτούς

εξαιτίας της μεγάλης αλαζονείας να πάθουν πολλά κακά.

Γιατί δεν ξέρουν να συγκρατούν την πλεονεξία και να απολαμβάνουν

τα στρωμένα ευφρόσυνα συμπόσια με κοσμιότητα...

.........

πλουτίζουν παρασυρμένοι σε άδικες πράξεις

.........

και, χωρίς να λογαριάζουν ούτε τα ιερά κτήματα ούτε και τα περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου,

κλέβουν με αρπακτικές διαθέσεις άλλος από δω και άλλος από κει

και δεν σέβονται τους ιερούς θεσμούς της Δίκης,

η οποία, μολονότι σιωπά, γνωρίζει αυτά, που γίνονται και θα γίνονται και τα παρελθόντα,

και με τον χρόνο συνήθως έρχεται οπωσδήποτε, για να επιβάλλει τιμωρία.

Αυτό φθάνει κιόλας ως αναπόφευκτη συμφορά για όλη την πόλη,

και καταλήγει συνήθως αυτή πολύ γρήγορα σε ατιμωτική δουλεία,

που προκαλεί εμφύλια σύγκρουση και αφυπνίζει τον κοιμώμενο πόλεμο,

ο οποίος συνήθως οδηγεί στον θάνατο πολλούς στο άνθος της ηλικίας τους.

Γιατί εξαιτίας των εχθρών πολύ γρήγορα η πολυαγαπημένη πόλη

κατατρύχεται από πολιτικές ενώσεις, αγαπητές στους αδικοπραγούντες.

Αυτές οι συμφορές περιφέρονται στην πόλη.

Κι από τους φτωχούς

πολλοί φεύγουν σε ξένη χώρα,

πουλημένοι και δεμένοι με εξευτελιστικά δεσμά,

και υπομένουν με καταναγκασμό τις μισητές συνέπειες της δουλείας.

..........

Έτσι μια δημόσια συμφορά μεταβαίνει στο σπίτι του κάθε πολίτη ξεχωριστά.

Και οι αύλειες θύρες δεν μπορούν πια να τη συγκρατήσουν,

αλλά αυτή συνήθως πηδά πάνω από τον περίβολο και βρίσκει οπωσδήποτε

κάποιον, ακόμα κι αν, προσπαθώντας αυτός να αποφύγει το κακό, καταφεύγει στο βάθος των δωματίων.

Αυτά με προτρέπει η ψυχή μου να διδάξω στους Αθηναίους,

ότι η κακή διοίκηση προκαλεί πάρα πολλές συμφορές στην πόλη.

Ενώ η χρηστή διοίκηση όλα τα αναδεικνύει ταιριαστά και αρμονικά,

και συγχρόνως δένει με χειροπέδες τους αδικοπραγούντες.

Τις τραχύτητες της εξομαλύνει, παύει την πλεονεξία, ταπεινώνει την αλαζονεία,

ξηραίνει τα άνθη της άτης, μόλις αυτά εμφανισθούν,

επανορθώνει στρεψοδικίες και καταπραϋνει πράξεις αλαζονείας, παύει την εμφύλια έριδα.

Παύει την οργή από την ολέθρια έριδα και είναι κάτω απ’ αυτήν

τα πάντα στους ανθρώπους αρμονικά και συνετά.

ΠΗΓΗ

12 Σεπ 2013

ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΣΟΛΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΝΕΟ-ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ

H ελληνική γλώσσα έχει πίσω της μία ζωή πού αριθμείται μέ τίς χιλιετίες. Εκείνος πού αποφασίζει νά εντρυφήση εις βάθος στήν μελέτη τής ελληνικής γλώσσης, πρέπει νά είναι εξοικειωμένος μέ τό αιώνιον καί οικουμενικόν. Δέν είναι εύκολο τό εγχείρημα γιά κάποιον νά είναι μύστης σ' αυτήν τήν "γλώσσα τών Θεών".

"It's greek to me", λένε οι ξένοι πού εγεύθησαν τήν δυσκολία καί τό μεγαλείο τής γλώσσας μας. Αυτό τελικά κατέληξε νά υποδηλώνη τό αδύνατον καί τό απροσπέλαστον. Πολύ φοβούμαι όμως ότι υπάρχουν καί πολλοί συμπατριώται μας, πού θά έλεγαν καί αυτοί κάτι ανάλογο, γιά τήν ίδια τους τήν μητρική γλώσσα. Ο γλωσσικός κατήφορος τών τελευταίων χρόνων, βεβαιοί τού λόγου τό αληθές. Η ελληνική γλώσσα προκαλεί σέ πολλούς δέος, ακόμη καί στήν λεγομένη πνευματική ηγεσία τού τόπου, η οποία τήν αντιμετώπισε μέ ένα πλέγμα ηττοπαθείας καί συμβιβασμού.
Μέ αποφάσεις κορυφής επεβλήθη τό μονοτονικό ("γιά νά μή χάνωμε τόν καιρό μας μέ άχρηστα σημαδάκια"), η απλοποιημένη καί ισοπεδωτική απόδοσις τών ξένων ονομάτων, η κατάργησις εγκλίσεων ρημάτων, κλίσεων ονομάτων, καταλήξεων, πτώσεων, λεκτικών τύπων. Η αρχή τής ήσσονος προσπαθείας σέ πλήρη εφαρμογή, δίδαγμα κάκιστον γιά τίς επερχόμενες γενεές Ελλήνων.
Ολα βορά στό τέρας τού ωφελιμισμού καί τής πνευματικής ραστώνης.

Οι αρχαίοι Ελληνες καί ιδίως οι Αθηναίοι ήσαν μέχρι σχολαστικότητος ακριβείς στήν ορθή εκφορά καί γραφή τής γλώσσης. Σέ πλατωνικό διάλογο αναφέρεται ότι ο Σωκράτης ερωτά τόν σοφιστή Πρόδικον, άν η λέξις "χαλεπόν" ενός γνωμικού τού Πιττακού ήταν η αρμόζουσα. Καί εκείνος απήντησεν ότι ο (εκ τών επτά σοφών) Πιττακός δέν ήταν εις θέσιν νά διακρίνη σωστά τίς λέξεις, "άτε Λέσβιος ών καί εν φωνή βαρβάρω τεθραμμένος ...".
Οι αρχαίοι Αθηναίοι μέ τό εκλεπτυσμένο γλωσσικό τους αισθητήριο, εθεώρουν βάρβαρον ακόμη καί τήν αιολικήν διάλεκτον.
Σέ μία άλλη περίπτωσι, μέτοικος ηθοποιός από σκηνής καί εν τή προσπαθεία τής αποδόσεως τής λέξεως "γαλήνην" (γαλένεν), εφάνη στό υψηλού επιπέδου κοινό ότι επρόφερε "γαλήν" (γαλέέν). Καί τότε τό αυστηρό καί αμείλικτο εκείνο ακροατήριο άρχισε νά αποδοκιμάζη εν χορώ τόν δυστυχή ηθοποιο μέ παρατεταμένα νιαουρίσματα.
Κακά λοιπόν τά ψέματα, η ελληνική είναι δύσκολη, δυσπρόσιτη γλώσσα καί ελάχιστοι μπορούν νά καυχηθούν ότι είναι εντριβείς γνώσται της.
Είναι έργον ζωής, αλλά καί "θήραμα κάλλιστον βίω ...".

Από τό άλλο μέρος η ημιμάθεια περισσεύει παντού, συνεργουσών πρός τούτο τής παμπληθείας τών ΜΜΕ καί τής υπερπροσφοράς εντύπου χάρτου.
Η γλώσσα κακοποιείται, ακρωτηριάζεται βάναυσα, ενώ τό σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα δέν φαίνεται ικανό νά προσφέρη λύσεις στήν θεραπεία τού κακού. Απεναντίας, θά έλεγε κανείς ότι συμβάλλει καί αυτό στό μέτρο τών δυνατοτήτων του στήν γλωσσική κατεδάφισι.
Μαζί μέ τήν επιβολή τού μονοτονικού καί τήν θέσπισι εξομοιωτικών κανόνων γλωσσικής συμπεριφοράς, υποβαθμίσθηκε αναπόφευκτα καί η ιστορική ορθογραφία, ενώ ανοίχθηκαν ήδη κάποιες κερκόπορτες, πού νομοτελειακά οδηγούν στήν βαθμιαία αχρηστία καί τελικά στήν κατάργησί της.
Η διάσωσις όμως τής γλώσσης μας από τόν εκφυλισμό αποτελεί μία πτυχή τής Εθνικής μας Αμύνης καί σέ τελική ανάλυσι είναι υπόθεσις διαφυλάξεως τής Ελληνικότητος. Η Ελληνική Γλώσσα αποτελεί μία ανεκτίμητη παρακαταθήκη, άξια κάθε τιμής καί σεβασμού καί όχι υλικό προσφερόμενο γιά πειραματισμούς.

Πρέπει όμως νά λεχθή ότι η Εθνική Τηλεόρασις (ΕΤ1) έχει αποδυθή τρείς φορές τά τελευταία χρόνια, στήν προσπάθεια διαφωτίσεως τών Ελλήνων στά θέματα τής γλώσσης (τής όποιας γλώσσης ...).
Η τελευταία προσπάθεια, υπό τόν τίτλο "Τή γλώσσα μού έδωσαν ελληνική", τελεί υπό τήν επιστημονική εποπτεία τού καθηγητού Γεωργίου Μπαμπινιώτη, ο οποίος έχει αναλάβει καί τήν παρουσίασι τής σχετικής εκπομπής.(ΣΗΜ. ΤΕΤΡΑΚΤΥΟΣ: υποστηρικτού ωστόσο της ανιστορήτου θεωρίας περί Φοινικικής προελεύσεως του Αλφαβήτου.)

Σοβαρή ασφαλώς η πρωτοβουλία αυτή, άν καί ο εξαμβλωματικός τίτλος τής εκπομπής, θά μπορούσε νά πή κανείς, αίρει εκ τών πραγμάτων αυτό πού θέλει νά επιτύχη. Εν συνεχεία ακολουθεί μία σειρά συνήθων γλωσσικών αμαρτημάτων, όπως έχουν ερανισθή από ποικίλες πηγές τού γραπτού καί προφορικού λόγου (εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία, ραδιόφωνο, τηλεόρασις).

Παρατίθενται αλφαβητικώς οι ορθοί τύποι καί κατόπιν επισημαίνονται τά παρατηρούμενα λάθη καί σολοικισμοί.

ΑΓΩ
Ρήμα, πού θά μπορούσε νά χαρακτηρισθή πολυπαθές, τόσο αυτό καθ' εαυτό, όσο καί εν συνθέσει, κυρίως λόγω τού μέλλοντος "άξω" καί τού αορ. β' "ήγαγον". Π.χ. <Θά παράξει έργο ...>, αντί "θά παραγάγη". Ελέχθη από καθηγητή τού Ε.Μ. Πολυτεχνείου, σέ τηλεοπτική συζήτησι περί παιδείας μέ τόν Γεώρ. Μπαμπινιώτη. <Ο πειρατής απαγάγει τήν γυναίκα ...>, αντί "απάγει". <Ο κατηγορούμενος προσαγάγεται στόν Eισαγγελέα>, αντί "προσάγεται".

Επίσης: <Είχε εισάγει> (MEGA), <έχουν παράγει> (ΑΝΤΕΝΑ), αντί "είχε εισαγάγει", "έχουν παραγάγει", αφού ο παρακείμενος σχηματίζεται μέ τό απαρέμ-φατον τού αορίστου καί όχι τού ενεστώτος.

ΑΔΡΙΑΝΟΣ. Αποδίδεται λάθος ως Ανδριανός, Ανδριανόπουλος(από τόν Ανδρέα).

ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΣ. Συχνότατα αποδίδεται καί από μορφωμένους: Ανδριανούπολις, όπως άλλωστε συμβαίνει καί μέ τίς περισσότερες πινακίδες τής ομωνύμου οδού τής Θεσσαλονίκης.

ΑΙΡΩ (Αίρω)
Συγχέεται με τό "αιρώ" καί παλαιότερα έπαιρνε, ως μή ώφειλε, δασεία. Αλλά καί τό ίδιο κακοποιείται καί αντί τού ενεστώτος, χρησιμοποιείται η υποτακτική τού αορίστου άρω. < .. οι οποίοι εξάρουν τήν διοίκησι>, αντί "εξαίρουν". Τό αίρω μαζί μέ τό άγω, είναι δύο ρήματα τής ελληνικής γλώσσης, πού συχνά κακοποιούνται στόν γραπτό καί προφορικό λόγο.

ΑΙΤΙΑΤΙΚΗ ΤΡΙΤΟΚΛΙΤΩΝ. Στά μή φωνηεντόληκτα τίθεται λανθασμένως -ν-. Π.χ. <τήν νύκταν>, <.. καί έσονται οι δύο εις σάρκαν μίαν>, αντί "νύκτα", "σάρκα", τόν <έναν>, αντί "ένα".

ΑΚΑΤΟΝΟΜΑΣΤΟΣ. Συχνό τό λάθος <ακατα-νόμαστος>, όπως καί <παρανομαστής>.

ΑΚΛΙΤΟΙ ΛΕΞΕΙΣ
Μερικές ελληνικές λέξεις, λόγω προφανώς τής μορφολογίας, ή γιατί θεωρούνται ξένες, εκφέρονται ως άκλιτες, κυρίως στήν γενική τού ενικού.

Π.χ. ποιόν, σημειωτόν, πύον, πλαγκτόν, Δίον, εναντίον, όζον, δέλεαρ (στόν πληθυντικό <τά δέλεαρ>, αντί "τά δελέατα" - εν αχρηστία), τό εμβαδόν κτλ.

ΑΛΥΣΙΣ. Φέρεται λανθασμένα μέ δύο -σσ-, ως αλυσσίδα, άλυσσος, αλυσσοδένω. Η άλυσος είναι νέα λέξις, μάλλον αδόκιμος.

ΑΜΕΣΟΣ. Εξ επαγωγής από τό έμμεσος, γράφεται πολλές φορές <άμμεσος>.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Μετοχή παθητικού αορίστου καί δηλοί παρωχημένην πράξιν. Συνεπώς φράσεις, όπως "θα εκδοθή νέο ανακοινωθέν ...", είναι χρονικώς τουλάχιστον άτοπες.

Ορθόν: "νέα ανακοίνωσις", "νέον δελτίον τύπου" κτλ.

ΑΝΑΝΗΦΩ. Κατ' αναλογίαν πρός τό νίπτω, εκφέρεται πολύ συχνά κατ' ενεστώτα: <ανανήπτω>. Πρβλ. ανάλογα λάθη υποθάλπτω, περιθάλπτω.

ΑΝΔΡΙΑΣ (ανδριάς). Συχνά φέρεται ώς <αδριάς>. Αντιθέτως: < Ανδριανούπολις>, αντί "Αδριανούπολις".

ΑΝΕΚΑΘΕΝ. Περιέχει τήν έννοια "από..". Συνεπώς λάθος τό: <από ανέκαθεν>.

Γενικώς τά επιρρήματα εις -θεν εμπεριέχουν τό "από ..", π.χ. άνωθεν, κάτωθεν, έξωθεν ("η έξωθεν καλή μαρτυρία"), παιδιόθεν κτλ.

ΑΝΕΜΩΝΗ. Ονομα Α’ κλίσεως καί οφείλει στήν γενική πληθυντικού νά είναι: "τών ανεμωνών". Λάθος: Ο χορός τών ανεμώνων.

ΑΝΤΕΠΕΞΕΡΧΟΜΑΙ. Γράφεται συνήθως καί λέγεται: <ανταπεξέρχομαι>, από άγνοια τών συντεθειμένων μερών (αντι-επι-εξ-ερχομαι).

ΑΝΤΙΠΑΣ. Ετσι πρέπει νά γράφεται τό όνομα καί όχι <Αντύπας>, ως προερχόμενον από τόν Αντίπατρο. Π.χ. Ηρώδης Αντίπας.

ΑΠΑΓΩΓΗ. Λέγεται: <Διά τής ατόπου απαγωγής>, αντί "διά τής εις άτοπον απαγωγής". Η απαγωγή δέν είναι άτοπος ...

ΑΠΑΘΑΝΑΤΙΖΩ. Λέγεται συνηθέστατα <αποθανα-τίζω>, πού σημαίνει τό αντίθετο από τήν πρόθεσι τού ομιλούντος ή γράφοντος.

ΑΠΑΥΔΑΩ-Ω. Εκφέρεται λάθος στόν παρακείμενο <έχω απηυδήσει>, αντί "έχω απαυδήσει". Ο απαρεμφατικός τύπος (απαυδήσει), μέ τόν οποίον σχηματίζεται περιφραστικώς ο παρακείμενος, δέν παίρνει αύξησι.

ΑΠΕΙΡΟΚΑΛΟΣ
Λέγεται καί γράφεται πολλές φορές μέ τήν έννοια "πολύ ωραίος", ενώ σημαίνει περίπου τό αντίθετο. Ο μή έχων πείραν, γνώσιν τού καλού (=ωραίου), άμουσος, χυδαίος. Τό ίδιο περίπου συμβαίνει καί μέ το "ευάριθμος".

ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΟΜΑΙ. Λάθος: <απαγοητεύομαι>.

ΑΠΟΚΡΕΩΣ. Η Απόκρεως, τής Απόκρεω, αι Απόκρεω, τών Απόκρεων. Λάθος κοινότατο: <τών Απόκρεω>.

ΑΠΟΛΛΥΜΙ Συνήθως αγνοείται ο ενεστώς τού ρήματος καί πολλοί χρόνοι σχηματίζονται κατ' αναλογίαν από τήν παράγωγο λέξι [απώλεια] ή τόν αόριστο [απώλεσα].

Συνήθη είναι τά λάθη: απωλεσθέντων (αντί: απολεσθέντων), θά απωλεσθή (θα απολεσθή), "Μωραίνει Κύριος, όν βούλεται απωλέσαι", (αντί απολέσαι).

ΑΠΟΝΕΜΩ. Τό γ' πληθυντικόν τού αορίστου χρησιμοποιείται συνήθως λανθασμένο: οι στρατιώτες απένειμον (αντί: απένειμαν) τόν οφειλόμενο χαιρετισμό (προφανώς κατ’ αναλογίαν πρός τόν παρατατικό: απένεμον).

ΑΡΙΘΜΗΣΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
Οι ελληνικοί αριθμοί παρίστανται μέ ένα γράμμα κεφαλαίο καί τόνο άνω δεξιά. Π.χ. Β' , Γ' Σ.Σ. καί όχι μέ θαυμαστικό, όπως συνηθίζεται γιά μεγαλύτερη έμφασι, Β! , Γ! Σ.Σ. κτλ. Άλλο λάθος: Γεώργιος Β!, αντί Γεώργιος Β'.

Ο συμβολισμός αυτός δέν μπορεί όμως νά συνεχισθή καί στήν προφορική εκφώνησι. Αποτελεί λοιπόν λάθος αισθητικό καί ουσιαστικό η εκφορά: Γάμμα Σώμα Στρατού (αντί Τρίτο Σ.Σ.), βήτα κατανομή (αντί δευτέρα), Τάξη Σίγμα Ταύ (αντί έκτη), πολίτης βήτα κατηγορίας (αντί: δευτέρας) κτλ.

Σημαντική είναι η παράλειψις τού αρχαίου γράμματος ς’ (στίγμα) πού παρίστανε τόν αριθμό 6. Σήμερα εξωβελίσθη από τήν γραφή καί από τά τυπογραφικά στοιχεία καί αντ’ αυτού καθιερώθηκε τό δισύλλαβο καί βαρβαρικόν ΣΤ', πού παρεμβάλλεται μεταξύ τών μονοσυλλάβων αριθμών τής πρώτης δεκάδος.

Ακόμη καί σέ εγγραφές, όπου πρέπει νά υπομνησθή η γλωσσική παράδοσις, τό ς' (στίγμα) συστηματικώς αγνοείται. Π.χ. σέ περυσινές πινακίδες τού Δήμου Θεσσαλονικέων: ΚCΤ’ ΔΗΜΗΤΡΙΑ.

ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΑ
Οι κλίσεις τών αριθμητικών έχουν ωρισμένες ιδιοτυπίες, πού συνήθως αγνοούνται από τούς πολλούς. Συχνά λάθη: <τής μίας> αντί τής μιάς (τό "μιάς" καί "ουδεμιάς" φαίνονται σέ πολλούς ως τύποι δημοτικής), <τόν έναν> ένα.

Τό "τριακόσια" ακούεται συνηθέστατα <τρακόσα>, άγνωστον γιατί καί πώς.

Στίς ωρολογιακές ώρες καταργούνται οι κλίσεις: <Τό τραίνο τών μία>" ή <Τό τραίνο τών τρείς>", αντί τής μιάς, τών τριών. <Στίς ... μία>, αντί "στήν μία", <οι ειδήσεις τών μία καί μισή> (ΕΤ2).

ΑΡΩΓΗ & ΕΥΔΟΚΙΜΗΣΗ. Δύο λέξεις από θέμα εκθέσεως στίς Γενικές Εξετάσεις τού 1985. Δέν έχουν σχέσι μέ τήν ορθογραφία, αλλά απέδειξαν τήν γλωσσική γύμνια τών Ελληνοπαίδων, γιατί απεδείχθη ότι τίς αγνοούσε τό πλείστον τών υποψηφίων.

ΑΤΑΒΙΣΜΟΣ. Καί ορθότερον "αταυισμός", από το λατ. atavus=πρόγονος. Αγνωστον γιατί γράφεται από πολλούς ατταβισμός.

ΑΥΞΗΣΙΣ ΣΥΛΛΑΒΙΚΗ.
Πολλές φορές διατηρείται καί σέ χρόνους ή τύπους μή ιστορικούς, π.χ. εχουν περισυνελέξει, θά περισυνελέξουν, (αντί: έχουν περισυλλέξει, θά περισυλλέξουν). Η αύξησις μάλιστα διατηρείται κάποτε καί σέ ωρισμένα ρηματικά παράγωγα. Π.χ. "γιά τήν περισυνέλεξη ναυαγών" (ΣΚΑΥ), αντί περισυλλογή.

Επίσης "επανεξελέγεται πρόεδρος τής Κροατίας ο Φράνιο Τούτζμαν"(ΑΝΤΕΝΝΑ).

Εξεσφενδονίζεται ... (τό "εκσφενδονίζομαι" παρου-σιάζει κάποιες δυσκολίες προφοράς). Εξ άλλου η προστακτική τού αορίστου παρέχει έδαφος γιά λάθη

τού τύπου: <εξέφρασε, περιέγραψε, υπέγραψε, αντέδρασε> κτλ, αντί "έκφρασε, περίγραψε, υπόγραψε, αντίδρασε".

Κλασσικό είναι τό λάθος <Επέστρεφε-προστακτική>, από τίτλο ποιήματος τού Κων. Καβάφη, πού έγραψε ιστορία στούς νεοελληνικούς σολοικισμούς (εξ αυτού καί ομώνυμο αθηναικό κέντρο διασκεδάσεως).

ΑΥΞΗΣΙΣ ΧΡΟΝΙΚΗ
Οπως προκειμένου περί τής συλλαβικής αυξήσεως καί η χρονική από άγνοια τίθεται εκεί πού δέν χρειάζεται. Π.χ. <έχω απηυδήσει>, αντί "απαυδήσει" κτλ. ή οι προστακτικές αορίστου: <εξήτασε, ενήργησε, παρήγγειλε>, αντί "εξέτασε, ενέργησε, παράγγειλε".

Πάντως κατά τήν γραμματική τής Δημοτικής, αύξησις χρονική δέν υφίσταται, πλήν τών ρημάτων "είχα, ήρθα, ήμουν". Ομώς τί γίνεται, προκειμένου περί τού "υπάρχω"; Θά πούμε <ύπαρχα, ύπαρξα>, αντί τών δοκίμων τύπων "υπήρχα", "υπήρξα";

ΑΥΤΟΣ ΚΑΘ' ΕΑΥΤΟΝ
Αυτή καθ' εαυτήν, αυτοί καθ' εαυτούς, αυταί καθ' εαυτάς, αυτών καθ' εαυτούς, αυτού καθ' εαυτόν κτλ. Αυτή είναι η ορθή σύνταξις τής επιμάχου αυτής εκφράσεως, πού κακοποιείται τόσο βάναυσα ακόμη καί από τούς λεγομένους μορφωμένους. Τά αυτός καθ' εαυτός, αυτής καθ' εαυτής, αυτού καθ' εαυτού κτλ. είναι όλα σολοικισμοί. Η πρόθεσις "κατά" συντάσσεται μόνον μέ γενική καί αιτιατική καί ποτέ μέ ονομαστική.

ΒΑΡΥΜΠΟΠΗ. Τοπωνύμιον τής Αττικής. Λάθος: Βαρυμπόμπη, Βαρυπόμπη.

ΒΡΟΧΟΣ. Η θηλειά. Συγχέεται μέ τόν βρόγχο (=αναπνευστικός σωλήν), κυρίως στά κομπιουτερικά κείμενα, όταν θέλουν νά αποδώσουν τήν έννοια τού Loop. Π.χ. "τού έβαλε βρόγχο", αντί βρόχο.

ΓΕΘΣΗΜΑΝΗ. Γράφεται καί λέγεται Γεσθημανή.

ΓΕΝΙΚΑΙ ΑΚΛΙΤΟΙ
<Τού Δίον, τής Χριστίνα Ωνάση>(MEGA). <Μέχρι τής αποδείξεως τού ... εναντίον>(ελέχθη σέ ελληνική ταινία). Ακλιτες επίσης θεωρούνται πολλές φορές λέξεις όπως, ποιόν, πύον, σημειωτόν κτλ. <Τού βήματος ... σημειωτόν!>. Τό ίδιο ισχύει καί μέ τό εμβαδόν, πλαγκτόν, <Υπαρξη ... πλαγκτόν>(Κ29).

ΓΕΝΙΚΗ ΕΝΙΚΟΥ
Πολλοί λόγιοι τύποι τής γενικής ενικού έχουν εξοβελισθή βιαίως από τήν καθιερωμένη γραμματική τής Δημοτικής, σέ βαθμό παντως μικρότερο από τήν γενική τού πληθυντικού. Π.χ. επίθετα όπως ο βαθύς, ο πολύς κ.α. δέν έχουν γενική ενικού. Φαίνεται πως τύποι όπως τού πολλού, τού βαθέος κ.α. πέφτουν "βαρείς" (ή βαριοί ...) στήν σύγχρονη γλώσσα.

Πρόβλημα δημιουργούν στήν γενική οι δημοτικοποιηθέντες τύποι θηλυκών ονομάτων τής τρίτης κλίσεως. <Τής εισαγγελέας, τής συγγραφέας, τής διεθνής> κτλ.

ΓΕΝΙΚΗ ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΥ
Τό ασθενές σημείον τής Δημοτικής. Ο Κριαράς μάλιστα εδογμάτισε ότι οι λόγιοι τύποι (π.χ. πασών, παχειών κτλ) δέν θά πρέπει νά εκφέρωνται στήν γενική τού πληθυντικού, αλλά κατ' άλλον τρόπον περιφραστικώς. Ισως τό δόγμα Κριαρά είναι λιγώτερο κακό από τήν ίδια τήν χρήσι κακοποιημένων τύπων, όπως <τών παχέων .. αγελάδων> καί μάλιστα πολλές φορές από γραφίδα "μορφωμένων" ανθρώπων. Επίσης: <τών κατακόμβων (ΕΤ2), τών ανεμώνων, τών Αρχάνων (MEGA)>, αντί "κατακομβών, ανεμωνών, Αρχανών".

Αλλα δείγματα, διά στόματος διαφόρων πολιτειακών παραγόντων: <Υπαρχόντων δομών> ή τό πρόσφατο: <πληγέντων περιοχών>, αντί "υπαρχουσών, πληγεισών".

ΓΙΓΝΟΜΑΙ
Συγχέεται μέ τό γεννώμαι, ιδίως στήν προστακτική τού παθ. αορίστου.

Σύνηθες τό λάθος: <Γεννηθήτω τό θέλημά σου>, <Γεννηθήτω Δημοκρατία> (βιβλίο τού Γ. Καψή), αντί τού ορθού: "Γενηθήτω τό θέλημά σου".

Αλλο λοιπόν "γέννησις" καί άλλο "γένεσις", ενώ τό συχνά γραφόμενο <γέννεση>, είναι ανύπαρκτο.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ. Τό θηλυκό κακοποιείται, η γραμματέας τής γραμματέας κτλ.

ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ. Πολλές φορές ακούονται ως <δεπτερόλεπτα>, μέ τήν πρόθεσι μιάς "αποκατα-στάσεως" στό ορθόν καί πιό "ευπρεπές" (συνήθως απο εκφωνητάς αγώνων καλαθοσφαίρας). Οψιμος λογιωτατισμός καί μάλιστα σέ εποχή πλήρους κυριαρχίας τής Δημοτικής. Πιό σπάνιο είναι τό <νάπτης>, ως δήθεν τό ορθόν τού ναύτης.

ΔΗΜΟΣ
Είναι η συνέλευσις τού λαού, τό σύνολον τού λαού (π.χ. η Εκκλησία τού Δήμού τών αρχαίων Αθηναίων), κατ’ αντιδιαστολήν πρός τήν Βουλήν. Οφείλει λοιπόν νά λέγεται Δήμος Θεσσαλονικέων καί όχι Δήμος Θεσσαλονίκης κτλ. Ειδικώς γιά τήν περίπτωσι τών Αθηνών τό λεγόμενον συνηθέστατα Δήμος τής Αθήνας, αντί Δήμος Αθηναίων, αποτελεί όχι απλώς σολοικισμόν αλλά καί ασέβεια πρός τόν πρώτον καί ενδοξότερον δήμον τής ιστορίας.

ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ. Η λέξις κακοποιείται στόν γραπτό καί κυρίως στόν προφορικό λόγο, ως <δικτακτορία>.

ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ ΣΥΜΦΩΝΩΝ
Ψέμματα (αντί: ψέματα), κλάμματα (κλάματα), λύμματα (αντί λύματα), Βλάσσης, αντί Βλάσης, Ελισσάβετ, αντί Ελισάβετ, Εριννύες, αντί Ερινύες. Αένναος (αέναος), άλυσσίδα, άλυσσος (άλυσις), μασσώ (μασώ), Κνωσσός (Κνωσός), έλλειπε (αντί: έλειπε - ο διπλασιασμός υπάρχει μόνον στά ρήματα από -ρ-, π.χ. έρριπτε).

Ο διπλασιασμός αυτός, εκτός τών λόγων αγνοίας, γίνεται μέ τήν πρόθεσι τής εμφάσεως ή τής ενισχύσεως τού νοήματος τής λέξεως, όπως π.χ. ο λεγόμενος "εκφραστικός διπλασιασμός" συμφώνου στήν περίπτωσι τής λέξεως βορέας-βορράς.

ΔΟΞΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ
Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι ή Δόξα σοι, ο Θεός ημών. Αίνος απευθυνόμενος πρός τόν Θεόν, χρησιμοποιείται όμως κακώς όταν τό πρόσωπο πρός ό απευθύνεται, είναι συνάνθρωπός μας. Τότε έδει νά χρησιμοποιήται τό "Δόξα τώ Θεώ".

ΔΟΤΙΚΗ.
Η δοτική πτώσις εκτός τής σημασίας της, από τήν άποψι τής συντάξεως, προσέδιδε επί πλέον καί ποικιλία στήν γλώσσα.

Στήν Δημοτική αποδίδεται περιφραστικώς. Πολλοί όμως λόγιοι τύποι, εν χρήσει ακόμη, δέν ήταν δυνατόν νά απαλειφθούν. Γιά νά αποδυναμωθή η λογία προέλευσις τών τύπων αυτών, έχει επικρατήσει νά γράφωνται ως μία λέξις: τωόντι, εντωμεταξύ, εντούτοις, εντέλει. Χειρότερα όμως είναι φαινόμενα τού τύπου: <εν πτήση, βάση προγράμματος, λόγο τιμής, υπόψη, καλή τή πίστη, εν δράση> κτλ.

Ενώ μέ τήν κατάργησι τής υποτακτικής, είχαμε εξαφάνισι από τίς καταλήξεις τού -η- καί τήν αντικατάστασι από τό -ει-, στήν περίπτωσι τής μεταφοράς λογίων τύπων τής δοτικής στήν Δημοτική, έχομε αντίστροφο φαινόμενο.
ΜΕΡΟΣ Β'
ΔΥΟ ΑΥΞΗΣΕΙΣ
Απεκατεστάθη, αντί αποκατεστάθη. Εν τούτοις τό αμφισβητώ λαμβάνει κανονικώς εσωτερική καί εξωτερική αύξησι καί αναδιπλασιασμό, π.χ. ημφεσβήτουν.
ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ
Ετσι πρέπει νά φέρεται η ιστορική αυτή οδός καί όχι Οδός Εγνατίας ή Οδός Εγνατία (καί γιά τούς βαρβαρίζοντες Εγναντία). Λάθος είναι π.χ. τό Εγνατίας 406. Ορθόν είναι: Εγνατία Οδός 406 ή έστω Εγνατία 406, κατά τό Ιερά Οδός. Η γενική δικαιολογείται στόν άλλο τύπο οδοσημάνσεως π.χ. Οδός Κανάρη 10 ή Κανάρη 10 κτλ
ΕΓΧΕΙΡΩ (εγχειρέω)
Κάνω εγχείρησι. Συγχέεται μέ τό εγχειρίζω=δίνω στό χέρι. Ετσι γράφεται καί λέγεται: εγχειρισμένος, εγχειρισθείς, θά εγχειρισθή, εγχείριση, αντί τών ορθών: εγχειρημένος, εγχειρηθείς, θά εγχειρηθή, εγχείρησις κτλ.
ΕΔΩΔΙΜΑ
Στά παλαιά παντοπωλεία ανεγράφετο "Εδώδιμα & Αποικιακά" κάτω από τόν τίτλο. Εξ αιτίας αυτού καί τής παρηχήσεως τού "εδω-", η λέξις λέγεται μέ τήν έννοια τού εντοπίου, ενώ στήν πραγματικότητα σημαίνει "βρώσιμος" (από τό εδωδή=τροφή). Τά παραδοσιακά παντοπωλεία δέν υπάρχουν πλέον, θύματα τών Super Markets, όσα όμως κατώρθωσαν νά επιβιώσουν, πρέπει νά αποκαταστήσουν τόν υπότιτλο εις τό ορθόν: "Εντόπια & Αποικιακά".
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Λεκτικώς "φορούνται" πολύ τώρα τελευταία, θά έλεγε κανείς σέ επιδημικό βαθμό. Παλαιότερα υπήρχε η διατύπωσις "ο λεγόμενος ...", μέ ειρωνική σημασία, τώρα όμως λέμε "ο αδικημένος σέ εισαγωγικά ..." κτλ. Πολλοί κάνουν σύγχυσι μεταξύ εισαγωγικών καί παρενθέσεως καί έχομε τά φαινόμενα τού τύπου "ο φίλος εντός ... παρενθέσεως" (εκφωνητής τού ΑΝΤΕΝΝΑ).
ΕΚ ΤΩΝ ΕΝΟΝΤΩΝ. Γιά αγνώστους λόγους, εγράφετο μέ δασεία (τήν εποχή τού πολυτονικού), ενώ είναι μετοχή τού ρήματος ειμί - ένειμι.
ΕΚΩΝ-ΑΚΩΝ. Εκών-άκων. Ο τονισμός τού πρώτου παρασύρει πολλές φορές καί τό δεύτερο. < Εκόντες, ακόντες>. Ανάλογο φαινόμενο παρασύρσεως υπάρχει καί στό έμμεσος-άμεσος, οπότε προκύπτει τό λάθος έμμεσος-άμμεσος.
ΕΛΑΣΣΩΝ. Ο,η ελάσσων, τό έλασσον. Πολλοί λέγουν <τό ελάσσον>.
ΕΛΚΗΘΡΟ. Λάθος <τό έλκυθρο> (προφανώς κατ' αναλογίαν μέ τόν ελκυστήρα).
ΕΜΒΑΔΟΝ. Πολλές φορές χρησιμοποιείται ως άκλιτο, π.χ. τού εμβαδόν.
ΕΝΑΝΤΙΟΣ
Εναντίος, εναντία, εναντίον. Λάθος <ο ενάντιος>. Από μερικούς τό ουδέτερο εναντίον, λογίζεται ως άκλιτο ή επίρρημα, εξ ού καί ο σολοικισμός:" Μέχρις
αποδείξεως τού ... εναντίον!" (ελέχθη σέ παλιά ελληνική ταινία).

ΕΝΔΟΝ. Επίρρημα τοπικό, πού κάποιοι τό έκαναν όνομα: εκ τών ... ένδων.
ΕΝΣΚΗΠΤΩ. Από σύγχυσι μέ τό κύπτω, γράφεται: ενσκύπτω.
ΕΞ ΑΠΑΛΩΝ ΟΝΥΧΩΝ. Ελέχθη από δημοσιογράφο, σέ κατάθεσι στό Ειδικό Δικαστήριο, μέ τήν έννοια "διακριτικά, μέ τρόπο ...", ενώ η πραγματική σημασία τής εκφράσεως είναι τελείως διάφορη: "από παλιά, από τά παιδικά χρόνια, όταν τά νύχια ήταν απαλά, τρυφερά".
ΕΠΙΣΚΕΠΤΟΜΑΙ. Οι τύποι επισκεφθή, επισκεφθούν, από σύγχυσι μέ τό επισκευάζομαι, γράφονται πολλές φορές <επισκευθή, επισκευθούν> κτλ.
ΕΠΙΣΤΑΜΑΙ. Από τήν χρήσι τού επιρρήματος "επισταμένως" (κακώς κατά Γ. Ζηκίδην), επεκράτησε νά λέγεται καί γράφεται <επισταμένες έρευνες, επι-
σταμένος έλεγχος κτλ.>, αντί επιστάμενες, επιστάμενος.

ΕΠΩΝΥΜΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ. Εκφέρονται κατά γενικήν κτητικήν τού αντιστοίχου ανδρικού. Π.χ. Ελένη Γαληνού, από τό αρχικόν: Ελένη, σύζυγος (ή κόρη) Δημ. Γαληνού (ονομαστική: ο Γαληνός). Συνεπώς τό συχνά λεγόμενον: <τής κυρίας Βουγιουκλάκης> κτλ, αποτελεί λάθος (δύο γενικές).
ΕΡΩΜΑΙ (Εράομαι-ερώμαι).|Συνήθης η μετοχή ερωμένη, από τήν οποίαν προήλθεν κακώς καί επεβλήθη παντού ο αρσενικός τύπος <ερωμένος>, αντί τού ορθού: "ερώμενος".
ΕΣΟΜΑΙ
Μέλλων τού ειμί. Τί γ' ενικόν πρόσωπον σχηματίζεται ανωμάλως: "έσται", κάτι που αγνοείται από τήν πλειοψηφία τών Νεοελλήνων. Π.χ. <Εσεται ήμαρ> (Πρόεδρος τής Βουλής), αντί "έσται". "Καί έσται τά ελέη τού μεγάλου Θεού ...", "ού τής βασιλείας ουκ έσται τέλος" κτλ.

ΕΥΑΡΙΘΜΟΣ
Λέγεται, κακώς, μέ τήν έννοια τού πολυπληθούς, ενώ σημαίνει ακριβώς τό αντίθετον: ολιγάριθμος. Π.χ. "Μετέβη στό Αίγιον γιά τούς σεισμούς <ευάριθμο> κυβερνητικό κλιμάκιο ..." (άν ήταν πραγματικά "ευάριθμο", ούτε κάν θά ανεφέρετο ...).

ΕΧΩ
Υπάρχει δυσκολία καί άγνοια στήν έκφρασι τού αορίστου καί τού στιγμιαίου μέλλοντος. Λέγεται: θά απέχη, παρέχη, εκεί πού έπρεπε νά λεχθή: θά απόσχη
θά παράσχη, άν καί γιά τό τελευταίο λέγεται τό εξ ίσου λάθος: θά παρέξη.
Αλλο λάθος είναι: θά συμμεθέξη, αντί τού ορθού: συμμετάσχη.
Απεναντίας η υποτακτική: κατάσχω, κατήντησε ρήμα κατ' ενεστώτα, μέ άλλη πλήν παραπλήσια σημασία.

ΖΑΠΛΟΥΤΟΣ (από τό διάπλουτος)
Σύνηθες τό λάθος <ζάμπλουτος>, προφανώς κατ'αναλογίαν μέ τό "πάμπλουτος".

ΗΚΩ. "Ηξεις, αφήξεις". Μέλλοντες τού ήκω καί τού αφήκω (απο-ήκω). Γράφεται συνήθως λάθος: ήξεις, <αφίξεις> (από τό αφικνούμαι).
ΘΑΛΠΩ. Εν συνθέσει κακοποιείται συχνά, ως υποθάλπτω, περιθάλπτω.
ΙΔΙΑΖΩΝ, ΙΔΙΑΖΟΝΤΩΣ (ιδιάζων, ιδιαζόντως)
Από λάνθασμένο συσχετισμό μέ τό ρήμα ζώ, έχει γραφή σέ εφημερίδα <ιδιαζώντος>.

ΙΚΕΤΙΔΕΣ.Αι Ικέτιδες, τραγωδία τού Ευριπίδου. Στήν Δημοτική, σέ μεγάλες επιγραφές έξωθι τού ΚΘΒΕ, απεδόθη ως <Ικέτισσες>, κάτι πού αλλοιώνει τήν ταυτότητα τού κλασσικού έργου.
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ. Ξένη λέξις, δυσκολοπρόφερτη στά ελληνικά. Συνήθως προφέρεται ιστιντούτο, ιστιτούτο κτλ.
ΙΧΘΥΣ. Η ονομαστική τού πληθυντικού αποδίδεται σχεδόν πάντοτε <ιχθείς>, αντί τού ορθού "ιχθύες". Τόπος τού εγκλήματος συνήθως οι σελίδες τών ωρο-
σκοπίων τών εφημερίδων καί περιοδικών.

ΚΑΘΗΜΑΓΜΕΝΟΣ. Παθ. παρακείμενος τού ρ. καθαιμάσσω (καταματώνω, βάφω τι δι' αίματος). Πολλές φορές από άγνοια τής προελεύσεως τής λέξεως, χρησιμοποιείται μέ διάφορες άσχετες σημασίες, όπως π.χ. "Η Αθήνα καθημαγμένη από τό νέφος καί τό κυκλοφοριακό" (εφημερίς).
ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ. Αυτή είναι η ορθή αναγραφή καί όχι τό νεοελληνικό <καινούριος>, δεδομένου ότι η λέξις προέρχεται από τό καινουργής. <Καινούρια Εποχή> ήταν τίτλος περιοδικού τέχνης τής δεκαετίας τού '50.
ΚΑΚΟΣ. Παραθετικά: κακός, κακίων, κάκιστος καί σάν επίρρημα: κακώς, κάκιον, κάκιστα. Καί όχι <κακώς, κακίον, κάκιστα>, όπως ελέχθη σέ παλιά ελληνική κωμωδία (από τόν Β. Αυλωνίτη).
ΚΑΤΑΧΩΡΙΖΩ.Καταχωρισμένος καί όχι: <καταχωρώ, καταχωρημένος>.
ΚΗΦΙΣΙΑ. Η Κηφισιά, τής Κηφισιάς, εις τήν αρχαίαν καί τήν νέαν ελληνικήν. Συνεπώς τό λέγειν <Λεωφόρος Κηφισίας>, μέ πρόθεσι τόν αρχαϊσμό ή τήν επιση-μότητα, είναι σολοικισμός. Πρβλ. η ροδωνιά.
ΚΙΡΡΩΣΙΣ. Από λάθος συγχέεται μέ τήν κύρωσι.
ΚΛΗΤΙΚΗ ΔΕΥΤΕΡΟΚΛΙΤΩΝ ΘΗΛΥΚΩΝ: Η κατάληξις τής κλητικής αρσενικών καί θηλυκών είναι -ε. Πλείστοι όμως από άγνοια καί συνήθεια επιμένουν νά προσφωνούν : <κυρία πρόεδρος, κυρία υπουργός> κτλ. Τά ορθά: "κυρία πρόεδρε, κυρία υπουργέ", όπως άλλωστε καί τά γνωστά: Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε, άσπιλε αμόλυντε άχραντε Θεοτόκε, άμπελε, αειπάρθενε.
ΚΟΙΝΟΤΟΠΟΣ.Κοινότοπος, κοινοτοπία. Λάθος τά <κοινότυπος, κοινοτυπία>.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ. Είναι η προσευχή τού Κυρίου καί όχι φυσικά τής Κυριακής, όπως λάθος ενόμισε ο Αλκης Στέας σ' ένα τηλεοπτικό παιγνίδι καί τήν απεκάλεσε ... "Κυριακάτικη Προσευχή!"
ΛΕΙΠΩ.Τό κυριώτερο λάθος σ'αυτό τό ρήμα είναι ο παρατατικός: <έλλειπα>.
Τό λάθος γίνεται προφανώς κατ' αναλογίαν πρός τούς ιστορικούς χρόνους ρημάτων από -ρ-. Π.χ Ρίπτω, έρριπτον, έρριξα κτλ. Πιθανόν όμως νά οφείλεται σέ σύγχυσι μέ τό σύνθετο ρήμα ελλείπω (εν-λείπω), πού όμως στόν παρατατικό είναι ενέλειπον, ενέλειπα - πάντως εν αχρηστία.

ΛΟΓΙΟΙ ΤΥΠΟΙ
Η προσπάθεια προσαρμογής λογίων τύπων στήν Δημοτική, δημιουργεί συνηθέστατα κωμικοτραγικές καταστάσεις. Π.χ. "λόγο τιμής", "εν πτήση", "υπόψη",
"φύση επιθετική ομάδα", "είναι γνωστόν τοίς πάσης ...", "καλή τή πίστη", "πολιτικός εν δράση", "βάση τού άρθρου" (εφημ.). Υπάρχει όμως καί τό άλλο φαινόμενο τής "δοτικοποιήσεως" μέ ταυτόχρονη αλλαγή κλίσεως, π.χ. "εν πάσει περιπτώσει", "πάσει θυσία" κτλ.
Επίσης υπάρχουν ερμαφρόδιτες περιπτώσεις, όπως: <όσο αφορά> κτλ.
Αλλες πάλι προσπάθειες γίνονται γιά τήν αποδυνάμωσι τών λογίων τύπων, πού φαίνεται δέν τούς αντέχει η Δημοτική ωρισμένων. Π.χ. εντωμεταξύ, τωόντι, εντούτοις, εντέλει, καταρχάς, εξαρχής, επικεφαλής, εξαιτίας κτλ.
Αυτοί οι επιεικώς βαρβαρισμοί αποβλέπουν προφανώς στό νά αποχρωματίσουν τίς λόγιες εκφράσεις, μεταβάλλοντες αυτές σέ επιρρήματα, ώστε νά λησμονηθή η αφετηρία τους.
ΛΟΓΙΩΤΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΚΕΚΤΥΠΟΣ
Ωρισμένες λέξεις μέ τίς διφθόγγους -αυ-, -ευ-, θεωρούνται από επιδόξους αττικιστάς ως αδόκιμες ή "λαϊκές" καί συνεπώς πρέπει νά "αποκατασταθούν".
Π.χ. <νάπτης> (ίσως από τό κανδηλανάπτης), αντί "ναύτης", < δεπτερόλεπτα>, αντί δευτερόλεπτα κτλ.
Η πρώτη ακούεται πιό σπάνια, ενώ η δεύτερη πολύ συχνά, ιδίως σέ περιγραφές αθλητικών συναντήσεων.
Λέγεται Λεωφόρος Κηφισίας, μέ πρόθεσι αρχαιοπρεπείας καί ορθοφωνίας, ενώ τό ορθόν καί στήν αρχαία εκφορά είναι: Κηφισιά, Κηφισιάς.
Ακόμη: <πρωτίστως>, αντί "πρώτιστα" κτλ.
ΜΑΣΣΑΛΙΩΤΙΣ. <Μασσαλιώτισσα>, όταν η Δημοτική φθάνει στά άκρα. Ανάλογο παράδειγμα: Αι Ικέτιδες καί αι Τρωάδες τού Ευριπίδου, έγιναν <οι Ικέτισσες καί Τρωαδίτισσες>.
ΜΑΣΤΙΞ. Σύνηθες λάθος : <Η μάστιγξ ... τού Θεού>.
ΜΕΓΑΛΕΠΗΒΟΛΟΣ. Λάθος: μεγαλεπίβολος.
ΜΕΓΕΘΥΝΣΙΣ Πολλοί γιά λόγους ψευδούς ευφωνίας, λέγουν-γράφουν: μεγένθυση, μεγενθύνω.
ΜΕΛΕΙ. Ρήμα απρόσωπον, που δηλοί φροντίδα καί μέριμνα καί ουδεμίαν σχέσιν έχον μέ τό ρ. μέλλω (= έχω σκοπόν, προτίθεμαι). Εν τούτοις συχνή είναι η σύγχυσις τών δύο. Π.χ. <Η κυρία δέν μέ μέλλει> (θεατρικό έργο).
ΜΕΝΕΤΟΣ. Μόνον στήν έκφρασι "οι καιροί ου μενετοί". Λάθος τό <μαινετοί>.
ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΣ. Ο συγκριτικός τού επιρρήματος δέν είναι μεταγενεστέρως, αλλά μεταγενέστερον. Π.χ. καλώς, κάλλιον, κάλλιστα. Πρβλ. τό λάθος: <πρω-τίστως>, αντί: "πρώτιστα".
ΜΕΤΟΧΑΙ ΘΗΛΥΚΩΝ
Γιά τήν δημοτική, οι μετοχές θηλυκού γένους θεωρούνται "πολύ λόγιες" καί δέν μπόρεσαν νά ενσωματωθούν χωρίς απώλειες. Ιδιαίτερα "ευπαθής" είναι η γενική τού πληθυντικού, αλλά καί οι άλλες πτώσεις. Π.χ. <Οι εναπομείναντες .. Σοβ. Δημοκρατίες> (MEGA). <Τών υπαρχόντων ... περιπτώσεων> (Υπουργός στήν Βουλή), <λειτουργούντων θεραπευτικων κοινοτήτων> (υπουργός), <δευτερεύοντος σημασίας> (ραδιόφωνο).
ΜΕΤΟΧΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ
Η ενεργητική μετοχή έχει τεθή εκποδών καί έχει αντικατασταθή από τόν γερουνδιακό (κατά Γ. Χατζηδάκι) τύπο εις -όντας, -ώντας.
Η αδυναμία αυτή τής Δημοτικής εν συνδυασμώ μέ τήν αναγκαστική παρουσία ωρισμένων λογίων καταλοίπων, δημιουργεί τραγελαφικά αποτελέσματα, όπως: τού αιτούντα (αφού ο αιτών δέν υπάρχει, ποιά είναι η ονομαστική, ο αιτούντας ή ο αιτώντας;), ο αναβληθέντας αγώνας.
ΜΗΝΕΣ. Λάθη τού προφορικού κυρίως λόγου: <Σεμπτέμβριος, Οκτώμβριος>, αντί "Σεπτέμβριος, Οκτώβριος".
ΜΙΑ. Γενική τής μιάς (καί ουδεμιάς) καί όχι τής μίας (ουδεμίας).
ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ. Αμίμητος σολοικισμός (πού ομοιάζει μέ ανέκδοτο) από Ελληνα βουλευτή: "Καί όπως λένε οι Γάλλοι: Μολών Λαβέ ...!"
ΜΥΣ. Παλαιότερα ελέγετο λάθος οι μύς. Τώρα τό λάθος αποκατεστάθη, αλλά τό ορθόν επεκτείνεται, ως μή ώφειλε, καί στήν αιτιατική: τούς μύες.
ΞΕΝΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΜΕ -V-
Το λατινικό ή λατινογενές -V- αποδίδεται στήν νεοελληνικήν κακώς μέ τό -Β- ή -β-, ενώ τά γράμματα αυτά αποδίδουν ως γνωστόν παλαιόθεν τό λατινικό -B- καί -b-. Π.χ. Βέλγιον, Βρεταννία, Βαυαρία, Βραζιλία, Βρούτος κτλ.
Οι αρχαίοι καί οι πρώιμοι Βυζαντινοί απέδιδαν τίς ξένες λέξεις μέ -V-, μέ τό -ου-, -υ- ή κάποτε παρέλειπαν τελείως τό γράμμα, όπως στίς περιπτώσεις Ενετία, Νοέμβριος, Οδόακρος, Γένουα (Venetia, Novembrius, Odovacar, Genova). Ετσι έχομε παραδείγματα από ρωμαικά ονόματα, Ουάλης (Valens), Ουαλέριος (Valerius), Αυρήλιος (Aurelius), Ουήρος (Verus), Ουάρρων (Varro), Ουάνδαλος, Ουανδαλικός, Ουεργίλιος, Ουισίγοτθοι κτλ. Τά Βάνδαλοι, Βιργίλιος, Βησιγότθοι είναι μεταγενέστερα, όταν πλέον τό βήτα είχε μεταπέσει από τού αρχικού -b- σέ -v-. Γραπτέα λοιπόν : ευαπορέ (όχι εβαπορέ), Εύανς, Ευίτα (όχι Εβίτα), Χαυιέ (Xavier), Αταυισμός, Δαυός (Davos), ρευάνς (revanche), Νευάδα, Ευερεστ, Αυαροι (Avars), Λαυάλ (Laval), Πουκευίλ, Μοραυία, Ζένδ Αυέστα, αυοκάδο, Ραυέννα Ravenna), Παυία, Ναυάρα, Σαυοναρόλα, Σλαύοι, Τραυιάτα, Τρεύι.
Από τά λίγα ονόματα πού έχουν διασωθή, είναι η Γενεύη, η Βαυαρία κτλ (αν καί οι ψυχαρικοί επιμένουν στό: Βαβαρία!).
ΜΕΡΟΣ Γ'
ΟΜΟΣΠΟΝΔΟΣ, ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟΣ. Λέξεις μέ διάφορον σημασίαν, πού όμως χρησιμοποιούνται πολλές φορές αδιακρίτως - κυρίως η πρώτη. Ο "ομοσπονδιακός" αναφέρεται στήν ομοσπονδία εν συνόλω, ενώ ο "ομόσπονδος" στά επί μέρους συνιστώντα κράτη. Λέγομε: η Ομοσπονδιακή Γερμανία, αλλά τό ομόσπονδο κρατίδιον τής Βάδης-Βυρτεμβέργης. Λάθος τό λεγόμενον ότι "η (τέως) Γιουγκοσλαυία ήταν ομόσπονδο κράτος".
ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΕΙΣ -ΟΥΣ, -ΟΥΝ
Συνήθως αγνοείται η κλίσις τους καί από πολλούς μεταχειρίζονται ως άκλιτα. Π.χ. Ακτή Ελεφαντοστούν, αντί Ελεφαντοστού, τού άλματος τριπλούν, αντί τριπλού κτλ. Παράβαλε: τών Απόκρεω (αντί τών
Απόκρεων, αλλά τής Απόκρεω).
ΟΡΚΩΜΟΣΙΑ. Γράφεται πολλές φορές ορκομωσία, όπως επίσης καί συνομωσία.
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ Οσον αφορά εις .. Λάθος τό: "όσον αφορά τήν ..". Τραγική όμως η ακουστική παρανόησις "ως αναφορά ....". Επίσης τό "όσο αφορά" τής Δημοτικής.
ΟΥΔΕΜΙΑ. Γενική τής ουδεμιάς καί όχι τής "ουδεμίας". Επίσης τής μιάς.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. Η κατάργησις τής υποτακτικής εγκλίσεως καί η αντικατάστασις τού -η- μέ τό -ει-, επεξετάθη ατόπως καί στόν παθητικό αόριστο τής οριστικής. Π.χ. "συνέβει, εξελέγει, προέβει κτλ.", αντί "συνέβη", "εξελέγη", "προέβη", ή έστω "συνέβηκε, εκλέγηκε" κτλ.
ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ. Συχνό τό λάθος: "πρωτίστως", μέ προθέσεις αττικισμού, αντί τού ορθού "πρώτιστα", όπως "άριστα", "μέγιστα" καί όχι "αρίστως, μεγίστως" κτλ. Επίσης αντί τού "μεταγενεστέρως", ορθόν είναι τό: "μεταγενέστερον". "Τό ελάσσον", αντί: "έλασσον".
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Ο παρακείμενος τής νεοελληνικής σχηματίζεται μέ τό έχω καί τό απαρέμφατον ιστορικού χρόνου τού ρήματος χωρίς τό -ν-. Π.χ. έχω λύσει. Λάθη είναι π.χ. έχω εισάγει (όχι απαρέμφ. ενεστώτος), αντί έχω εισαγάγει, έχω απηυδήσει, αντί έχω απαυδήσει(τό απαρέμφατον δέν παίρνει αύξησι). Σύνηθες λάθος τής εποχής τής καθαρευούσης ήταν τά: έχω βρή, ιδή, ειπή κτλ. Οι ούτω γράφοντες ενόμιζαν ότι επρόκειτο γιά παθητικό τύπο, ενώ ήταν απλώς απαρέμφατον αορίστου β'. Ορθόν έχω βρεί (ευρεί-ευρείν), ιδεί (ιδείν), ειπεί (ειπεί) κτλ. Τώρα βέβαια μέ τήν αποπομπή τού -η- καί τήν αντικατάστασί του μέ τό -ει- ακόμη καί στούς παθητικούς τύπους, τό πράγμα έχει απλοποιηθή καί οι τύποι έχουν εξομοιωθή.
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ ΜΕΣΗΣ ΦΩΝΗΣ
Ελυόμην-ελύου-ελύετο-ελυόμεθα-ελύεσθε-ελύοντο. "Ευπαθή" τά β' πρόσωπα καί τών δύο αριθμών. Π.χ. ήσθο (από τό είμαι), αντί ήσθε (ή ήτε). Επίσης: ευρίσκεσθο (ευρίσκεσθε), εδέχεσθο (εδέχεσθε) κτλ.
Οι τύποι ρημάτων μέ τήν κατάληξι -σθο, συχνά εκφερόμενοι ακόμη καί εντός τής Βουλής, είναι ανύπαρκτοι καί προφανώς προϊόν αγνοίας.
ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ. Γράφεται: "παρεπιπτόντως", από λανθασμένη αναγνώρισι τού επιρρήματος: παρά-εν-πίπτω.
ΠΑΡΩΝ. Ως απάντησις σέ κάποιο προσκλητήριο, γράφεται: "έδωσαν τό παρόν", ενώ θά έπρεπε νά γράφεται: Εδωσαν τό "παρών" καί μάλιστα μέ εισαγωγικά.
Πρόβλημα βέβαια δημιουργείται, όταν τό προσκαλούμενο πρόσωπο είναι γυναίκα, πού θά ώφειλε νά απαντήση: παρούσα!
ΠΑΣ-ΠΑΣΑ-ΠΑΝ
Συνήθως κακοποιείται τό θηλυκό, π.χ. στήν δοτική "πάσει θυσία", αντί "πάση" ή στήν γενική πλυθυντικού, "πάντων τών καταστάσεων" αντί "πασών".
Ομως καί μέ τό αρσενικό έχομε π.χ. "πρό πάντος" (από τό πάντως, αντί "πρό παντός"). Αλλά καί η δοτική "τοίς πάσι" γίνεται αιτία πολλής συγχύσεως, ιδίως στήν
απόδοσι λογίων τύπων στήν Δημοτική. Π.χ. "Είναι γνωστόν τοίς.. πάσης" (ελέχθη από τό Ραδιόφωνο).
ΠΕΝΤΑΓΩΝΟ. Ετσι χαρακτηρίζεται τό ελληνικό Υπουργείον Εθνικής Αμύνης, κατ' αναλογίαν πρός τό αντίστοιχο τών ΗΠΑ. Εκείνο όμως είναι όντως πενταγώνου κατόψεως, κάτι πού δέν συμβαίνει μέ τό ημέτερον. Πρόκειται λοιπόν περί ενός κακό-γουστου μιμητισμού, μέ στοιχεία δουλοπρεπείας καί μικροψυχίας.
ΠΛΑΓΚΤΟΝ. Συνήθως εκλαμβάνεται ώς ξένη λέξις καί εκφέρεται ως άκλιτος. "Υπαρξη πλαγκτόν ...".
ΠΜ - ΜΜ. Πρό μεσημβρίας καί μετά μεσημβρίαν καί όχι "μετά μεσημβρίας".
ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
Ακατανόμαστος (ακατονόμαστος), παρανομαστής (παρονομαστής), ανταπεξέρχομαι (αντεπεξέρχομαι). Τά 90% τών Ελλήνων εκφέρουν τό ρήμα λάθος, χωρίς ελπίδα θεραπείας τού κακού, αφού οι εφημερίδες καί η τηλεόρασις αναπαράγουν καθημερινώς τό λάθος. Απαγοητεύω (απογοητεύω), αποθανατίζω (σημαίνει τό αντίθετο από αυτό πού θέλει νά πή, αντί: απαθανατίζω).
Υπάρχει καί μία άλλη κατηγορία λαθών, πού οφείλονται στήν αναλογία λεκτικών τύπων πρός τίς προθέσεις, π.χ. "συμπαραμαρτούντα" (αντί "συμπαρομαρτούντα").
Αλλη κατηγορία λαθών, είναι η λανθασμένη σύνταξις τών προθέσεων μέ τίς αντίστοιχες πτώσεις. Π.χ. "υπέρ τού δέοντος" (υπερ τό δέον), "μετά Χριστού" (μετά Χριστόν), "μετά μεσημβρίας" (μετά μεσημβρίαν).
ΠΡΟΣΔΟΚΩ. Προσδοκάω-ώ. Συχνό λάθος π.χ. Προσδοκεί ο Γ. Γ. τού ΟΗΕ.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΕΥΦΩΝΙΚΩΝ
Μεγένθυση (αντί μεγέθυνσις), Ιμβραήμ (Ιβραήμ ή Ιμπραήμ- Ibrahim ), αμβρότητες (αβρότητες), ζάμπλουτος (ζάπλουτος), Σεμπτέμβριος (Σεπτέμβριος), Οκτώμβριος (Οκτώβριος), Θρασύμβουλος (Θρασύβουλος). Ανδριανούπολις (αντί Αδριανούπολις). Τό λάθος παρατηρείται ευρύτατα καί μεταξύ τών θεωρουμένων μορφωμένων.
Ακόμη: Περιθάλπτω, υποθάλπτω (περιθάλπω, υποθάλπω).
Ωρίμανσις (αντί ωρίμασις - ωριμάζω), Σταχτομπούτα (Σταχτοπούτα).
Υπάρχει όμως καί τό αντίθετο: "αδριάς", αντί τού ορθού "ανδριάς", "καινούριος", αντί: "καινούργιος" (από τό καινουργής). Πρβλ. "Καινούρια Εποχή", περιοδικό τής δεκαετίας τού '50, τού Γιάννη Γουδέλη.
Χαρακτηριστικό είναι ακόμη τό παράδειγμα τού ελληνοποιημένου ξένου όρου [δικτατορία], πού φαίνεται δέν ακούεται καλά στά ελληνικά αυτιά καί γι' αυτό από μία μεγάλη πλειονότητα λέγεται καί γράφεται "δικτακτορία". Τό λάθος έχει γραφή καί μάλιστα προσφάτως, μέ μεγάλα στοιχεία:
ΔΙΚΤΑΚΤΟΡΙΑ ! στήν πρώτη σελίδα αθλητικής εφημερίδος, οπωσδήποτε όμως διαπράττεται πιό συχνά στόν προφορικό λόγο.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΦΩΝΗΕΝΤΩΝ.
Αδελφοποιητός (αντί αδελφοποιτός), Αιθιοποιία (παλαιότερα ιδίως, αντί Αιθιοπία).
ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΣ.
Κατ' αναλογίαν πρός τίς λ. "επέλασις-επελαύνω", σχηματίζεται τό ανύπαρκτο ρήμα "προσπελαύνω", αντί τού ορθού: "προσπελάζω" =πλησιάζω, προσεγγίζω.
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ
Πολλές φορές παίρνει αύξησι, χρονική ή συλλαβική, από άγνοια μέ πρόθεσι μία κακώς νοουμένη ευφωνία.
Π.χ. υπέγραψε, ανέλυσε, επέτρεψε, εξέφρασε, περιέγραψε, απέσυρε, παρήγγειλέ μου ένα καφέ, κτλ.
Κλασσικό έγινε τό λάθος τού Κ. Καβάφη "επέστρεφε" (προστακτ.), πού έγραψε ιστορία στούς σολοικισμούς.
Αλλά τό καβάφειον λάθος επανελήφθη στό ενημερωτικό έντυπον τού Υπ. Παιδείας (Απρ. 1991), στά πλαίσια τού "Εθνικού Διαλόγου": "αφού τό συμπληρώσεις, επέστρεψε τό έντυπο ...". Χάρμα !
Υπάρχουν καί περιπτώσεις χρονικών αυξήσεων στήν προστακτική, όπως "εξήτασε (εσύ), ενήργησε", αντί "ενέργησε, εξέτασε" κτλ.
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ ΑΟΡΙΣΤΟΥ
Υστερα από τήν καθολική επιβολή τού -ει- σέ όλους τούς τύπους, αντί τού -η-, συχνά είναι τά λάθη κυρίως στούς συγκεκομμένους τύπους τής προστακτικής τού αορίστου. Π.χ. τό τηλεφωνήστε (από τό τηλεφωνήσατε-τηλεφωνήσετε) αποδίδεται λάθος "τηλεφωνείστε", δεδομένου ότι εδώ η κατάληξις είναιστε καί όχι -τε. Άλλο τό "τηλεφωνήστε" καί άλλο τό "τηλεφωνείτε".
Επίσης "παρακολουθείστε", "βοηθείστε", αντί "βοηθήσετε-βοηθήστε" κτλ.
ΠΡΟΣΤΙΜΟΝ.
Πληθυντικός: τά πρόστιμα καί όχι "τά προστίματα".
ΠΡΩΤΙΣΤΑ.
Αυτή είναι η ορθή απόδοσις τού υπερθετικού βαθμού τού "πρώτος" καί όχι τό "πρωτίστως". Δέν λέγομε "αρίστως, μεγίστως", αλλά ούτε καί "μεταγενεστέρως" (ορθόν: μεταγενέστερον).
Π.Χ.-Μ.Χ.
Από τό "Πρό Χριστού", προκύπτει τό λάθος "Μετά Χριστού", δηλ. μαζί μέ τόν Χριστόν. Επίσης "Μετά μεσημβρίας", αντί "μετά μεσημβρίαν".
ΣΟΡΟΣ.
Η σορός. Τό φέρετρον, η νεκροθήκη, η σαρκοφάγος καί συνεκδοχικώς ο νεκρός. Συχνή η εκφορά (από τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές) "ο σορός", από ψευδή ταύτισι μέ τόν "σωρό".
ΣΥΓΚΟΠΑΙ.
Γαλακτομικά προϊόντα (γαλακτοκομικά). Περιβαντολόγος (περιβαλλοντολόγος), εγγειο-βελτικά έργα (εγγειοβελτιωτικά).
ΣΥΓΧΥΣΙΣ ΕΝΝΟΙΩΝ
Πολλή σύγχυσις καί μάλιστα μέ αντίθετη σημασία, γίνεται μέ τίς λέξεις, όπως ευήθης (αγαθός αλλά καί βλάξ), ευάριθμος (ολίγος είς αριθμόν), απειρό-καλος (μή έχων καλαισθησίαν, χυδαίος), βρόχος καί βρόγχος, εγχειρώ καί εγχειρίζω, ομόσπονδος καί ομοσπονδιακός, παθογένεια καί παθολογία, σύμ-πνοια καί συμπόνια (τήν οποίαν μάλιστα γράφουν "συμπόνοια").
ΣΥΖΗΤΩ-ΖΗΤΩ.
"Ζητά, συζητά, συζητώνται", αντί:"ζητεί, συζητούνται" κτλ.
ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΡΗΜΑΤΑ
Λάθη στίς καταλήξεις. Τά εω-ώ συγχέονται μέ τά αω-ώ καί αντιστρόφως.
Ζητά (ζητεί), συζητώνται (συζητούνται), βοηθά (βοηθεί).
Προσδοκεί, αντί προσδοκά. Διερευνείται (αντί: διερευνάται), φοιτεί, αντί φοιτά. Παραπλανεί, αντί παραπλανά. Απομυζεί (απομυζά), εντρυφεί(εντρυφά), αναπληρεί (αναπληροί).
ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ.
Γράφεται πολλές φορές "συνομωσία", όπως επίσης "ορκομωσία".
ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΕΤΟΣ.
Ισοδύναμο μέ τό Anno Domini, έτος τού Κυρίου, καί προσδιορίζει τά έτη τής χριστιανικής εποχής πρός
διάκρισιν από τά πρό Χριστού έτη. Από άγνοια χρησιμοποιείται μέ ειρωνικό τρόπο καί μέ άλλη εντελώς έννοια ακόμη καί διά τά π.Χ. έτη!
ΤΑΞΙΑΡΧΟΣ
Γενική πληθυντικού τών ταξιάρχων καί όχι τών "ταξιαρχών", πού τό δεύτερο είναι γενική τού ονόματος Ταξιάρχης.
ΤΡΙΦΥΛΙΑ.
Περιοχή τής Πελοποννήσου, από τό "Τρείς Φυλαί" καί όχι "Τριφυλλία", όπως συνήθως γράφεται (από τό τριφύλλι).
ΥΠΕΡ.
Πρόθεσις συντασσομένη μετά γενικής καί αιτιατικής, μέ διαφορετικήν εκάστοτε σημασίαν. ΥΠΕΡ καί γενική δηλώνει υπεράσπισιν. Π.χ. αγωνίζεται υπέρ βωμών καί εστιών. ΥΠΕΡ καί αιτιατική δηλώνει πέρα από, υπέρβασιν.
Τό έκανε υπέρ πάσαν προσδοκίαν. Συνήθη είναι τά λάθη στήν σύνταξιν αυτήν καί συχνή η μετάπτωσις στήν γενική. Π.χ. "Υπέρ τού δέοντος", μέ τήν έννοια τού περισσότερο από όσο πρέπει, αντί τού ορθού "υπέρ τό δέον".

ΥΠΟΒΟΛΙΜΑΙΟΣ.
Σύνηθες λάθος: υποβολιμιαίος.
ΦΟΙΤΑΩ-Ω.
Συχνό τό λάθος τής μεταπτώσεως τού ρήματος σέ άλλη τάξι συνηρημένων: "φοιτεί", αντί "φοιτά". Πρβλ. "παραπλανεί", αντί (παραπλανά).
ΦΟΡΕΥΣ
Μέχρι περίπου τό 1970, η λέξις είχε τήν συνήθη σημασία τού φέροντος ή μεταδίδοντος τί, π.χ. ο φορεύς μικροβίων, φορεύς νέων ιδεών. Εκτοτε εισήλθε στό λεξιλόγιο υπό νέαν έννοιαν, πού αντικαθιστούσε τίς παλαιές εκφράσεις, όπως οργανώσεις, παράγοντες, τάξεις. Σήμερα η λέξις "φορείς" έχει γίνει καραμέλλα στά στόματα πολλών, όπως "μαζικοί φορείς", "αθλητικοί φορείς", "παραγω-γικοί φορείς", "αρμόδιοι φορείς" κτλ, σέ σημείο πού πολλές φορές καταντά κωμικό.
ΧΑΡΙΣ, ΧΑΡΙΝ.
Χάρις, μέ εμπρόθετον προσδιορισμόν ή δοτικήν = ένεκα.
Π.χ. Χάρις εις τήν εργατικότητα προώδευσε (Αναγκαστικόν αίτιον).
Χάριν, μέ απλή γενική = διά νά, πρός όφελος, υπέρ. Π.χ. Χάριν αστεισμού τό είπα. Παραδείγματος χάριν (Τελικόν αίτιον).
Συχνό είναι τό λάθος τής αντιστροφής τών πτώσεων.
ΧΙΛΙΕΤΗΡΙΣ.
Η χιλιοστή επέτειος, αλλά καί κατά δεύτερον λόγον η χιλιετία. Τό λάθος εδώ έγκειται στό ότι η λέξις χρησιμοποιείται αδιακρίτως καί γιά τίς δύο έννοιες, σέ σημείο πού νά έχη καταργηθή πρακτικώς η λέξις "χιλιετία".
ΩΡΕΣ.
Στά ωράρια, προγράμματα, δρομολόγια κτλ. καταργούνται οι κλίσεις:
"Τό τραίνο τών ... μία", "τό τραίνο τών τρείς", αντί " .. τής μιάς", "τών τριών". "Στίς ... μία", αντί "στήν μία", "Οι ειδήσεις τών ... μία καί μισή" (ΕΤ2).


'Ιωάννης-Άδωνις Μελικέρτης


ΠΗΓΗ

9 Σεπ 2013

ΔΕΛΦΙΚΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΚΑΙ... ΔΕΚΑ ΕΝΤΟΛΕΣ

Η αφορμή για να γραφτεί αυτό το άρθρο δόθηκε μετά από ένα ξεκαθάρισμα σε τόνους χαρτιών και σημειώσεων. Μέσα στο απόλυτο χάος, έπεσε στα χέρια μου ένα χαρτί, που περιείχε τα Δελφικά Παραγγέλματα. Μετά από προσεκτική ανάγνωση, για μια ακόμα φορά, παρατήρησα την ομοιότητα που είχαν με τις 10 εντολές, οι οποίες δόθηκαν στο Μωυσή από το Θεό, προς τους ανθρώπους.

Κατά ένα περίεργο τρόπο, σχεδόν όλες οι 10 εντολές, ουσιαστικά βρίσκονται γραμμένες, με διαφορετική μεν σειρά και τρόπο, αλλά με το ίδιο νόημα, στα μάρμαρα του ναού του Απόλλωνα, στο μαντείο των Δελφών, από τους 7 Σοφούς της Αρχαιότητας (Θαλής ο Μιλήσιος, Πιττακός ο Μυτιληναίος, Βίας ο Πριηνεύς, Σόλων ο Αθηναίος, Κλεόβουλος ο Ρόδιος, Περίανδρος ο Κορίνθιος, Χίλων ο Λακεδαιμόνιος).
Παραθέτω παρακάτω τις 10 εντολές σε σχέση με τα Δελφικά παραγγέλματα, για άμεση σύγκριση:

  1. Εγώ ειμί ο Κύριος ο Θεός σου, ουκ έσονται σοι θεοί έτεροι πλην εμού.
  2. Ου ποιήσεις σε αυτώ είδωλον, ουδέ παντός ομοίωμα όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γη κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υπό κάτω της γης.
  3. Ου λήψει το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω.
  4. Μνήσθητι την ημέραν του Σαββάτου αγιάζειν αυτήν, εξ ημέρας έργα και ποιήσεις πάντα τα έργα σου, τη δε εβδόμη Σάββατα Κυρίω τω Θεώ σου.
  5. Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, ίνα ευ σοι γέννηται και ίνα μακροχρόνιος γένη επί της γης.
  6. Ου φονεύσεις.
  7. Ου μοιχεύσεις.
  8. Ου κλέψεις.
  9. Ου ψευδομαρτυρήσεις κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή.
  10. Ουκ επιθυμήσεις πάντα όσα τω πλησίον σου εστί.


  1. Έπου Θεώ (Ακολούθα και τίμα τον Θεό σου)
  2. Θεούς Σέβου (Να σέβεσαι τους Θεούς)
  3. Όρκω μη χρω και/ή Ευσέβειαν φυλάσσειν (Να μην ορκίζεσαι και/ή Να είσαι ευσεβής)
  4. Εδώ δεν έχουμε κάτι αντίστοιχο
  5. Γονείς σέβου (Να σέβεσαι τους γονείς σου)
  6. Φόνου απέχου (Να απέχεις απ’ το φόνο)
  7. Γάμους κράτει (Να σέβεσαι το γάμο σου)
  8. Πλούτει δικαίως (Να πλουτίζεις δίκαια)
  9. Πράττε δίκαια (Να πράττεις δίκαια και σωστά)
  10. Φθόνει μηδενί (Να μη ζηλεύεις κανέναν και τίποτα)

Όπως μπορεί να παρατηρήσει κανείς οι 10 εντολές περιέχουν μόνο αρνητικές δηλώσεις, που ορίζουν τι ΔΕΝ πρέπει να κάνει κάποιος. Αντίθετα, τα Δελφικά Παραγγέλματα, όπως μπορείτε να δείτε και το σύνολο αυτών εδώ http://www.delphi.gr/ViewShopStaticPage.aspx?ValueId=1932 έχουν ως επί το πλείστον θετικές δηλώσεις.

Είναι να αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν να μπορεί κάποιος να γίνει καλύτερος άνθρωπος, να βελτιώσει τον εαυτό του και μέσα από αυτό να εξελιχθεί προς ένα ανώτερο καλό, μέσα από αρνητικές δηλώσεις. Και μόνο με τη μορφή της δήλωσης η φράση φορτίζεται αρνητικά. Και πώς, άλλωστε να καταφέρεις να εξελίξεις το πνεύμα σου ξεκινώντας με ένα ΜΗ! Παίρνοντας δηλαδή ως προηγούμενο ότι δεδομένα έχεις κάνει λάθος… και μάλιστα όχι μόνο εσύ, αλλά και όλο το ανθρώπινο γένος!
…και όπως σχολίασε και η φίλη Ξένια, «αν πρέπει να διατυπώνουμε γραπτώς το αυτονόητο (όπως, για παράδειγμα, το να μη σκοτώνουμε τον κόσμο), σημαίνει πως είμαστε πολύ πίσω ως πολιτισμός...».

Με το άρθρο μου αυτό δεν έχω σκοπό να βλάψω το Χριστιανισμό ή να κάνω μαθήματα αρχαίας ελληνικής παιδείας. Όλοι λίγο πολύ γνωρίζουμε τη φώτιση και το πνευματικό επίπεδο των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Είναι μια καλή ευκαιρία, όμως, να ξαναδούμε τις αναλογίες και να σκεφτούμε πάνω σε αυτές. Ο καθένας, εξάλλου, διαλέγει αυτό που τον κάνει να νιώθει γεμάτος με ενέργεια και χαρά.

Προσωπική μου άποψη είναι, ότι όλες οι θρησκείες του κόσμου θα πρέπει να ξεκινούν με αυτή τη φράση: «ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ». Γιατί αν δεν μάθεις τον ίδιο τον εαυτό σου, τότε ότι και να διδαχθείς δε θα μπορέσει ποτέ να σου δείξει τον αληθινό κόσμο.

KEIMENO: LEFTERIS CROC

3 Σεπ 2013

Ο ΟΡΦΕΥΣ ΚΑΙ ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΥΜΝΟΙ ΤΟΥ

Ὁ Ὀρ­φεὺς εἶ­ναι ὁ θε­με­λιωτὴς τῆς Ἑλ­λη­νικῆς Θε­ο­λο­γί­ας, γι΄ αὐτὸ καὶ οἱ Ἕλ­λη­νες ἀ­να­φέ­ρο­νταν πά­ντο­τε σὲ αὐτὸν μὲ τὸ προ­σω­νύ­μιο «ὁ Θε­ο­λό­γος». Ὁ Πρόκλος (5ος μ.χ. αἰ.) ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ ὅτι: «Ἅπασα ἡ παρ΄ Ἕλλησι Θεολογία τῆς Ὀρφικῆς ἐστι Μυσταγωγίας ἔκγονος...» Ὅλη ἡ Θεολογία τῶν Ἑλλήνων εἶναι γέννημα τῆς Ὀρφικῆς Μυσταγωγίας. Σύμ­φω­να μὲ τὴν Πα­ρά­δο­ση, ἡ γέν­νη­ση καὶ ἡ δρά­ση τοῦ Ὀρ­φέ­ως το­πο­θε­τεῖ­ται πολὺ πρὶν ἀπὸ τὰ Τρω­ικὰ Γε­γο­νό­τα, ἡ χρο­νο­λό­γη­ση τῶν ὁ­ποί­ων (βάσει τῶν εὑ­ρη­μά­των καὶ ἀντικειμενικῶν ἐρευνῶν) με­τα­κι­νεῖ­ται διαρ­κῶς στὸ βά­θος τῶν ἱ­στο­ρικῶν χρό­νων.
Ὁ Ὀρ­φεύς, κατὰ τὰ μυστικῶς παραδεδομένα, ἦταν ἕνα θεῖο ὄν, ἕνας «Θεὸς ἐπὶ γαίης», ὅπως καὶ στὰ νεώτερα χρόνια ὁ Ἀπολλώνιος ὀ Τυανεύς, καὶ λέγεται ὅτι ἔζησε ἐπὶ ἐννέα γενεές. Ἴσως αὐτὸ νὰ ὑπονοεῖ τὴν μακρὰ ἐπιβίωση τῆς ίερῆς Διδασκαλίας του, ὑπὸ τὸν μανδύα τῆς μουσικῆς, κι ἔτσι θὰ πρέπει νὰ ἑρμηνεύσουμε καὶ τὰ σχετικὰ μὲ τὸν «διαμελισμό» του ἀπὸ τὶς Βάκχες καὶ τὸ ὅτι ἠ «κομμένη κεφαλή» του ἐξεβράσθη «αὐδήεσσα» στὴν νῆσο Λέσβο, ὅπου προφανῶς διατηρήθηκε τὸ κύριο μέρος τῆς μουσικῆς του παραδόσεως. Αὐτό, ἐξάλλου, ἀντιλαμβανεται καὶ ὁ ἀρχαίος Σχολιαστής, ὅταν σημειώνει: «Τοῦτο δὲ ἐμυθεύθη διὰ τὸ ἀρίστους ἐκεῖ καὶ μετὰ Ὀρφέως γενέσθαι ἄνδρας λογίους, ὧν ἦν καὶ Ἀρίων ὁ Μηθυμναῖος καὶ Πιττακὸς καὶ ὁ ποιητὴς Ἀλκαῖος καὶ ἡ Σαπφώ.»
Ὁ Ὀρ­φεὺς ἦταν βασιλόπαις, πρίγκηπας δηλαδὴ τοῦ Θρακικοῦ Βασιλείου, τὸ ὁποῖο στὴν ἐποχή του ἐκτεινόταν μέχρι τὸν Ὄλυμπο, στὰ κράσπεδα τοῦ ὁποίου, ἐξάλλου, γεννήθηκε κι ὁ ἴδιος∙ στὰ Λείβηθρα τῆς Πιερίας. Υἱὸς τοῦ βασιλέως τῆς Θράκης Οἰάγρου καὶ τῆς Καλλιόπης, μιᾶς ἐκ τῶν ἑννέα Μουσῶν, τὴν ὁποία ὁ ἴδιος στὸν Ὕμνο τῶν Μουσῶν ἀποκαλεῖ «μητέρα»: «Καλλιόπῃ σὺν μητρὶ καὶ εὐδυνάτῃ Θεᾷ ἁγνῇ». Παππούς του ἦταν ὁ Θάρυψ, μύστης τῶν Διονυσιακῶν Μυστηρίων, καὶ τὸ ὄνομα αὐτὸ διατηρήθηκε καὶ στὰ κλασικὰ χρόνια, ὡς Θάρυπος, στὴν ὀνομαστική, καὶ ὡς Θαρύπας, ὅπως μαρτυροῦν οἱ Θουκυδίδης καὶ Ξενοφῶν, ἀντιστοίχως.
Ἀπὸ τὸ βασιλικό του περιβάλλον μυήθηκε στὶς ἀρχέγονες λατρεῖες τοῦ εὐρύτερου Ἑλληνικοῦ Χώρου καὶ ἀνδρώθηκε μέσα στὰ ἀρχέγονα νάματά τους. Μὲ τὴν ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του ἔθεσε τὴν δική του Ἀπολλώνια «σφραγῖδα τυπῶτιν» στὴν ἐξέλιξη τῆς Ἑλληνικῆς Παραδόσεως καὶ ἰδίως τῆς Θρησκευτικῆς, ἀφοῦ καὶ ὁ ἴδιος ὁ ὅρος «θρησκεία» προέρχεται ἀπὸ τὸν Θρᾷκα Ὀρφέα∙ θρασκεία > θρησκεία, ὅρος ποὺ σήμαινε τὰ μυστήρια καὶ τὴν ἐν γένει μυστηριακὴ λατρεία τῶν Θεῶν, ὅπως μᾶς παραδίδεται ἀπὸ τὰ διασωθέντα:
«Πρῶτος Ὀρφεὺς μυστήρια Θεῶν παραδέδωκεν, ὅθεν καὶ θρῃσκεία τὸ μυστήριον καλεῖται ἀπὸ τοῦ Θρᾳκὸς Ὀρφέως». Καὶ «θρησκεύειν, παρὰ τοὺς Θρᾴκας, σὺν ἐπιμελείᾳ σέβειν τὸ θεῖον».
Ὁ Ἡσύχιος ὁ Ἀλεξανδρεὺς δίνει τὴν ἑξῆς ἑρμηνεία: «Θρησκεία = σέβασμα, λατρεία» καὶ «θρήσκω = νοῶ». Στὸ δὲ Λεξικὸν Σούδα, τὸ ρῆμα «θρησκεύω» ἑρμηνεύεται ὡς: «Θεοσεβῶ, ὑπηρετῶ τοῖς Θεοῖς. Λέγεται γὰρ ὡς Ὀρφεὺς Θρᾷξ πρῶτος τεχνολογῆσαι τὰ Ἑλλήνων μυστήρια. Καὶ τὸ τιμᾶν Θεὸν θρησκεύειν ἐκάλεσαν, ὡς Θρᾳκίας οὔσης τῆς εὑρέσεως».
Στὴν μακραίωνη Παράδοση τῶν Ἑλλήνων, διαμορφώθηκαν Τέσσερις Τρόποι Θεολογικῆς Διδασκαλίας:
1.- Ὁ διὰ Συμβόλων. Κυρίως μέσω τῶν Μύθων καὶ τῶν κωδικῶν Ὀνομάτων, τὰ ὁποῖα ὡς «ἀγάλματα φωνήεντα» συντηροῦν τὴν γνώση γιὰ τοὺς Θεοὺς καὶ τοὺς θείους κόσμους. Αὐτὸς εἶναι ὁ Τρόπος τοῦ Ὀρφέως, Ὁμήρου, Ἡσιόδου, Νόννου, κ.ἄ. μνημονευόμενος ὡς Ὀρφικὸς ἢ Ὁμηρικὸς Τρόπος.
2.- Ὁ κατ’ Ἐπίπνοιαν. Κυρίως μέσω τῶν Μυστηρίων καὶ τῆς Μαντικῆς. Εἶναι, θὰ λέγαμε, ὁ Ἐνθουσιαστικός, Ἐκστατικὸς Τρόπος.
3.- Ὁ δι’ Εἰκόνων. Κυρίως μέσω τῶν Μαθηματικῶν, τῆς έννόησης τῶν Ἀριθμῶν καὶ τῆς ἱερῆς Γεωμετρίας. Εἶναι ὁ Πυθαγόρειος Τρόπος.
4.- Ὁ κατ’ Ἐπιστήμην. Κυρίως μέσω τῆς Διαλεκτικῆς καὶ ἐξυψωμένων λογικῶν διεργασιῶν. Αὐτὸς εἶναι ὁ Τρόπος τῶν Παρμενίδη, Σωκράτη, Πλάτωνος, κ. ἄ. μνημονευόμενος ὡς Πλατωνικὸς Τρόπος.
Κανένας Τρόπος δὲν ἀποκλείει τὸν ἄλλον, ἀλλά, θὰ λέγαμε, ὅτι ὅλοι μαζὶ συγκροτοῦν μιὰν ἀφανῆ ἁρμονικὴ Τετρακτὺ τῆς Ἑλληνικῆς Θεολογίας, μὲ ἀξεπέραστο, κατὰ τὴν γνώμη μας, τὸν Ὀρφικὸ καὶ Ὁμηρικὸ Τρόπο, ὁ ὁποῖος –ὡς ἕνα εἶδος Πηγῆς, τροφοδοτεῖ ἀενάως ὅλους τοὺς ἄλλους, ἀφοῦ καὶ ὁ Πυθαγόρας καὶ ὁ Πλάτων στὸν Ὀρφέα συνεχῶς ἀναφέρονται, ὅπως ἐπισημαίνει καὶ ὁ σπουδαῖος ἀρχηγέτης τῆς Ἀκαδήμειας Πρόκλος:
«Πυθαγόρειος ὢν ὁ Τίμαιος ἕπεται ταῖς τῶν Πυθαγορείων ἀρχαῖς. Αὗται δέ εἰσιν αἱ Ὀρφικαὶ παραδόσεις· ἃ γὰρ Ὀρφεὺς δι' ἀπορρήτων λόγων μυστικῶς παραδέδωκε, ταῦτα Πυθαγόρας ἐξέμαθεν ὀργιασθεὶς ἐν Λεβήθροις τοῖς Θρᾳκίοις Ἀγλαοφάμω τελεστᾶ μεταδόντος ἣν περὶ Θεῶν Ὀρφεὺς σοφίαν παρὰ Καλλιόπης τῆς μητρὸς ἐπινύσθη· ταῦτα γὰρ αὐτός φησιν ὁ Πυθαγόρας ἐν τῷ Ἱερῷ λόγῳ».
Πυθαγόρειος ὢν ὁ Τίμαιος ἀκολουθεῖ τὶς ἀρχὲς τῶν Πυθαγορείων. Αὐτὲς δέ εἶναι οἱ Ὀρφικὲς παραδόσεις· διότι ὅσα ὁ Ὀρφεὺς δι' ἀπορρήτων λόγων μυστικῶς παρέδωσε, αὐτὰ ὁ Πυθαγόρας τὰ ἔμαθε, ἀφοῦ μυήθηκε στὰ Λείβηθρα τῆς Θράκης ἀπὸ τὸν τελετουργὸ Ἀγλαόφημο, ὁ ὁποῖος τοῦ μετέδωσε τὴν μυστικὴ διδασκαλία περὶ τῶν Θεῶν, τὴν ὁποία ὁ Ὀρφεὺς διδάχθηκε ἀπὸ τῆν μητέρα του Καλλιόπη· διότι αὐτὰ τὰ λέει ὁ ἴδιος ὁ Πυθαγόρας στὸν Ἱερὸ Λόγο του. (Πρόκλος, Εἰς Πλάτωνος Τίμαιον, 168).
Καί: «Ὑπό τε Ὀρφέως καὶ Πλάτωνος ὁ αὐτὸς ἀνυμνεῖται δημιουργὸς Ζεύς».
Τόσο ἀπὸ τὸν Ὀρφέα ὅσο καὶ ἀπὸ τὸν Πλάτωνα ὁ ἴδιος Δημιουργὸς ἐξυμνεῖται, ὁ Ζεύς. (Πρόκλος, Εἰς Πλάτωνος Τίμαιον, 317).
Καί: «Ταῦτα πάντα ἡμᾶς ἡ Ὀρφέως ἐδίδαξεν ὑφήγησις.» Ὅλα αὐτὰ μᾶς τὰ δίδαξε ἡ διδασκαλία τοῦ Ὀρφέως». (Πρόκλος, Εἰς Πλάτωνος Τίμαιον, 209).
Ἀλλὰ καὶ ὁ βιογράφος τοῦ Πυθαγόρα, θεῖος Ἰάμβλιχος, ἐπισημαίνει:
«Ὅλως δέ φασι Πυθαγόραν ζηλωτὴν γενέσθαι τῆς Ὀρφέως ἑρμηνείας τε καὶ διαθέσεως καὶ τιμᾶν τοὺς Θεοὺς Ὀρφεῖ παραπλησίως».
Λένε δὲ ὅτι ἀπὸ κάθε ἄποψη ὁ Πυθαγόρας ἔγινε ζηλωτὴς τῆς ἑρμηνείας καὶ τοῦ φρονήματος τοῦ Ὀρφέως καὶ τιμοῦσε τοὺς Θεοὺς μὲ τρόπο παραπλήσιο πρὸς τὸν Ὀρφέα. (Ἰάμβλιχος, Περὶ τοῦ Πυθαγορείου Βίου, 151).
Τώρα, τὸ ποιὸς ἀκριβῶς ἦταν ὁ Ὀρφικὸς Τρόπος διδασκαλίας καὶ μυήσεως τῶν μαθητῶν του, μᾶς εἶναι δύσκολο ν’ ἀντιληφθοῦμε σήμερα∙ θα πρέπει νὰ φανταστοῦμε ἕναν συνδυασμὸ λόγου, μουσικῆς, καὶ τελετουργικοῦ χοροῦ∙ μιὰ ἰδέα δίνει ὁ Λουκια­νός, στὸ ἔργο του «Περὶ Ὀρχήσεως»:
«Τελετὴν οὐδεμίαν ἀρχαίαν ἔστιν εὑρεῖν ἄνευ ὀρχήσεως, Ὀρφέως δηλαδὴ καὶ Μουσαίου καὶ τῶν τότε ἀρίστων ὀρχηστῶν καταστησαμένων αὐτάς, ὥς τι κάλλιστον καὶ τοῦτο νομοθετησάντων, σὺν ῥυθμῷ καὶ ὀρχήσει μυεῖσθαι».
Δὲν θὰ βροῦμε καμμία ἀρχαία τελετή χωρὶς ὄρχηση (χορό), τοῦ Ὀρφέως δηλαδὴ καὶ τοῦ Μουσαίου καὶ τῶν τότε ἀρίστων ὀρχηστῶν (χορευτῶν) ποὺ τὶς καθιέρωσαν, ὡς κάτι τὸ κάλλιστο καὶ τοῦτο νομοθέτησαν, τὸ νὰ μυεῖται κανεὶς μὲ ρυθμὸ καὶ χορευτικὴ κίνηση.

Οἱ Ὀρ­φι­κοὶ Ὕ­μνοι εἶναι ἀπὸ τὰ ἀρχαιότερα, ὡραιότερα, καὶ πολυτιμότερα λειτουργικὰ κείμενα τῆς Ἑλληνικῆς Θρησκείας∙ διαπερνῶνται ἀπὸ μιὰν Ἀπολλώνια ἔμπνευση, καθὼς ὁ Ὀρφεὺς «ἔνθεος γενόμενος ἐποίησεν τοὺς Ὕμνους»∙ καὶ ἡ ἀκτινοβολία τους διαπερνᾶ τοὺς αἰῶνες. Ὁ Πλάτων στοὺς Νόμους του, θέλοντας νὰ δώσει ἕνα κριτήριο γλυκυτάτου μουσικοῦ ἀκούσματος, ἀναφέρεται στοὺς Ὀρφείους Ὕμνους καὶ σὲ αὐτοὺς τοῦ Θαμύρα (ποὺ δὲν μᾶς διεσώθησαν): «Μηδ' ἂν ἡδίων ᾖ τῶν Θαμύρου τε καὶ Ὀρφείων ὕμνων». Ἀκόμα κι ἂν εἶναι γλυκύτεροι τῶν Ὕμνων τοῦ Ὀρφέως καὶ τοῦ Θαμύρα.
Καὶ ὁ Εὐριπίδης στὴν Ἰφιγένεια ἐν Αὐλίδι, δίνοντας ἕνα μέτρο ἄκρας πειθοῦς, διὰ στόματος Ἰφιγενείας, ἀναφέρεται στὸν λόγο τοῦ Ὀρφέως:

Εἰ μὲν τὸν Ὀρφέως εἶχον λόγον, ὦ πάτερ,
πείθειν ἐπάιδουσ', ὥσθ' ὁμαρτεῖν μοι πέτρας
κηλεῖν τε τοῖς λόγοισιν οὓς ἐβουλόμην…

Ἂν εἶχα τὸν λόγο τοῦ Ὀρφέως, πατέρα μου,
καὶ μποροῦσα ἄδοντάς τον νὰ πείθω, ὥστε νὰ συναρμόζω πέτρες
καὶ νὰ γοητεύω μὲ τὰ λόγια μου αὐτοὺς ποὺ θὰ ἤθελα…

Οἱ Ὀρ­φι­κοὶ Ὕ­μνοι, ποὺ στὸ θεῖο ἄ­κου­σμά τους ἡ­μέ­ρευαν ἀ­κό­μα καὶ τὰ πιὸ ἄ­γρια θη­ρί­α (δη­λα­δή, τὰ πολυποίκιλα πά­θη τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων), ἀ­πο­τε­λοῦν τὴν βά­ση ὅ­λων τῶν Τυ­πικῶν τῆς Ἑλ­λη­νικῆς Θρη­σκεί­ας. Σὲ ὅ­λα τὰ τυ­πικά, τε­λετὲς καὶ ἰε­ρο­πρα­ξί­ες τῆς Ἑλ­λη­νικῆς Θρη­σκεί­ας χρη­σι­μο­ποιεῖ­ται τὸ ἀρ­χαῖο κεί­με­νο, τὸ ὁ­ποῖο ὁ Ἱε­ρουρ­γὸς καὶ κάθε συμπράττων λειτουργὸς τῆς Τελετῆς κα­λοῦνται νὰ ἐκ­μά­θουν καὶ ἐκ­φω­νοῦν ἀπὸ μνή­μης καὶ διὰ ζώ­σης (διό­τι τό­τε ἐμ­ψυ­χοῦ­ται τὸ ἐκ­φω­νού­με­νον καὶ δια­πνέ­ε­ται ἀπὸ τοὺς κρα­δα­σμοὺς τοῦ ἀρχαίου λό­γου), μὲ ἱε­ρο­πρέ­πεια καὶ εὐ­λά­βεια πρὸς τὶς θεῖες ἔν­νοιες καὶ τὰ θεῖα νο­ή­μα­τα, ποὺ ἐ­μπε­ριέ­χο­νται στοὺς πα­νάρ­χαιους καὶ ἱε­ρώ­τα­τους Ὕ­μνους τοῦ Ὀρ­φέ­ως. Γιὰ κά­θε εἰ­δικὴ πε­ρί­πτω­ση (γε­νέ­θλια, ὀ­νο­μα­το­δο­σί­α, γά­μος, κήδευση, κλπ.), ὁ Ἱε­ρουρ­γὸς τῆς Ἑλ­λη­νικῆς Θρη­σκεί­ας ἐ­κτε­λεῖ τὸ ἀ­νά­λο­γο Τυ­πι­κό∙ καὶ Τυ­πικὸ δὲν ση­μαί­νει μη­χα­νι­κό­τη­τα στὴν ἐ­κτέ­λε­ση, ἀλ­λὰ ὑ­πα­κοὴ σὲ ἕ­ναν ἀ­νώ­τε­ρο Τύ­πο, ἀρ­χέ-Τυ­πο, ἀφοῦ κάθε Τυπικὸ εἶναι -ἢ, τουλάχιστον, ὀφείλει νὰ εἶναι- μιὰ παραδειγματικὴ δράση στὸ γήινο πεδίο.
Οἱ Ὀρ­φι­κοὶ Ὕ­μνοι (οἱ 88 καὶ ὁ εἰ­σα­γω­γι­κὸς συμπαντικὸς Ὕμνος) ἀ­πο­τε­λοῦ­νται ἀπὸ χί­λιους ἑ­κατὸν εἴκοσι ἑπτὰ (1127) στίχους καὶ ἀ­νή­κουν στὰ γε­νικῶς ἀ­πο­δε­κτὰ Ἱερὰ Κεί­με­να τῶν Ἑλ­λή­νων, ἀπὸ τοὺς ἀρ­χαί­ους χρό­νους μέ­χρι σή­με­ρα... Ἡ Ἑλ­λη­νικὴ Θρη­σκεί­α, παρὰ τοὺς ἀ­νε­λέ­η­τους καὶ ἐ­ξο­ντω­τι­κοὺς διωγμοὺς 17 περίπου αἰώ­νων, ἐ­πι­βί­ω­σε ἐν κρυ­πτῷ, χά­ρη στὴν ἀ­νώ­τε­ρη καὶ θεί­α προ­έ­λευ­σή της ἀλ­λὰ καὶ στὶς βα­θύ­τα­τες ρί­ζες της, καὶ ἤ­δη τὰ τε­λευ­ταί­α χρό­νια διεκ­δι­κεῖ μὲ ἀρ­γά, ἀλ­λὰ στα­θερὰ καὶ σθε­ναρὰ βή­μα­τα, τὴν δη­μό­σια ἐ­πα­νεμ­φά­νι­ση καὶ ἀ­πο­δο­χή της. Χιλιάδες πλέον Ἕλληνες –καὶ ὄχι μόνον- θρησκεύονται κατὰ τὰ Πάτρια καὶ τὸ ὁμολογοῦν μὲ παρρησία! Ἀλλὰ αὐτὸ ἔχει ξεσηκώσει καὶ πλῆθος ἐχθρότητες καὶ ἐπιβουλὲς ἀπὸ τὴν καθεστηκυῖα ἀρνητικότητα, ἀπὸ τὴν θεσμοθετημένη ἀσέβεια τόσων αἰώνων ἀπέναντι σὲ κάθετὶ γνήσια Ἑλληνικό!

Ἡ πα­ροῦσα ἔκ­δο­ση πε­ρι­λαμ­βά­νει τὸ ἀρ­χαῖο κεί­με­νο τῶν Ὕ­μνων, ἀ­πο­κα­τα­στη­μέ­νο συ­ντα­κτικῶς καὶ γλωσ­σικῶς ὅ­που ὑπῆρ­χαν δι­πλο­τυ­πί­ες, ἀ­σά­φειες ἢ σύγ­χυ­ση στί­χων, κατόπιν ἐνδελεχοῦς συγκρίσεως ὅλων τῶν ὑπαρχουσῶν ἐκδόσεων, Ἑλληνικῶν καὶ ξένων. Οἱ ἀποδόσεις τῶν Ὕμνων σκοπὸ ἔχουν νὰ ὑπηρετήσουν καὶ ὑποβοηθήσουν τὴν κατανόηση τοῦ πρωτοτύπου καὶ ὄχι νὰ τὸ ὑποκαταστήσουν∙ τὸ πρωτότυπο κείμενο εἶναι γιὰ πολλοὺς λόγους ἀναντικατάστατο. Μετὰ ὰπὀ μιὰ μακρὰ διαδικασία -μιᾶς ἐννεαετίας τουλάχιστον, ἀπὸ τὴν πρώτη ἔκδοση- συνεχοῦς χρήσεως καὶ ἐπισταμένης διδασκαλίας ὅλων τῶν Ὀρφικῶν Ὕμνων, εἴμαστε σὲ θέση, πιστεύουμε, νὰ δώσουμε στὸν σύγχρονο Ἕλληνα θρησκευτὴ μιὰ κατὰ τὸ δυνατὸν πλήρη καὶ τέλεια ἔκδοση.
Ἡ ἔκ­δο­ση αὐτὴ πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε μὲ κάθε σε­βα­σμὸ καὶ ὑ­πο­μονή∙ μὲ τὶς Ἀποδόσεις καὶ τὸ ἀναλυτικὸ Εὑρετήριο πασῶν τῶν λέξεων τῶν Ὀρφικῶν Ὕμνων, στοχεύουμε στὴν ἐννόηση, κα­τα­νό­η­ση, καὶ πρόσληψη τοῦ πρω­το­τύ­που ἀρ­χαί­ου κει­μέ­νου, τὸ ὁ­ποῖο εἶ­ναι ἀ­να­ντι­κα­τά­στα­το διό­τι πε­ριέ­χει ἠ­χη­τι­κοὺς κώ­δι­κες, μηνύματα καὶ νο­ή­μα­τα ἀ­να­πό­δο­τα, κραδασμικὲς μνῆμες αἰώνων… Ὁ­ρι­σμέ­νοι στί­χοι τῶν Ὀρ­φικῶν Ὑ­μνων μά­λι­στα, ἀ­πο­τε­λοῦν θέ­μα­τα βα­θύ­τα­των δια­λο­γι­στικῶν ἀ­σκή­σε­ων καὶ πρα­κτικῶν γιὰ τὸν εὐσεβῆ θρη­σκευτὴ τῆς Ἑλ­λη­νικῆς Θρη­σκεί­ας.
Γιὰ πα­ρά­δειγ­μα, ἡ λέ­ξη Υ­ΓΙΕΙΑ εἶ­ναι κω­δι­κή, ἀ­πο­κω­δι­κο­ποιού­με­νη ὡς ἑξῆς:
Υ-ΔΩΡ
Γ-ΑΙΑ
Ι-ΔΕ­Α
ΕΙ
Α-ΗΡ
Ἡ κω­δι­κο­ποί­η­ση αὐ­τὴ πε­ριέ­χει τὰ 4 στοι­χεῖα: Ὕ­δωρ = νε­ρό, Γαῖα = γῆ, Ἰ­δέ­α = πῦρ, καὶ Α­ήρ = ἀ­έ­ρα, καὶ τὸν Αἰθέρα = ΕΙ. Ταυ­τοχρόνως, ὑ­πο­νο­οῦ­νται τὰ 4 εἴ­δη τροφῆς ποὺ ἔ­χει ἀ­νά­γκη ὁ ἄν­θρω­πος γιὰ νὰ θρέ­ψει τοὺς φο­ρεῖς του: Ὑ­γρή, στε­ρε­ά, ἀ­έ­ρι­νη, καὶ πύ­ρι­νη (ἰ­δέ­ες, γνώ­σεις, ἐ­ντυ­πώ­σεις)... Μό­νον ὅ­ταν αὐτὸ ἐ­πι­τυγ­χά­νε­ται ἰ­σόρ­ρο­πα καὶ ἁρ­μο­νι­κά, τό­τε ὁ ἄν­θρω­πος μπο­ρεῖ νὰ Εἶ­ναι (ΕΙ)... καὶ νὰ ζεῖ σύμφωνα μὲ τὴν βαθύτερη οὐσία του.
Ἐπίσης ἡ ρίζα τῆς λέξεως ΥΜΝΟΣ εἶ­ναι καὶ αὐτὴ κω­δι­κή, ἀ­πο­κω­δι­κο­ποιού­με­νη ὡς ἑξῆς:
Υ -πάτη
Μ -έση
Ν –εάτη
Εἶναι οἱ τρεῖς βασικὲς χορδὲς τῆς λύρας τοῦ Ἀπόλλωνος: «Ὁτὲ μὲν Νεάτης ἐπὶ τέρματα βαίνων, ἄλλοτε δ’ αὖθ’ Ὑπάτην, πότε ∆ώριον (= Μέσην) εἰς διάκοσμον». Καί: «Εἰς Ὑπάτας χειμῶνα, θέρος Νεάταις διακρίνας, ∆ώριον (=Μέσην) εἰς ἔαρος πολυηράτου ὥριον ἄνθος».
Οἱ 88 Ἱε­ροὶ Ὑ­μνοι τοῦ Ὀρ­φέ­ως (ὅσοι καὶ οἱ Ἀστερισμοὶ τῆς συμπαντικῆς Ὄρφνης – Νυκτός) συγκροτοῦν μιὰν ἄμεση, φυσικὴ καὶ ἀβίαστη εἰσαγωγὴ στὰ μυστήρια τῆς Ψυχῆς καὶ τοῦ Κόσμου∙ εἶ­ναι ἑ­νας ἀ­νε­κτί­μη­τος Θη­σαυρὸς τῆς Ἑλ­λη­νικῆς Παραδόσεωςἕ­νας μυ­στα­γω­γικὸς πλο­ηγὸς πρὸς τὰ Ὀ­λύ­μπια Πε­δί­α, ποὺ τό­σο πο­θοῦν καὶ πρὸς τὰ ὁποῖα ἀγωνίζονται νὰ ἀνέλθουν οἱ ἐ­ξε­λισ­σό­με­νες ψυχὲς τοῦ Πλα­νή­τη Γῆ, τῆς παλλόμενης Γαίας... Εἶναι ἕ­να ἱερὸ ὅ­πλο στὸν ἀ­γώ­να τῆς Ἑλ­λη­νικῆς Ψυχῆς κατὰ τῆς ἀ­θε­ΐας, ἡ ὁ­ποί­α, ὡς θεσμοθετημένη ἀσέβεια πλέον, κα­τέ­κλυ­σε καὶ κυ­ριαρ­χεῖ στὸν κό­σμο μὲ πο­λυ­ποί­κι­λα προ­σω­πεῖα∙ διό­τι, κατ’ οὐ­σί­αν, ὅπως λέει ὁ Δαμάσκιος, ὁ τελευταῖος ἀρχηγέτης τῆς Ἀκαδήμειας (6ος αἰ. μ.χ.):
«Ἄ­θε­όν ἐ­στι τὸ κα­τα­σπᾶν καὶ κα­θέλ­κειν τὸ ἐν ἡμῖν θεῖον εἰς τὸ γη­γενὲς καὶ ἀ­λι­τή­ριον καὶ γι­γα­ντῶ­δες ἢ τι­τα­νικὸν δε­σμω­τή­ριον».
Ἄθεο εἶναι αὐτὸ ποὺ διασπᾶ καὶ ἕλκει τὸ ἐντός μας θεῖον πρὸς τὰ κάτω, στὸ γήινο, ἀσεβές, γιγαντῶδες ἢ τι­τα­νικὸ δε­σμω­τή­ριο.
Ἐνῶ ἀπὸ τὴν ἄλ­λη:
«Ἄ­θε­όν ἐ­στι τὸ μὴ τὴν ἀ­θα­να­σί­αν τῆς ψυχῆς δια­σώ­ζειν καὶ ἀ­νά­γειν εἰς τὸ θε­ο­ειδὲς καὶ συ­νά­γειν αὐτὴν πρὸς τὸ θεῖον ἀρ­ρή­κτοις καὶ ἀ­λύ­τοις δε­σμοῖς».
Ἄθεο εἶναι αὐτὸ ποὺ δὲν διασώζει τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς καὶ δὲν τὴν ἀνάγει στὸ θεῖο ἐπίπεδο καὶ δὲν τὴν συνδέει μὲ αὐτὸ μὲ ἄρρηκτους καὶ ἀκατάλυτους δεσμούς.

Οἱ Ἱεροὶ Ὕμνοι τοῦ Ὀρφέως (καθὼς καὶ ὅλα τὰ Ὀρφικὰ Κείμενα, ποὺ στὴν ἀρχαιότητα συγκροτοῦσαν ἐν συνόλῳ τὴν λεγομένη Ὀρφικὴ Βίβλο) καταγράφηκαν καὶ ἐκδόθηκαν κατὰ τρόπο συστηματικὸ στὰ μέσα τοῦ 6ου π.χ. αἰώνα, στὴν ἐποχὴ τοῦ Πεισιστράτου, Kυβερνήτη τῶν Ἀθηνῶν, ἀπὸ εἰδικὴ τετραμελῆ Ἐπιτροπή, τὴν ὁποία ἀποτελοῦσαν οἱ ἑξῆς λόγιοι: Ὀνομάκριτος, Κέρκωψ, καὶ δύο Ὀρφεῖς: Ὀρφεὺς ὁ Καμαριναῖος καὶ Ὀρφεὺς ὁ Κροτωνιάτης. Τὴν ἴδια τετραμελῆ Ἐπιτροπὴ σοφῶν ἀναφέρει καὶ ὁ γραμματικὸς Τζέτζης, μὲ μιὰ διαφορὰ ὡς πρὸς τὰ ὀνόματα: «Τῶν Ἑλληνίδων δὲ Βίβλων… σπουδῇ Πεισιστράτου παρὰ τῶν τεσσάρων τούτων σοφῶν, Ἐπικογκύλου Ὀνομακρίτου τε Ἀθηναίου Ζωπύρου τε Ἡρακλεώτου καὶ Κροτωνιάτου Ὀρφέως».
Γιὰ τὴν ὕπαρξη δὲ τῆς Ὀρφικῆς Βίβλου κατὰ τὴν κλασικὴ περίοδο, μαρτυρεῖ ὁ Πλάτων στὴν Πολιτεία του: «Βίβλων δὲ ὅμαδον παρέχονται Μουσαίου καὶ Ὀρφέως, Σελήνης τε καὶ Μουσῶν ἐκγόνων, ὥς φασι, καθ' ἃς θυηπολοῦσιν…»
Ὁμαδικὰ δὲ προσφέρουν Βίβλους τοῦ Μουσαίου καὶ τοῦ Ὀρφέως, ποὺ εἶναι ἀπόγονοι τῆς Σελήνης καὶ τῶν Μουσῶν, καθὼς λένε, σύμφωνα μὲ τὶς ὁποῖες ἱερουργοῦν... Ὁ Σωκράτης, στὸν Πλατωνικὸ διάλογο «Χαρμίδης» παραδέχεται ὅτι γνωρίζει ἐπωδὲς τοῦ Ὀρφέως: «Ἐπᾷσαι ταῖς τοῦ Θρᾳκὸς ἐπῳδαῖς». Νὰ ψάλλω τὶς ἐπωδὲς τοῦ Θρᾳκὸς (Ὀρφέως). Καί: «Τῆς ἐπῳδῆς ἣν παρὰ τοῦ Θρᾳκὸς ἔμαθον». Τῆς ἐπωδῆς ποὺ ἔμαθα ἀπὸ τὸν Θρᾷκα (Ὀρφέα).
Ἄλλα ἔργα τοῦ Ὀρφέως, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς Ὕμνους, εἶναι τὰ ἑξῆς:
- Ἀργοναυτικά
- Γεωργικά
- Δίκτυον
- Ἱερὸς Λόγος (ἐν ῥαψωδίαις ΚΔ΄)
- Κρατήρ
- Λιθικὰ ἢ Περὶ Λίθων
- Ὅρκοι
- Σφαῖρα
- Τελεταί
- Χρησμοί

πὸ τὰ ἕνδεκα αὐτὰ ἔργα σώζονται σχεδὸν ἀκέραια τὰ τρία: Ἱεροὶ Ὕμνοι, Ἀργοναυτικά, καὶ Λιθικά, ἐνῶ ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα σώζονται ἐλάχιστα ἀποσπάσματα, ἱκανὰ ὅμως νὰ δώσουν τὸ μέγεθος καὶ τὴ ἀξία τοῦ Ὀρφικοῦ Ἔργου. Σώθηκαν ἐπίσης καὶ βρέθηκαν τὰ τελευταία χρόνια πολλὲς Ὀρφικές, λεγόμενες, Πινακίδες καὶ Πάπυροι, ὅπως αὐτὸς τοῦ Δερβενίου Θεσσαλονίκης, ποὺ ἀποκαλύπτουν πολλὰ καὶ σημαντικὰ στοιχεῖα τῆς Ὀρφικῆς Διδασκαλίας.
Ὁ Ὀρφεύς, λοιπόν,
«ὁ τὰς ἁγιωτάτας Τελετὰς καταστησάμενος,
ὁ τοὺς τελεστικοὺς Μύθους παραδιδούς,
ὁ παλαιότατος ἐνθέως Φιλοσοφήσας»,
ὅπως τὸν χαρακτηρίζει ὁ Αὐτοκράτωρ - Φιλόσοφος Ἰουλιανός, εἶναι καὶ πάλι ἐδῶ, στὴν πλώρη τῆς αἰώνιας Ἀργοῦς, καταπαύοντας τὶς τρικυμίες καὶ βοηθώντας μας μὲ τὶς θεῖες του ὠδὲς καὶ ἐπωδές, νὰ περάσουμε σῶοι καὶ ἀβλαβεῖς, ὡς ἄλλοι Ἀργοναύτες, μὲς ὰπὀ τὶς σύγχρονες Συμπληγάδες. 

                                                                              Ἰαλυσσός - Γιῶργος Λαθύρης

(Ἀπὸ τὴν Εἰσαγωγὴ τοῦ Βιβλίου: Ὀρφεύς, 88 Ἱεροὶ Ὕμνοι τῆς Ἑλληνικῆς Θρησκείας, Ἐκδόσεις ΗΛΙΟΔΡΟΜΙΟΝ, Ἀθήνα 2013)

ΠΗΓΗ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...