ΕΠΙ-ΣΚΕΨΕΙΣ:

Free Web Counter

Αρχειοθήκη Κειμένων

25 Σεπ 2009

ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΣΟΛΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΝΕΟ-ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ

H ελληνική γλώσσα έχει πίσω της μία ζωή πού αριθμείται μέ τίς χιλιετίες. Εκείνος πού αποφασίζει νά εντρυφήση εις βάθος στήν μελέτη τής ελληνικής γλώσσης, πρέπει νά είναι εξοικειωμένος μέ τό αιώνιον καί οικουμενικόν. Δέν είναι εύκολο τό εγχείρημα γιά κάποιον νά είναι μύστης σ' αυτήν τήν "γλώσσα τών Θεών".

"It's greek to me", λένε οι ξένοι πού εγεύθησαν τήν δυσκολία καί τό μεγαλείο τής γλώσσας μας. Αυτό τελικά κατέληξε νά υποδηλώνη τό αδύνατον καί τό απροσπέλαστον. Πολύ φοβούμαι όμως ότι υπάρχουν καί πολλοί συμπατριώται μας, πού θά έλεγαν καί αυτοί κάτι ανάλογο, γιά τήν ίδια τους τήν μητρική γλώσσα. Ο γλωσσικός κατήφορος τών τελευταίων χρόνων, βεβαιοί τού λόγου τό αληθές. Η ελληνική γλώσσα προκαλεί σέ πολλούς δέος, ακόμη καί στήν λεγομένη πνευματική ηγεσία τού τόπου, η οποία τήν αντιμετώπισε μέ ένα πλέγμα ηττοπαθείας καί συμβιβασμού.
Μέ αποφάσεις κορυφής επεβλήθη τό μονοτονικό ("γιά νά μή χάνωμε τόν καιρό μας μέ άχρηστα σημαδάκια"), η απλοποιημένη καί ισοπεδωτική απόδοσις τών ξένων ονομάτων, η κατάργησις εγκλίσεων ρημάτων, κλίσεων ονομάτων, καταλήξεων, πτώσεων, λεκτικών τύπων. Η αρχή τής ήσσονος προσπαθείας σέ πλήρη εφαρμογή, δίδαγμα κάκιστον γιά τίς επερχόμενες γενεές Ελλήνων.
Ολα βορά στό τέρας τού ωφελιμισμού καί τής πνευματικής ραστώνης.

Οι αρχαίοι Ελληνες καί ιδίως οι Αθηναίοι ήσαν μέχρι σχολαστικότητος ακριβείς στήν ορθή εκφορά καί γραφή τής γλώσσης. Σέ πλατωνικό διάλογο αναφέρεται ότι ο Σωκράτης ερωτά τόν σοφιστή Πρόδικον, άν η λέξις "χαλεπόν" ενός γνωμικού τού Πιττακού ήταν η αρμόζουσα. Καί εκείνος απήντησεν ότι ο (εκ τών επτά σοφών) Πιττακός δέν ήταν εις θέσιν νά διακρίνη σωστά τίς λέξεις, "άτε Λέσβιος ών καί εν φωνή βαρβάρω τεθραμμένος ...".
Οι αρχαίοι Αθηναίοι μέ τό εκλεπτυσμένο γλωσσικό τους αισθητήριο, εθεώρουν βάρβαρον ακόμη καί τήν αιολικήν διάλεκτον.
Σέ μία άλλη περίπτωσι, μέτοικος ηθοποιός από σκηνής καί εν τή προσπαθεία τής αποδόσεως τής λέξεως "γαλήνην" (γαλένεν), εφάνη στό υψηλού επιπέδου κοινό ότι επρόφερε "γαλήν" (γαλέέν). Καί τότε τό αυστηρό καί αμείλικτο εκείνο ακροατήριο άρχισε νά αποδοκιμάζη εν χορώ τόν δυστυχή ηθοποιο μέ παρατεταμένα νιαουρίσματα.
Κακά λοιπόν τά ψέματα, η ελληνική είναι δύσκολη, δυσπρόσιτη γλώσσα καί ελάχιστοι μπορούν νά καυχηθούν ότι είναι εντριβείς γνώσται της.
Είναι έργον ζωής, αλλά καί "θήραμα κάλλιστον βίω ...".

Από τό άλλο μέρος η ημιμάθεια περισσεύει παντού, συνεργουσών πρός τούτο τής παμπληθείας τών ΜΜΕ καί τής υπερπροσφοράς εντύπου χάρτου.
Η γλώσσα κακοποιείται, ακρωτηριάζεται βάναυσα, ενώ τό σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα δέν φαίνεται ικανό νά προσφέρη λύσεις στήν θεραπεία τού κακού. Απεναντίας, θά έλεγε κανείς ότι συμβάλλει καί αυτό στό μέτρο τών δυνατοτήτων του στήν γλωσσική κατεδάφισι.
Μαζί μέ τήν επιβολή τού μονοτονικού καί τήν θέσπισι εξομοιωτικών κανόνων γλωσσικής συμπεριφοράς, υποβαθμίσθηκε αναπόφευκτα καί η ιστορική ορθογραφία, ενώ ανοίχθηκαν ήδη κάποιες κερκόπορτες, πού νομοτελειακά οδηγούν στήν βαθμιαία αχρηστία καί τελικά στήν κατάργησί της.
Η διάσωσις όμως τής γλώσσης μας από τόν εκφυλισμό αποτελεί μία πτυχή τής Εθνικής μας Αμύνης καί σέ τελική ανάλυσι είναι υπόθεσις διαφυλάξεως τής Ελληνικότητος. Η Ελληνική Γλώσσα αποτελεί μία ανεκτίμητη παρακαταθήκη, άξια κάθε τιμής καί σεβασμού καί όχι υλικό προσφερόμενο γιά πειραματισμούς.

Πρέπει όμως νά λεχθή ότι η Εθνική Τηλεόρασις (ΕΤ1) έχει αποδυθή τρείς φορές τά τελευταία χρόνια, στήν προσπάθεια διαφωτίσεως τών Ελλήνων στά θέματα τής γλώσσης (τής όποιας γλώσσης ...).
Η τελευταία προσπάθεια, υπό τόν τίτλο "Τή γλώσσα μού έδωσαν ελληνική", τελεί υπό τήν επιστημονική εποπτεία τού καθηγητού Γεωργίου Μπαμπινιώτη, ο οποίος έχει αναλάβει καί τήν παρουσίασι τής σχετικής εκπομπής.(ΣΗΜ. ΤΕΤΡΑΚΤΥΟΣ: υποστηρικτού ωστόσο της ανιστορήτου θεωρίας περί Φοινικικής προελεύσεως του Αλφαβήτου.)

Σοβαρή ασφαλώς η πρωτοβουλία αυτή, άν καί ο εξαμβλωματικός τίτλος τής εκπομπής, θά μπορούσε νά πή κανείς, αίρει εκ τών πραγμάτων αυτό πού θέλει νά επιτύχη. Εν συνεχεία ακολουθεί μία σειρά συνήθων γλωσσικών αμαρτημάτων, όπως έχουν ερανισθή από ποικίλες πηγές τού γραπτού καί προφορικού λόγου (εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία, ραδιόφωνο, τηλεόρασις).

Παρατίθενται αλφαβητικώς οι ορθοί τύποι καί κατόπιν επισημαίνονται τά παρατηρούμενα λάθη καί σολοικισμοί.

ΑΓΩ
Ρήμα, πού θά μπορούσε νά χαρακτηρισθή πολυπαθές, τόσο αυτό καθ' εαυτό, όσο καί εν συνθέσει, κυρίως λόγω τού μέλλοντος "άξω" καί τού αορ. β' "ήγαγον". Π.χ. <Θά παράξει έργο ...>, αντί "θά παραγάγη". Ελέχθη από καθηγητή τού Ε.Μ. Πολυτεχνείου, σέ τηλεοπτική συζήτησι περί παιδείας μέ τόν Γεώρ. Μπαμπινιώτη. <Ο πειρατής απαγάγει τήν γυναίκα ...>, αντί "απάγει". <Ο κατηγορούμενος προσαγάγεται στόν Eισαγγελέα>, αντί "προσάγεται".
Επίσης: <Είχε εισάγει> (MEGA), <έχουν παράγει> (ΑΝΤΕΝΑ), αντί "είχε εισαγάγει", "έχουν παραγάγει", αφού ο παρακείμενος σχηματίζεται μέ τό απαρέμ-φατον τού αορίστου καί όχι τού ενεστώτος.

ΑΔΡΙΑΝΟΣ. Αποδίδεται λάθος ως Ανδριανός, Ανδριανόπουλος(από τόν Ανδρέα).

ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΣ. Συχνότατα αποδίδεται καί από μορφωμένους: Ανδριανούπολις, όπως άλλωστε συμβαίνει καί μέ τίς περισσότερες πινακίδες τής ομωνύμου οδού τής Θεσσαλονίκης.

ΑΙΡΩ (Αίρω)
Συγχέεται με τό "αιρώ" καί παλαιότερα έπαιρνε, ως μή ώφειλε, δασεία. Αλλά καί τό ίδιο κακοποιείται καί αντί τού ενεστώτος, χρησιμοποιείται η υποτακτική τού αορίστου άρω. < .. οι οποίοι εξάρουν τήν διοίκησι>, αντί "εξαίρουν". Τό αίρω μαζί μέ τό άγω, είναι δύο ρήματα τής ελληνικής γλώσσης, πού συχνά κακοποιούνται στόν γραπτό καί προφορικό λόγο.

ΑΙΤΙΑΤΙΚΗ ΤΡΙΤΟΚΛΙΤΩΝ. Στά μή φωνηεντόληκτα τίθεται λανθασμένως -ν-. Π.χ. <τήν νύκταν>, <.. καί έσονται οι δύο εις σάρκαν μίαν>, αντί "νύκτα", "σάρκα", τόν <έναν>, αντί "ένα".

ΑΚΑΤΟΝΟΜΑΣΤΟΣ. Συχνό τό λάθος <ακατα-νόμαστος>, όπως καί <παρανομαστής>.

ΑΚΛΙΤΟΙ ΛΕΞΕΙΣ
Μερικές ελληνικές λέξεις, λόγω προφανώς τής μορφολογίας, ή γιατί θεωρούνται ξένες, εκφέρονται ως άκλιτες, κυρίως στήν γενική τού ενικού.
Π.χ. ποιόν, σημειωτόν, πύον, πλαγκτόν, Δίον, εναντίον, όζον, δέλεαρ (στόν πληθυντικό <τά δέλεαρ>, αντί "τά δελέατα" - εν αχρηστία), τό εμβαδόν κτλ.

ΑΛΥΣΙΣ. Φέρεται λανθασμένα μέ δύο -σσ-, ως αλυσσίδα, άλυσσος, αλυσσοδένω. Η άλυσος είναι νέα λέξις, μάλλον αδόκιμος.

ΑΜΕΣΟΣ. Εξ επαγωγής από τό έμμεσος, γράφεται πολλές φορές <άμμεσος>.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Μετοχή παθητικού αορίστου καί δηλοί παρωχημένην πράξιν. Συνεπώς φράσεις, όπως "θα εκδοθή νέο ανακοινωθέν ...", είναι χρονικώς τουλάχιστον άτοπες.
Ορθόν: "νέα ανακοίνωσις", "νέον δελτίον τύπου" κτλ.

ΑΝΑΝΗΦΩ. Κατ' αναλογίαν πρός τό νίπτω, εκφέρεται πολύ συχνά κατ' ενεστώτα: <ανανήπτω>. Πρβλ. ανάλογα λάθη υποθάλπτω, περιθάλπτω.

ΑΝΔΡΙΑΣ (ανδριάς). Συχνά φέρεται ώς <αδριάς>. Αντιθέτως: <Ανδριανούπολις>, αντί "Αδριανούπολις".

ΑΝΕΚΑΘΕΝ. Περιέχει τήν έννοια "από..". Συνεπώς λάθος τό: <από ανέκαθεν>.

Γενικώς τά επιρρήματα εις -θεν εμπεριέχουν τό "από ..", π.χ. άνωθεν, κάτωθεν, έξωθεν ("η έξωθεν καλή μαρτυρία"), παιδιόθεν κτλ.

ΑΝΕΜΩΝΗ. Ονομα Α
κλίσεως καί οφείλει στήν γενική πληθυντικού νά είναι: "τών ανεμωνών". Λάθος: Ο χορός τών ανεμώνων.

ΑΝΤΕΠΕΞΕΡΧΟΜΑΙ. Γράφεται συνήθως καί λέγεται: <ανταπεξέρχομαι>, από άγνοια τών συντεθειμένων μερών (αντι-επι-εξ-ερχομαι).

ΑΝΤΙΠΑΣ. Ετσι πρέπει νά γράφεται τό όνομα καί όχι <Αντύπας>, ως προερχόμενον από τόν Αντίπατρο. Π.χ. Ηρώδης Αντίπας.

ΑΠΑΓΩΓΗ. Λέγεται: <Διά τής ατόπου απαγωγής>, αντί "διά τής εις άτοπον απαγωγής". Η απαγωγή δέν είναι άτοπος ...

ΑΠΑΘΑΝΑΤΙΖΩ. Λέγεται συνηθέστατα <αποθανα-τίζω>, πού σημαίνει τό αντίθετο από τήν πρόθεσι τού ομιλούντος ή γράφοντος.

ΑΠΑΥΔΑΩ-Ω. Εκφέρεται λάθος στόν παρακείμενο <έχω απηυδήσει>, αντί "έχω απαυδήσει". Ο απαρεμφατικός τύπος (απαυδήσει), μέ τόν οποίον σχηματίζεται περιφραστικώς ο παρακείμενος, δέν παίρνει αύξησι.

ΑΠΕΙΡΟΚΑΛΟΣ
Λέγεται καί γράφεται πολλές φορές μέ τήν έννοια "πολύ ωραίος", ενώ σημαίνει περίπου τό αντίθετο. Ο μή έχων πείραν, γνώσιν τού καλού (=ωραίου), άμουσος, χυδαίος. Τό ίδιο περίπου συμβαίνει καί μέ το "ευάριθμος".

ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΟΜΑΙ. Λάθος: <απαγοητεύομαι>.

ΑΠΟΚΡΕΩΣ. Η Απόκρεως, τής Απόκρεω, αι Απόκρεω, τών Απόκρεων. Λάθος κοινότατο: <τών Απόκρεω>.

ΑΠΟΛΛΥΜΙ Συνήθως αγνοείται ο ενεστώς τού ρήματος καί πολλοί χρόνοι σχηματίζονται κατ' αναλογίαν από τήν παράγωγο λέξι [απώλεια] ή τόν αόριστο [απώλεσα].
Συνήθη είναι τά λάθη: απωλεσθέντων (αντί: απολεσθέντων), θά απωλεσθή (θα απολεσθή), "Μωραίνει Κύριος, όν βούλεται απωλέσαι", (αντί απολέσαι).

ΑΠΟΝΕΜΩ. Τό γ' πληθυντικόν τού αορίστου χρησιμοποιείται συνήθως λανθασμένο: οι στρατιώτες απένειμον (αντί: απένειμαν) τόν οφειλόμενο χαιρετισμό (προφανώς κατ
αναλογίαν πρός τόν παρατατικό: απένεμον).

ΑΡΙΘΜΗΣΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
Οι ελληνικοί αριθμοί παρίστανται μέ ένα γράμμα κεφαλαίο καί τόνο άνω δεξιά. Π.χ. Β' , Γ' Σ.Σ. καί όχι μέ θαυμαστικό, όπως συνηθίζεται γιά μεγαλύτερη έμφασι, Β! , Γ! Σ.Σ. κτλ. Άλλο λάθος: Γεώργιος Β!, αντί Γεώργιος Β'.
Ο συμβολισμός αυτός δέν μπορεί όμως νά συνεχισθή καί στήν προφορική εκφώνησι. Αποτελεί λοιπόν λάθος αισθητικό καί ουσιαστικό η εκφορά: Γάμμα Σώμα Στρατού (αντί Τρίτο Σ.Σ.), βήτα κατανομή (αντί δευτέρα), Τάξη Σίγμα Ταύ (αντί έκτη), πολίτης βήτα κατηγορίας (αντί: δευτέρας) κτλ.
Σημαντική είναι η παράλειψις τού αρχαίου γράμματος ς
(στίγμα) πού παρίστανε τόν αριθμό 6. Σήμερα εξωβελίσθη από τήν γραφή καί από τά τυπογραφικά στοιχεία καί αντ αυτού καθιερώθηκε τό δισύλλαβο καί βαρβαρικόν ΣΤ', πού παρεμβάλλεται μεταξύ τών μονοσυλλάβων αριθμών τής πρώτης δεκάδος.
Ακόμη καί σέ εγγραφές, όπου πρέπει νά υπομνησθή η γλωσσική παράδοσις, τό ς' (στίγμα) συστηματικώς αγνοείται. Π.χ. σέ περυσινές πινακίδες τού Δήμου Θεσσαλονικέων: ΚCΤ
ΔΗΜΗΤΡΙΑ.

ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΑ
Οι κλίσεις τών αριθμητικών έχουν ωρισμένες ιδιοτυπίες, πού συνήθως αγνοούνται από τούς πολλούς. Συχνά λάθη: <τής μίας> αντί τής μιάς (τό "μιάς" καί "ουδεμιάς" φαίνονται σέ πολλούς ως τύποι δημοτικής), <τόν έναν> ένα.
Τό "τριακόσια" ακούεται συνηθέστατα <τρακόσα>, άγνωστον γιατί καί πώς.
Στίς ωρολογιακές ώρες καταργούνται οι κλίσεις: <Τό τραίνο τών μία>" ή <Τό τραίνο τών τρείς>", αντί τής μιάς, τών τριών. <Στίς ... μία>, αντί "στήν μία", <οι ειδήσεις τών μία καί μισή> (ΕΤ2).

ΑΡΩΓΗ & ΕΥΔΟΚΙΜΗΣΗ. Δύο λέξεις από θέμα εκθέσεως στίς Γενικές Εξετάσεις τού 1985. Δέν έχουν σχέσι μέ τήν ορθογραφία, αλλά απέδειξαν τήν γλωσσική γύμνια τών Ελληνοπαίδων, γιατί απεδείχθη ότι τίς αγνοούσε τό πλείστον τών υποψηφίων.

ΑΤΑΒΙΣΜΟΣ. Καί ορθότερον "αταυισμός", από το λατ. atavus=πρόγονος. Αγνωστον γιατί γράφεται από πολλούς ατταβισμός.

ΑΥΞΗΣΙΣ ΣΥΛΛΑΒΙΚΗ.
Πολλές φορές διατηρείται καί σέ χρόνους ή τύπους μή ιστορικούς, π.χ. εχουν περισυνελέξει, θά περισυνελέξουν, (αντί: έχουν περισυλλέξει, θά περισυλλέξουν). Η αύξησις μάλιστα διατηρείται κάποτε καί σέ ωρισμένα ρηματικά παράγωγα. Π.χ. "γιά τήν περισυνέλεξη ναυαγών" (ΣΚΑΥ), αντί περισυλλογή.
Επίσης "επανεξελέγεται πρόεδρος τής Κροατίας ο Φράνιο Τούτζμαν"(ΑΝΤΕΝΝΑ).
Εξεσφενδονίζεται ... (τό "εκσφενδονίζομαι" παρου-σιάζει κάποιες δυσκολίες προφοράς). Εξ άλλου η προστακτική τού αορίστου παρέχει έδαφος γιά λάθη τού τύπου: <εξέφρασε, περιέγραψε, υπέγραψε, αντέδρασε> κτλ, αντί "έκφρασε, περίγραψε, υπόγραψε, αντίδρασε".
Κλασσικό είναι τό λάθος <Επέστρεφε-προστακτική>, από τίτλο ποιήματος τού Κων. Καβάφη, πού έγραψε ιστορία στούς νεοελληνικούς σολοικισμούς (εξ αυτού καί ομώνυμο αθηναικό κέντρο διασκεδάσεως).

ΑΥΞΗΣΙΣ ΧΡΟΝΙΚΗ
Οπως προκειμένου περί τής συλλαβικής αυξήσεως καί η χρονική από άγνοια τίθεται εκεί πού δέν χρειάζεται. Π.χ. <έχω απηυδήσει>, αντί "απαυδήσει" κτλ. ή οι προστακτικές αορίστου: <εξήτασε, ενήργησε, παρήγγειλε>, αντί "εξέτασε, ενέργησε, παράγγειλε".
Πάντως κατά τήν γραμματική τής Δημοτικής, αύξησις χρονική δέν υφίσταται, πλήν τών ρημάτων "είχα, ήρθα, ήμουν". Ομώς τί γίνεται, προκειμένου περί τού "υπάρχω"; Θά πούμε <ύπαρχα, ύπαρξα>, αντί τών δοκίμων τύπων "υπήρχα", "υπήρξα";

ΑΥΤΟΣ ΚΑΘ' ΕΑΥΤΟΝ
Αυτή καθ' εαυτήν, αυτοί καθ' εαυτούς, αυταί καθ' εαυτάς, αυτών καθ' εαυτούς, αυτού καθ' εαυτόν κτλ. Αυτή είναι η ορθή σύνταξις τής επιμάχου αυτής εκφράσεως, πού κακοποιείται τόσο βάναυσα ακόμη καί από τούς λεγομένους μορφωμένους. Τά αυτός καθ' εαυτός, αυτής καθ' εαυτής, αυτού καθ' εαυτού κτλ. είναι όλα σολοικισμοί. Η πρόθεσις "κατά" συντάσσεται μόνον μέ γενική καί αιτιατική καί ποτέ μέ ονομαστική.

ΒΑΡΥΜΠΟΠΗ. Τοπωνύμιον τής Αττικής. Λάθος: Βαρυμπόμπη, Βαρυπόμπη.

ΒΡΟΧΟΣ. Η θηλειά. Συγχέεται μέ τόν βρόγχο (=αναπνευστικός σωλήν), κυρίως στά κομπιουτερικά κείμενα, όταν θέλουν νά αποδώσουν τήν έννοια τού Loop. Π.χ. "τού έβαλε βρόγχο", αντί βρόχο.

ΓΕΘΣΗΜΑΝΗ. Γράφεται καί λέγεται Γεσθημανή.

ΓΕΝΙΚΑΙ ΑΚΛΙΤΟΙ
<Τού Δίον, τής Χριστίνα Ωνάση>(MEGA). <Μέχρι τής αποδείξεως τού ... εναντίον>(ελέχθη σέ ελληνική ταινία). Ακλιτες επίσης θεωρούνται πολλές φορές λέξεις όπως, ποιόν, πύον, σημειωτόν κτλ. <Τού βήματος ... σημειωτόν!>. Τό ίδιο ισχύει καί μέ τό εμβαδόν, πλαγκτόν, <Υπαρξη ... πλαγκτόν>(Κ29).

ΓΕΝΙΚΗ ΕΝΙΚΟΥ
Πολλοί λόγιοι τύποι τής γενικής ενικού έχουν εξοβελισθή βιαίως από τήν καθιερωμένη γραμματική τής Δημοτικής, σέ βαθμό παντως μικρότερο από τήν γενική τού πληθυντικού. Π.χ. επίθετα όπως ο βαθύς, ο πολύς κ.α. δέν έχουν γενική ενικού. Φαίνεται πως τύποι όπως τού πολλού, τού βαθέος κ.α. πέφτουν "βαρείς" (ή βαριοί ...) στήν σύγχρονη γλώσσα.
Πρόβλημα δημιουργούν στήν γενική οι δημοτικοποιηθέντες τύποι θηλυκών ονομάτων τής τρίτης κλίσεως. <Τής εισαγγελέας, τής συγγραφέας, τής διεθνής> κτλ.

ΓΕΝΙΚΗ ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΥ
Τό ασθενές σημείον τής Δημοτικής. Ο Κριαράς μάλιστα εδογμάτισε ότι οι λόγιοι τύποι (π.χ. πασών, παχειών κτλ) δέν θά πρέπει νά εκφέρωνται στήν γενική τού πληθυντικού, αλλά κατ' άλλον τρόπον περιφραστικώς. Ισως τό δόγμα Κριαρά είναι λιγώτερο κακό από τήν ίδια τήν χρήσι κακοποιημένων τύπων, όπως <τών παχέων .. αγελάδων> καί μάλιστα πολλές φορές από γραφίδα "μορφωμένων" ανθρώπων. Επίσης: <τών κατακόμβων (ΕΤ2), τών ανεμώνων, τών Αρχάνων (MEGA)>, αντί "κατακομβών, ανεμωνών, Αρχανών".
Αλλα δείγματα, διά στόματος διαφόρων πολιτειακών παραγόντων: <Υπαρχόντων δομών> ή τό πρόσφατο: <πληγέντων περιοχών>, αντί "υπαρχουσών, πληγεισών".

ΓΙΓΝΟΜΑΙ
Συγχέεται μέ τό γεννώμαι, ιδίως στήν προστακτική τού παθ. αορίστου.
Σύνηθες τό λάθος: <Γεννηθήτω τό θέλημά σου>, <Γεννηθήτω Δημοκρατία> (βιβλίο τού Γ. Καψή), αντί τού ορθού: "Γενηθήτω τό θέλημά σου".
Αλλο λοιπόν "γέννησις" καί άλλο "γένεσις", ενώ τό συχνά γραφόμενο <γέννεση>, είναι ανύπαρκτο.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ. Τό θηλυκό κακοποιείται, η γραμματέας τής γραμματέας κτλ.

ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ. Πολλές φορές ακούονται ως <δεπτερόλεπτα>, μέ τήν πρόθεσι μιάς "αποκατα-στάσεως" στό ορθόν καί πιό "ευπρεπές" (συνήθως απο εκφωνητάς αγώνων καλαθοσφαίρας). Οψιμος λογιωτατισμός καί μάλιστα σέ εποχή πλήρους κυριαρχίας τής Δημοτικής. Πιό σπάνιο είναι τό <νάπτης>, ως δήθεν τό ορθόν τού ναύτης.

ΔΗΜΟΣ
Είναι η συνέλευσις τού λαού, τό σύνολον τού λαού (π.χ. η Εκκλησία τού Δήμού τών αρχαίων Αθηναίων), κατ
αντιδιαστολήν πρός τήν Βουλήν. Οφείλει λοιπόν νά λέγεται Δήμος Θεσσαλονικέων καί όχι Δήμος Θεσσαλονίκης κτλ. Ειδικώς γιά τήν περίπτωσι τών Αθηνών τό λεγόμενον συνηθέστατα Δήμος τής Αθήνας, αντί Δήμος Αθηναίων, αποτελεί όχι απλώς σολοικισμόν αλλά καί ασέβεια πρός τόν πρώτον καί ενδοξότερον δήμον τής ιστορίας.

ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ. Η λέξις κακοποιείται στόν γραπτό καί κυρίως στόν προφορικό λόγο, ως <δικτακτορία>.

ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ ΣΥΜΦΩΝΩΝ
Ψέμματα (αντί: ψέματα), κλάμματα (κλάματα), λύμματα (αντί λύματα), Βλάσσης, αντί Βλάσης, Ελισσάβετ, αντί Ελισάβετ, Εριννύες, αντί Ερινύες. Αένναος (αέναος), άλυσσίδα, άλυσσος (άλυσις), μασσώ (μασώ), Κνωσσός (Κνωσός), έλλειπε (αντί: έλειπε - ο διπλασιασμός υπάρχει μόνον στά ρήματα από -ρ-, π.χ. έρριπτε).
Ο διπλασιασμός αυτός, εκτός τών λόγων αγνοίας, γίνεται μέ τήν πρόθεσι τής εμφάσεως ή τής ενισχύσεως τού νοήματος τής λέξεως, όπως π.χ. ο λεγόμενος "εκφραστικός διπλασιασμός" συμφώνου στήν περίπτωσι τής λέξεως βορέας-βορράς.

ΔΟΞΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ
Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι ή Δόξα σοι, ο Θεός ημών. Αίνος απευθυνόμενος πρός τόν Θεόν, χρησιμοποιείται όμως κακώς όταν τό πρόσωπο πρός ό απευθύνεται, είναι συνάνθρωπός μας. Τότε έδει νά χρησιμοποιήται τό "Δόξα τώ Θεώ".

ΔΟΤΙΚΗ.
Η δοτική πτώσις εκτός τής σημασίας της, από τήν άποψι τής συντάξεως, προσέδιδε επί πλέον καί ποικιλία στήν γλώσσα.

Στήν Δημοτική αποδίδεται περιφραστικώς. Πολλοί όμως λόγιοι τύποι, εν χρήσει ακόμη, δέν ήταν δυνατόν νά απαλειφθούν. Γιά νά αποδυναμωθή η λογία προέλευσις τών τύπων αυτών, έχει επικρατήσει νά γράφωνται ως μία λέξις: τωόντι, εντωμεταξύ, εντούτοις, εντέλει. Χειρότερα όμως είναι φαινόμενα τού τύπου: <εν πτήση, βάση προγράμματος, λόγο τιμής, υπόψη, καλή τή πίστη, εν δράση> κτλ.
Ενώ μέ τήν κατάργησι τής υποτακτικής, είχαμε εξαφάνισι από τίς καταλήξεις τού -η- καί τήν αντικατάστασι από τό -ει-, στήν περίπτωσι τής μεταφοράς λογίων τύπων τής δοτικής στήν Δημοτική, έχομε αντίστροφο φαινόμενο.

ΜΕΡΟΣ Β'

ΔΥΟ ΑΥΞΗΣΕΙΣ
Απεκατεστάθη, αντί αποκατεστάθη. Εν τούτοις τό αμφισβητώ λαμβάνει κανονικώς εσωτερική καί εξωτερική αύξησι καί αναδιπλασιασμό, π.χ. ημφεσβήτουν.

ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ
Ετσι πρέπει νά φέρεται η ιστορική αυτή οδός καί όχι Οδός Εγνατίας ή Οδός Εγνατία (καί γιά τούς βαρβαρίζοντες Εγναντία). Λάθος είναι π.χ. τό Εγνατίας 406. Ορθόν είναι: Εγνατία Οδός 406 ή έστω Εγνατία 406, κατά τό Ιερά Οδός. Η γενική δικαιολογείται στόν άλλο τύπο οδοσημάνσεως π.χ. Οδός Κανάρη 10 ή Κανάρη 10 κτλ

ΕΓΧΕΙΡΩ (εγχειρέω)
Κάνω εγχείρησι. Συγχέεται μέ τό εγχειρίζω=δίνω στό χέρι. Ετσι γράφεται καί λέγεται: εγχειρισμένος, εγχειρισθείς, θά εγχειρισθή, εγχείριση, αντί τών ορθών: εγχειρημένος, εγχειρηθείς, θά εγχειρηθή, εγχείρησις κτλ.

ΕΔΩΔΙΜΑ
Στά παλαιά παντοπωλεία ανεγράφετο "Εδώδιμα & Αποικιακά" κάτω από τόν τίτλο. Εξ αιτίας αυτού καί τής παρηχήσεως τού "εδω-", η λέξις λέγεται μέ τήν έννοια τού εντοπίου, ενώ στήν πραγματικότητα σημαίνει "βρώσιμος" (από τό εδωδή=τροφή). Τά παραδοσιακά παντοπωλεία δέν υπάρχουν πλέον, θύματα τών Super Markets, όσα όμως κατώρθωσαν νά επιβιώσουν, πρέπει νά αποκαταστήσουν τόν υπότιτλο εις τό ορθόν: "Εντόπια & Αποικιακά".

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Λεκτικώς "φορούνται" πολύ τώρα τελευταία, θά έλεγε κανείς σέ επιδημικό βαθμό. Παλαιότερα υπήρχε η διατύπωσις "ο λεγόμενος ...", μέ ειρωνική σημασία, τώρα όμως λέμε "ο αδικημένος σέ εισαγωγικά ..." κτλ. Πολλοί κάνουν σύγχυσι μεταξύ εισαγωγικών καί παρενθέσεως καί έχομε τά φαινόμενα τού τύπου "ο φίλος εντός ... παρενθέσεως" (εκφωνητής τού ΑΝΤΕΝΝΑ).

ΕΚ ΤΩΝ ΕΝΟΝΤΩΝ. Γιά αγνώστους λόγους, εγράφετο μέ δασεία (τήν εποχή τού πολυτονικού), ενώ είναι μετοχή τού ρήματος ειμί - ένειμι.

ΕΚΩΝ-ΑΚΩΝ. Εκών-άκων. Ο τονισμός τού πρώτου παρασύρει πολλές φορές καί τό δεύτερο. <Εκόντες, ακόντες>. Ανάλογο φαινόμενο παρασύρσεως υπάρχει καί στό έμμεσος-άμεσος, οπότε προκύπτει τό λάθος έμμεσος-άμμεσος.

ΕΛΑΣΣΩΝ. Ο,η ελάσσων, τό έλασσον. Πολλοί λέγουν <τό ελάσσον>.

ΕΛΚΗΘΡΟ. Λάθος <τό έλκυθρο> (προφανώς κατ' αναλογίαν μέ τόν ελκυστήρα).

ΕΜΒΑΔΟΝ. Πολλές φορές χρησιμοποιείται ως άκλιτο, π.χ. τού εμβαδόν.

ΕΝΑΝΤΙΟΣ
Εναντίος, εναντία, εναντίον. Λάθος <ο ενάντιος>. Από μερικούς τό ουδέτερο εναντίον, λογίζεται ως άκλιτο ή επίρρημα, εξ ού καί ο σολοικισμός:" Μέχρις
αποδείξεως τού ... εναντίον!" (ελέχθη σέ παλιά ελληνική ταινία).

ΕΝΔΟΝ. Επίρρημα τοπικό, πού κάποιοι τό έκαναν όνομα: εκ τών ... ένδων.

ΕΝΣΚΗΠΤΩ. Από σύγχυσι μέ τό κύπτω, γράφεται: ενσκύπτω.

ΕΞ ΑΠΑΛΩΝ ΟΝΥΧΩΝ. Ελέχθη από δημοσιογράφο, σέ κατάθεσι στό Ειδικό Δικαστήριο, μέ τήν έννοια "διακριτικά, μέ τρόπο ...", ενώ η πραγματική σημασία τής εκφράσεως είναι τελείως διάφορη: "από παλιά, από τά παιδικά χρόνια, όταν τά νύχια ήταν απαλά, τρυφερά".

ΕΠΙΣΚΕΠΤΟΜΑΙ. Οι τύποι επισκεφθή, επισκεφθούν, από σύγχυσι μέ τό επισκευάζομαι, γράφονται πολλές φορές <επισκευθή, επισκευθούν> κτλ.

ΕΠΙΣΤΑΜΑΙ. Από τήν χρήσι τού επιρρήματος "επισταμένως" (κακώς κατά Γ. Ζηκίδην), επεκράτησε νά λέγεται καί γράφεται <επισταμένες έρευνες, επι- σταμένος έλεγχος κτλ.>, αντί επιστάμενες, επιστάμενος.

ΕΠΩΝΥΜΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ. Εκφέρονται κατά γενικήν κτητικήν τού αντιστοίχου ανδρικού. Π.χ. Ελένη Γαληνού, από τό αρχικόν: Ελένη, σύζυγος (ή κόρη) Δημ. Γαληνού (ονομαστική: ο Γαληνός). Συνεπώς τό συχνά λεγόμενον: <τής κυρίας Βουγιουκλάκης> κτλ, αποτελεί λάθος (δύο γενικές).

ΕΡΩΜΑΙ (Εράομαι-ερώμαι).|Συνήθης η μετοχή ερωμένη, από τήν οποίαν προήλθεν κακώς καί επεβλήθη παντού ο αρσενικός τύπος <ερωμένος>, αντί τού ορθού: "ερώμενος".

ΕΣΟΜΑΙ
Μέλλων τού ειμί. Τί γ' ενικόν πρόσωπον σχηματίζεται ανωμάλως: "έσται", κάτι που αγνοείται από τήν πλειοψηφία τών Νεοελλήνων. Π.χ. <Εσεται ήμαρ> (Πρόεδρος τής Βουλής), αντί "έσται". "Καί έσται τά ελέη τού μεγάλου Θεού ...", "ού τής βασιλείας ουκ έσται τέλος" κτλ.

ΕΥΑΡΙΘΜΟΣ
Λέγεται, κακώς, μέ τήν έννοια τού πολυπληθούς, ενώ σημαίνει ακριβώς τό αντίθετον: ολιγάριθμος. Π.χ. "Μετέβη στό Αίγιον γιά τούς σεισμούς <ευάριθμο> κυβερνητικό κλιμάκιο ..." (άν ήταν πραγματικά "ευάριθμο", ούτε κάν θά ανεφέρετο ...).

ΕΧΩ
Υπάρχει δυσκολία καί άγνοια στήν έκφρασι τού αορίστου καί τού στιγμιαίου μέλλοντος. Λέγεται: θά απέχη, παρέχη, εκεί πού έπρεπε νά λεχθή: θά απόσχη
θά παράσχη, άν καί γιά τό τελευταίο λέγεται τό εξ ίσου λάθος: θά παρέξη.
Αλλο λάθος είναι: θά συμμεθέξη, αντί τού ορθού: συμμετάσχη.
Απεναντίας η υποτακτική: κατάσχω, κατήντησε ρήμα κατ' ενεστώτα, μέ άλλη πλήν παραπλήσια σημασία.

ΖΑΠΛΟΥΤΟΣ (από τό διάπλουτος)
Σύνηθες τό λάθος <ζάμπλουτος>, προφανώς κατ'αναλογίαν μέ τό "πάμπλουτος".

ΗΚΩ. "Ηξεις, αφήξεις". Μέλλοντες τού ήκω καί τού αφήκω (απο-ήκω). Γράφεται συνήθως λάθος: ήξεις, <αφίξεις> (από τό αφικνούμαι).

ΘΑΛΠΩ. Εν συνθέσει κακοποιείται συχνά, ως υποθάλπτω, περιθάλπτω.

ΙΔΙΑΖΩΝ, ΙΔΙΑΖΟΝΤΩΣ (ιδιάζων, ιδιαζόντως)
Από λάνθασμένο συσχετισμό μέ τό ρήμα ζώ, έχει γραφή σέ εφημερίδα <ιδιαζώντος>.

ΙΚΕΤΙΔΕΣ.Αι Ικέτιδες, τραγωδία τού Ευριπίδου. Στήν Δημοτική, σέ μεγάλες επιγραφές έξωθι τού ΚΘΒΕ, απεδόθη ως <Ικέτισσες>, κάτι πού αλλοιώνει τήν ταυτότητα τού κλασσικού έργου.

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ. Ξένη λέξις, δυσκολοπρόφερτη στά ελληνικά. Συνήθως προφέρεται ιστιντούτο, ιστιτούτο κτλ.

ΙΧΘΥΣ. Η ονομαστική τού πληθυντικού αποδίδεται σχεδόν πάντοτε <ιχθείς>, αντί τού ορθού "ιχθύες". Τόπος τού εγκλήματος συνήθως οι σελίδες τών ωρο-
σκοπίων τών εφημερίδων καί περιοδικών.

ΚΑΘΗΜΑΓΜΕΝΟΣ. Παθ. παρακείμενος τού ρ. καθαιμάσσω (καταματώνω, βάφω τι δι' αίματος). Πολλές φορές από άγνοια τής προελεύσεως τής λέξεως, χρησιμοποιείται μέ διάφορες άσχετες σημασίες, όπως π.χ. "Η Αθήνα καθημαγμένη από τό νέφος καί τό κυκλοφοριακό" (εφημερίς).

ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ. Αυτή είναι η ορθή αναγραφή καί όχι τό νεοελληνικό <καινούριος>, δεδομένου ότι η λέξις προέρχεται από τό καινουργής. <Καινούρια Εποχή> ήταν τίτλος περιοδικού τέχνης τής δεκαετίας τού '50.

ΚΑΚΟΣ. Παραθετικά: κακός, κακίων, κάκιστος καί σάν επίρρημα: κακώς, κάκιον, κάκιστα. Καί όχι <κακώς, κακίον, κάκιστα>, όπως ελέχθη σέ παλιά ελληνική κωμωδία (από τόν Β. Αυλωνίτη).

ΚΑΤΑΧΩΡΙΖΩ.Καταχωρισμένος καί όχι: <καταχωρώ, καταχωρημένος>.

ΚΗΦΙΣΙΑ. Η Κηφισιά, τής Κηφισιάς, εις τήν αρχαίαν καί τήν νέαν ελληνικήν. Συνεπώς τό λέγειν <Λεωφόρος Κηφισίας>, μέ πρόθεσι τόν αρχαϊσμό ή τήν επιση-μότητα, είναι σολοικισμός. Πρβλ. η ροδωνιά.

ΚΙΡΡΩΣΙΣ. Από λάθος συγχέεται μέ τήν κύρωσι.

ΚΛΗΤΙΚΗ ΔΕΥΤΕΡΟΚΛΙΤΩΝ ΘΗΛΥΚΩΝ: Η κατάληξις τής κλητικής αρσενικών καί θηλυκών είναι -ε. Πλείστοι όμως από άγνοια καί συνήθεια επιμένουν νά προσφωνούν : <κυρία πρόεδρος, κυρία υπουργός> κτλ. Τά ορθά: "κυρία πρόεδρε, κυρία υπουργέ", όπως άλλωστε καί τά γνωστά: Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε, άσπιλε αμόλυντε άχραντε Θεοτόκε, άμπελε, αειπάρθενε.

ΚΟΙΝΟΤΟΠΟΣ.Κοινότοπος, κοινοτοπία. Λάθος τά <κοινότυπος, κοινοτυπία>.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ. Είναι η προσευχή τού Κυρίου καί όχι φυσικά τής Κυριακής, όπως λάθος ενόμισε ο Αλκης Στέας σ' ένα τηλεοπτικό παιγνίδι καί τήν απεκάλεσε ... "Κυριακάτικη Προσευχή!"

ΛΕΙΠΩ.Τό κυριώτερο λάθος σ'αυτό τό ρήμα είναι ο παρατατικός: <έλλειπα>.
Τό λάθος γίνεται προφανώς κατ' αναλογίαν πρός τούς ιστορικούς χρόνους ρημάτων από -ρ-. Π.χ Ρίπτω, έρριπτον, έρριξα κτλ. Πιθανόν όμως νά οφείλεται σέ σύγχυσι μέ τό σύνθετο ρήμα ελλείπω (εν-λείπω), πού όμως στόν παρατατικό είναι ενέλειπον, ενέλειπα - πάντως εν αχρηστία.

ΛΟΓΙΟΙ ΤΥΠΟΙ
Η προσπάθεια προσαρμογής λογίων τύπων στήν Δημοτική, δημιουργεί συνηθέστατα κωμικοτραγικές καταστάσεις. Π.χ. "λόγο τιμής", "εν πτήση", "υπόψη",
"φύση επιθετική ομάδα", "είναι γνωστόν τοίς πάσης ...", "καλή τή πίστη", "πολιτικός εν δράση", "βάση τού άρθρου" (εφημ.). Υπάρχει όμως καί τό άλλο φαινόμενο τής "δοτικοποιήσεως" μέ ταυτόχρονη αλλαγή κλίσεως, π.χ. "εν πάσει περιπτώσει", "πάσει θυσία" κτλ.
Επίσης υπάρχουν ερμαφρόδιτες περιπτώσεις, όπως: <όσο αφορά> κτλ.
Αλλες πάλι προσπάθειες γίνονται γιά τήν αποδυνάμωσι τών λογίων τύπων, πού φαίνεται δέν τούς αντέχει η Δημοτική ωρισμένων. Π.χ. εντωμεταξύ, τωόντι, εντούτοις, εντέλει, καταρχάς, εξαρχής, επικεφαλής, εξαιτίας κτλ.
Αυτοί οι επιεικώς βαρβαρισμοί αποβλέπουν προφανώς στό νά αποχρωματίσουν τίς λόγιες εκφράσεις, μεταβάλλοντες αυτές σέ επιρρήματα, ώστε νά λησμονηθή η αφετηρία τους.

ΛΟΓΙΩΤΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΚΕΚΤΥΠΟΣ
Ωρισμένες λέξεις μέ τίς διφθόγγους -αυ-, -ευ-, θεωρούνται από επιδόξους αττικιστάς ως αδόκιμες ή "λαϊκές" καί συνεπώς πρέπει νά "αποκατασταθούν".
Π.χ. <νάπτης> (ίσως από τό κανδηλανάπτης), αντί "ναύτης", <δεπτερόλεπτα>, αντί δευτερόλεπτα κτλ.
Η πρώτη ακούεται πιό σπάνια, ενώ η δεύτερη πολύ συχνά, ιδίως σέ περιγραφές αθλητικών συναντήσεων.
Λέγεται Λεωφόρος Κηφισίας, μέ πρόθεσι αρχαιοπρεπείας καί ορθοφωνίας, ενώ τό ορθόν καί στήν αρχαία εκφορά είναι: Κηφισιά, Κηφισιάς.
Ακόμη: <πρωτίστως>, αντί "πρώτιστα" κτλ.

ΜΑΣΣΑΛΙΩΤΙΣ. <Μασσαλιώτισσα>, όταν η Δημοτική φθάνει στά άκρα. Ανάλογο παράδειγμα: Αι Ικέτιδες καί αι Τρωάδες τού Ευριπίδου, έγιναν <οι Ικέτισσες καί Τρωαδίτισσες>.

ΜΑΣΤΙΞ. Σύνηθες λάθος : <Η μάστιγξ ... τού Θεού>.

ΜΕΓΑΛΕΠΗΒΟΛΟΣ. Λάθος: μεγαλεπίβολος.

ΜΕΓΕΘΥΝΣΙΣ Πολλοί γιά λόγους ψευδούς ευφωνίας, λέγουν-γράφουν: μεγένθυση, μεγενθύνω.

ΜΕΛΕΙ. Ρήμα απρόσωπον, που δηλοί φροντίδα καί μέριμνα καί ουδεμίαν σχέσιν έχον μέ τό ρ. μέλλω (= έχω σκοπόν, προτίθεμαι). Εν τούτοις συχνή είναι η σύγχυσις τών δύο. Π.χ. <Η κυρία δέν μέ μέλλει> (θεατρικό έργο).

ΜΕΝΕΤΟΣ. Μόνον στήν έκφρασι "οι καιροί ου μενετοί". Λάθος τό <μαινετοί>.

ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΣ. Ο συγκριτικός τού επιρρήματος δέν είναι μεταγενεστέρως, αλλά μεταγενέστερον. Π.χ. καλώς, κάλλιον, κάλλιστα. Πρβλ. τό λάθος: <πρω-τίστως>, αντί: "πρώτιστα".

ΜΕΤΟΧΑΙ ΘΗΛΥΚΩΝ
Γιά τήν δημοτική, οι μετοχές θηλυκού γένους θεωρούνται "πολύ λόγιες" καί δέν μπόρεσαν νά ενσωματωθούν χωρίς απώλειες. Ιδιαίτερα "ευπαθής" είναι η γενική τού πληθυντικού, αλλά καί οι άλλες πτώσεις. Π.χ. <Οι εναπομείναντες .. Σοβ. Δημοκρατίες> (MEGA). <Τών υπαρχόντων ... περιπτώσεων> (Υπουργός στήν Βουλή), <λειτουργούντων θεραπευτικων κοινοτήτων> (υπουργός), <δευτερεύοντος σημασίας> (ραδιόφωνο).

ΜΕΤΟΧΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ
Η ενεργητική μετοχή έχει τεθή εκποδών καί έχει αντικατασταθή από τόν γερουνδιακό (κατά Γ. Χατζηδάκι) τύπο εις -όντας, -ώντας.
Η αδυναμία αυτή τής Δημοτικής εν συνδυασμώ μέ τήν αναγκαστική παρουσία ωρισμένων λογίων καταλοίπων, δημιουργεί τραγελαφικά αποτελέσματα, όπως: τού αιτούντα (αφού ο αιτών δέν υπάρχει, ποιά είναι η ονομαστική, ο αιτούντας ή ο αιτώντας;), ο αναβληθέντας αγώνας.

ΜΗΝΕΣ. Λάθη τού προφορικού κυρίως λόγου: <Σεμπτέμβριος, Οκτώμβριος>, αντί "Σεπτέμβριος, Οκτώβριος".

ΜΙΑ. Γενική τής μιάς (καί ουδεμιάς) καί όχι τής μίας (ουδεμίας).

ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ. Αμίμητος σολοικισμός (πού ομοιάζει μέ ανέκδοτο) από Ελληνα βουλευτή: "Καί όπως λένε οι Γάλλοι: Μολών Λαβέ ...!"

ΜΥΣ. Παλαιότερα ελέγετο λάθος οι μύς. Τώρα τό λάθος αποκατεστάθη, αλλά τό ορθόν επεκτείνεται, ως μή ώφειλε, καί στήν αιτιατική: τούς μύες.

ΞΕΝΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΜΕ -V-
Το λατινικό ή λατινογενές -V- αποδίδεται στήν νεοελληνικήν κακώς μέ τό -Β- ή -β-, ενώ τά γράμματα αυτά αποδίδουν ως γνωστόν παλαιόθεν τό λατινικό -B- καί -b-. Π.χ. Βέλγιον, Βρεταννία, Βαυαρία, Βραζιλία, Βρούτος κτλ.
Οι αρχαίοι καί οι πρώιμοι Βυζαντινοί απέδιδαν τίς ξένες λέξεις μέ -V-, μέ τό -ου-, -υ- ή κάποτε παρέλειπαν τελείως τό γράμμα, όπως στίς περιπτώσεις Ενετία, Νοέμβριος, Οδόακρος, Γένουα (Venetia, Novembrius, Odovacar, Genova). Ετσι έχομε παραδείγματα από ρωμαικά ονόματα, Ουάλης (Valens), Ουαλέριος (Valerius), Αυρήλιος (Aurelius), Ουήρος (Verus), Ουάρρων (Varro), Ουάνδαλος, Ουανδαλικός, Ουεργίλιος, Ουισίγοτθοι κτλ. Τά Βάνδαλοι, Βιργίλιος, Βησιγότθοι είναι μεταγενέστερα, όταν πλέον τό βήτα είχε μεταπέσει από τού αρχικού -b- σέ -v-. Γραπτέα λοιπόν : ευαπορέ (όχι εβαπορέ), Εύανς, Ευίτα (όχι Εβίτα), Χαυιέ (Xavier), Αταυισμός, Δαυός (Davos), ρευάνς (revanche), Νευάδα, Ευερεστ, Αυαροι (Avars), Λαυάλ (Laval), Πουκευίλ, Μοραυία, Ζένδ Αυέστα, αυοκάδο, Ραυέννα Ravenna), Παυία, Ναυάρα, Σαυοναρόλα, Σλαύοι, Τραυιάτα, Τρεύι.
Από τά λίγα ονόματα πού έχουν διασωθή, είναι η Γενεύη, η Βαυαρία κτλ (αν καί οι ψυχαρικοί επιμένουν στό: Βαβαρία!).

ΜΕΡΟΣ Γ'

ΟΜΟΣΠΟΝΔΟΣ, ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟΣ. Λέξεις μέ διάφορον σημασίαν, πού όμως χρησιμοποιούνται πολλές φορές αδιακρίτως - κυρίως η πρώτη. Ο "ομοσπονδιακός" αναφέρεται στήν ομοσπονδία εν συνόλω, ενώ ο "ομόσπονδος" στά επί μέρους συνιστώντα κράτη. Λέγομε: η Ομοσπονδιακή Γερμανία, αλλά τό ομόσπονδο κρατίδιον τής Βάδης-Βυρτεμβέργης. Λάθος τό λεγόμενον ότι "η (τέως) Γιουγκοσλαυία ήταν ομόσπονδο κράτος".

ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΕΙΣ -ΟΥΣ, -ΟΥΝ
Συνήθως αγνοείται η κλίσις τους καί από πολλούς μεταχειρίζονται ως άκλιτα. Π.χ. Ακτή Ελεφαντοστούν, αντί Ελεφαντοστού, τού άλματος τριπλούν, αντί τριπλού κτλ. Παράβαλε: τών Απόκρεω (αντί τών
Απόκρεων, αλλά τής Απόκρεω).

ΟΡΚΩΜΟΣΙΑ. Γράφεται πολλές φορές ορκομωσία, όπως επίσης καί συνομωσία.

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ Οσον αφορά εις .. Λάθος τό: "όσον αφορά τήν ..". Τραγική όμως η ακουστική παρανόησις "ως αναφορά ....". Επίσης τό "όσο αφορά" τής Δημοτικής.

ΟΥΔΕΜΙΑ. Γενική τής ουδεμιάς καί όχι τής "ουδεμίας". Επίσης τής μιάς.

ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. Η κατάργησις τής υποτακτικής εγκλίσεως καί η αντικατάστασις τού -η- μέ τό -ει-, επεξετάθη ατόπως καί στόν παθητικό αόριστο τής οριστικής. Π.χ. "συνέβει, εξελέγει, προέβει κτλ.", αντί "συνέβη", "εξελέγη", "προέβη", ή έστω "συνέβηκε, εκλέγηκε" κτλ.

ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ. Συχνό τό λάθος: "πρωτίστως", μέ προθέσεις αττικισμού, αντί τού ορθού "πρώτιστα", όπως "άριστα", "μέγιστα" καί όχι "αρίστως, μεγίστως" κτλ. Επίσης αντί τού "μεταγενεστέρως", ορθόν είναι τό: "μεταγενέστερον". "Τό ελάσσον", αντί: "έλασσον".

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Ο παρακείμενος τής νεοελληνικής σχηματίζεται μέ τό έχω καί τό απαρέμφατον ιστορικού χρόνου τού ρήματος χωρίς τό -ν-. Π.χ. έχω λύσει. Λάθη είναι π.χ. έχω εισάγει (όχι απαρέμφ. ενεστώτος), αντί έχω εισαγάγει, έχω απηυδήσει, αντί έχω απαυδήσει(τό απαρέμφατον δέν παίρνει αύξησι). Σύνηθες λάθος τής εποχής τής καθαρευούσης ήταν τά: έχω βρή, ιδή, ειπή κτλ. Οι ούτω γράφοντες ενόμιζαν ότι επρόκειτο γιά παθητικό τύπο, ενώ ήταν απλώς απαρέμφατον αορίστου β'. Ορθόν έχω βρεί (ευρεί-ευρείν), ιδεί (ιδείν), ειπεί (ειπεί) κτλ. Τώρα βέβαια μέ τήν αποπομπή τού -η- καί τήν αντικατάστασί του μέ τό -ει- ακόμη καί στούς παθητικούς τύπους, τό πράγμα έχει απλοποιηθή καί οι τύποι έχουν εξομοιωθή.

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ ΜΕΣΗΣ ΦΩΝΗΣ
Ελυόμην-ελύου-ελύετο-ελυόμεθα-ελύεσθε-ελύοντο. "Ευπαθή" τά β' πρόσωπα καί τών δύο αριθμών. Π.χ. ήσθο (από τό είμαι), αντί ήσθε (ή ήτε). Επίσης: ευρίσκεσθο (ευρίσκεσθε), εδέχεσθο (εδέχεσθε) κτλ.
Οι τύποι ρημάτων μέ τήν κατάληξι -σθο, συχνά εκφερόμενοι ακόμη καί εντός τής Βουλής, είναι ανύπαρκτοι καί προφανώς προϊόν αγνοίας.

ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ. Γράφεται: "παρεπιπτόντως", από λανθασμένη αναγνώρισι τού επιρρήματος: παρά-εν-πίπτω.
ΠΑΡΩΝ. Ως απάντησις σέ κάποιο προσκλητήριο, γράφεται: "έδωσαν τό παρόν", ενώ θά έπρεπε νά γράφεται: Εδωσαν τό "παρών" καί μάλιστα μέ εισαγωγικά.
Πρόβλημα βέβαια δημιουργείται, όταν τό προσκαλούμενο πρόσωπο είναι γυναίκα, πού θά ώφειλε νά απαντήση: παρούσα!

ΠΑΣ-ΠΑΣΑ-ΠΑΝ
Συνήθως κακοποιείται τό θηλυκό, π.χ. στήν δοτική "πάσει θυσία", αντί "πάση" ή στήν γενική πλυθυντικού, "πάντων τών καταστάσεων" αντί "πασών".
Ομως καί μέ τό αρσενικό έχομε π.χ. "πρό πάντος" (από τό πάντως, αντί "πρό παντός"). Αλλά καί η δοτική "τοίς πάσι" γίνεται αιτία πολλής συγχύσεως, ιδίως στήν
απόδοσι λογίων τύπων στήν Δημοτική. Π.χ. "Είναι γνωστόν τοίς.. πάσης" (ελέχθη από τό Ραδιόφωνο).

ΠΕΝΤΑΓΩΝΟ. Ετσι χαρακτηρίζεται τό ελληνικό Υπουργείον Εθνικής Αμύνης, κατ' αναλογίαν πρός τό αντίστοιχο τών ΗΠΑ. Εκείνο όμως είναι όντως πενταγώνου κατόψεως, κάτι πού δέν συμβαίνει μέ τό ημέτερον. Πρόκειται λοιπόν περί ενός κακό-γουστου μιμητισμού, μέ στοιχεία δουλοπρεπείας καί μικροψυχίας.

ΠΛΑΓΚΤΟΝ. Συνήθως εκλαμβάνεται ώς ξένη λέξις καί εκφέρεται ως άκλιτος. "Υπαρξη πλαγκτόν ...".

ΠΜ - ΜΜ. Πρό μεσημβρίας καί μετά μεσημβρίαν καί όχι "μετά μεσημβρίας".

ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
Ακατανόμαστος (ακατονόμαστος), παρανομαστής (παρονομαστής), ανταπεξέρχομαι (αντεπεξέρχομαι). Τά 90% τών Ελλήνων εκφέρουν τό ρήμα λάθος, χωρίς ελπίδα θεραπείας τού κακού, αφού οι εφημερίδες καί η τηλεόρασις αναπαράγουν καθημερινώς τό λάθος. Απαγοητεύω (απογοητεύω), αποθανατίζω (σημαίνει τό αντίθετο από αυτό πού θέλει νά πή, αντί: απαθανατίζω).
Υπάρχει καί μία άλλη κατηγορία λαθών, πού οφείλονται στήν αναλογία λεκτικών τύπων πρός τίς προθέσεις, π.χ. "συμπαραμαρτούντα" (αντί "συμπαρομαρτούντα").
Αλλη κατηγορία λαθών, είναι η λανθασμένη σύνταξις τών προθέσεων μέ τίς αντίστοιχες πτώσεις. Π.χ. "υπέρ τού δέοντος" (υπερ τό δέον), "μετά Χριστού" (μετά Χριστόν), "μετά μεσημβρίας" (μετά μεσημβρίαν).

ΠΡΟΣΔΟΚΩ. Προσδοκάω-ώ. Συχνό λάθος π.χ. Προσδοκεί ο Γ. Γ. τού ΟΗΕ.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΕΥΦΩΝΙΚΩΝ
Μεγένθυση (αντί μεγέθυνσις), Ιμβραήμ (Ιβραήμ ή Ιμπραήμ- Ibrahim ), αμβρότητες (αβρότητες), ζάμπλουτος (ζάπλουτος), Σεμπτέμβριος (Σεπτέμβριος), Οκτώμβριος (Οκτώβριος), Θρασύμβουλος (Θρασύβουλος). Ανδριανούπολις (αντί Αδριανούπολις). Τό λάθος παρατηρείται ευρύτατα καί μεταξύ τών θεωρουμένων μορφωμένων.
Ακόμη: Περιθάλπτω, υποθάλπτω (περιθάλπω, υποθάλπω).
Ωρίμανσις (αντί ωρίμασις - ωριμάζω), Σταχτομπούτα (Σταχτοπούτα).
Υπάρχει όμως καί τό αντίθετο: "αδριάς", αντί τού ορθού "ανδριάς", "καινούριος", αντί: "καινούργιος" (από τό καινουργής). Πρβλ. "Καινούρια Εποχή", περιοδικό τής δεκαετίας τού '50, τού Γιάννη Γουδέλη.
Χαρακτηριστικό είναι ακόμη τό παράδειγμα τού ελληνοποιημένου ξένου όρου [δικτατορία], πού φαίνεται δέν ακούεται καλά στά ελληνικά αυτιά καί γι' αυτό από μία μεγάλη πλειονότητα λέγεται καί γράφεται "δικτακτορία". Τό λάθος έχει γραφή καί μάλιστα προσφάτως, μέ μεγάλα στοιχεία: ΔΙΚΤΑΚΤΟΡΙΑ ! στήν πρώτη σελίδα αθλητικής εφημερίδος, οπωσδήποτε όμως διαπράττεται πιό συχνά στόν προφορικό λόγο.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΦΩΝΗΕΝΤΩΝ.
Αδελφοποιητός (αντί αδελφοποιτός), Αιθιοποιία (παλαιότερα ιδίως, αντί Αιθιοπία).

ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΣ.
Κατ' αναλογίαν πρός τίς λ. "επέλασις-επελαύνω", σχηματίζεται τό ανύπαρκτο ρήμα "προσπελαύνω", αντί τού ορθού: "προσπελάζω" =πλησιάζω, προσεγγίζω.

ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ
Πολλές φορές παίρνει αύξησι, χρονική ή συλλαβική, από άγνοια μέ πρόθεσι μία κακώς νοουμένη ευφωνία.
Π.χ. υπέγραψε, ανέλυσε, επέτρεψε, εξέφρασε, περιέγραψε, απέσυρε, παρήγγειλέ μου ένα καφέ, κτλ.
Κλασσικό έγινε τό λάθος τού Κ. Καβάφη "επέστρεφε" (προστακτ.), πού έγραψε ιστορία στούς σολοικισμούς.
Αλλά τό καβάφειον λάθος επανελήφθη στό ενημερωτικό έντυπον τού Υπ. Παιδείας (Απρ. 1991), στά πλαίσια τού "Εθνικού Διαλόγου": "αφού τό συμπληρώσεις, επέστρεψε τό έντυπο ...". Χάρμα !
Υπάρχουν καί περιπτώσεις χρονικών αυξήσεων στήν προστακτική, όπως "εξήτασε (εσύ), ενήργησε", αντί "ενέργησε, εξέτασε" κτλ.

ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ ΑΟΡΙΣΤΟΥ
Υστερα από τήν καθολική επιβολή τού -ει- σέ όλους τούς τύπους, αντί τού -η-, συχνά είναι τά λάθη κυρίως στούς συγκεκομμένους τύπους τής προστακτικής τού αορίστου. Π.χ. τό τηλεφωνήστε (από τό τηλεφωνήσατε-τηλεφωνήσετε) αποδίδεται λάθος "τηλεφωνείστε", δεδομένου ότι εδώ η κατάληξις είναι -στε καί όχι -τε. Άλλο τό "τηλεφωνήστε" καί άλλο τό "τηλεφωνείτε".
Επίσης "παρακολουθείστε", "βοηθείστε", αντί "βοηθήσετε-βοηθήστε" κτλ.

ΠΡΟΣΤΙΜΟΝ.
Πληθυντικός: τά πρόστιμα καί όχι "τά προστίματα".

ΠΡΩΤΙΣΤΑ.
Αυτή είναι η ορθή απόδοσις τού υπερθετικού βαθμού τού "πρώτος" καί όχι τό "πρωτίστως". Δέν λέγομε "αρίστως, μεγίστως", αλλά ούτε καί "μεταγενεστέρως" (ορθόν: μεταγενέστερον).

Π.Χ.-Μ.Χ.
Από τό "Πρό Χριστού", προκύπτει τό λάθος "Μετά Χριστού", δηλ. μαζί μέ τόν Χριστόν. Επίσης "Μετά μεσημβρίας", αντί "μετά μεσημβρίαν".

ΣΟΡΟΣ.
Η σορός. Τό φέρετρον, η νεκροθήκη, η σαρκοφάγος καί συνεκδοχικώς ο νεκρός. Συχνή η εκφορά (από τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές) "ο σορός", από ψευδή ταύτισι μέ τόν "σωρό".

ΣΥΓΚΟΠΑΙ.
Γαλακτομικά προϊόντα (γαλακτοκομικά). Περιβαντολόγος (περιβαλλοντολόγος), εγγειο-βελτικά έργα (εγγειοβελτιωτικά).

ΣΥΓΧΥΣΙΣ ΕΝΝΟΙΩΝ
Πολλή σύγχυσις καί μάλιστα μέ αντίθετη σημασία, γίνεται μέ τίς λέξεις, όπως ευήθης (αγαθός αλλά καί βλάξ), ευάριθμος (ολίγος είς αριθμόν), απειρό-καλος (μή έχων καλαισθησίαν, χυδαίος), βρόχος καί βρόγχος, εγχειρώ καί εγχειρίζω, ομόσπονδος καί ομοσπονδιακός, παθογένεια καί παθολογία, σύμ-πνοια καί συμπόνια (τήν οποίαν μάλιστα γράφουν "συμπόνοια").

ΣΥΖΗΤΩ-ΖΗΤΩ.
"Ζητά, συζητά, συζητώνται", αντί:"ζητεί, συζητούνται" κτλ.

ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΡΗΜΑΤΑ
Λάθη στίς καταλήξεις. Τά εω-ώ συγχέονται μέ τά αω-ώ καί αντιστρόφως.
Ζητά (ζητεί), συζητώνται (συζητούνται), βοηθά (βοηθεί).
Προσδοκεί, αντί προσδοκά. Διερευνείται (αντί: διερευνάται), φοιτεί, αντί φοιτά. Παραπλανεί, αντί παραπλανά. Απομυζεί (απομυζά), εντρυφεί(εντρυφά), αναπληρεί (αναπληροί).

ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ.
Γράφεται πολλές φορές "συνομωσία", όπως επίσης "ορκομωσία".

ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΕΤΟΣ.
Ισοδύναμο μέ τό Anno Domini, έτος τού Κυρίου, καί προσδιορίζει τά έτη τής χριστιανικής εποχής πρός
διάκρισιν από τά πρό Χριστού έτη. Από άγνοια χρησιμοποιείται μέ ειρωνικό τρόπο καί μέ άλλη εντελώς έννοια ακόμη καί διά τά π.Χ. έτη!

ΤΑΞΙΑΡΧΟΣ
Γενική πληθυντικού τών ταξιάρχων καί όχι τών "ταξιαρχών", πού τό δεύτερο είναι γενική τού ονόματος Ταξιάρχης.

ΤΡΙΦΥΛΙΑ.
Περιοχή τής Πελοποννήσου, από τό "Τρείς Φυλαί" καί όχι "Τριφυλλία", όπως συνήθως γράφεται (από τό τριφύλλι).

ΥΠΕΡ.
Πρόθεσις συντασσομένη μετά γενικής καί αιτιατικής, μέ διαφορετικήν εκάστοτε σημασίαν. ΥΠΕΡ καί γενική δηλώνει υπεράσπισιν. Π.χ. αγωνίζεται υπέρ βωμών καί εστιών. ΥΠΕΡ καί αιτιατική δηλώνει πέρα από, υπέρβασιν.
Τό έκανε υπέρ πάσαν προσδοκίαν. Συνήθη είναι τά λάθη στήν σύνταξιν αυτήν καί συχνή η μετάπτωσις στήν γενική. Π.χ. "Υπέρ τού δέοντος", μέ τήν έννοια τού περισσότερο από όσο πρέπει, αντί τού ορθού "υπέρ τό δέον".

ΥΠΟΒΟΛΙΜΑΙΟΣ.
Σύνηθες λάθος: υποβολιμιαίος.

ΦΟΙΤΑΩ-Ω.
Συχνό τό λάθος τής μεταπτώσεως τού ρήματος σέ άλλη τάξι συνηρημένων: "φοιτεί", αντί "φοιτά". Πρβλ. "παραπλανεί", αντί (παραπλανά).
ΦΟΡΕΥΣ
Μέχρι περίπου τό 1970, η λέξις είχε τήν συνήθη σημασία τού φέροντος ή μεταδίδοντος τί, π.χ. ο φορεύς μικροβίων, φορεύς νέων ιδεών. Εκτοτε εισήλθε στό λεξιλόγιο υπό νέαν έννοιαν, πού αντικαθιστούσε τίς παλαιές εκφράσεις, όπως οργανώσεις, παράγοντες, τάξεις. Σήμερα η λέξις "φορείς" έχει γίνει καραμέλλα στά στόματα πολλών, όπως "μαζικοί φορείς", "αθλητικοί φορείς", "παραγω-γικοί φορείς", "αρμόδιοι φορείς" κτλ, σέ σημείο πού πολλές φορές καταντά κωμικό.

ΧΑΡΙΣ, ΧΑΡΙΝ.
Χάρις, μέ εμπρόθετον προσδιορισμόν ή δοτικήν = ένεκα.
Π.χ. Χάρις εις τήν εργατικότητα προώδευσε (Αναγκαστικόν αίτιον).
Χάριν, μέ απλή γενική = διά νά, πρός όφελος, υπέρ. Π.χ. Χάριν αστεισμού τό είπα. Παραδείγματος χάριν (Τελικόν αίτιον).
Συχνό είναι τό λάθος τής αντιστροφής τών πτώσεων.

ΧΙΛΙΕΤΗΡΙΣ.
Η χιλιοστή επέτειος, αλλά καί κατά δεύτερον λόγον η χιλιετία. Τό λάθος εδώ έγκειται στό ότι η λέξις χρησιμοποιείται αδιακρίτως καί γιά τίς δύο έννοιες, σέ σημείο πού νά έχη καταργηθή πρακτικώς η λέξις "χιλιετία".

ΩΡΕΣ.
Στά ωράρια, προγράμματα, δρομολόγια κτλ. καταργούνται οι κλίσεις:
"Τό τραίνο τών ... μία", "τό τραίνο τών τρείς", αντί " .. τής μιάς", "τών τριών". "Στίς ... μία", αντί "στήν μία", "Οι ειδήσεις τών ... μία καί μισή" (ΕΤ2).


'Ιωάννης-Άδωνις Μελικέρτης


ΠΗΓΗ: ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ



19 Σεπ 2009

Ο Πάπυρος τού Δερβενίου

Το αρχαιότερο βιβλίο της Ευρώπης αναγεννήθηκε από την τέφρα του . Η πρώτη έκδοση του παπύρου του Δερβενίου (με σχόλια και μετάφραση του κειμένου των 25 αιώνων που εμπεριέχει) παρουσιάστηκε την Πέμπτη 19/10/2006 στην κατάμεστη αίθουσα του αρχαιολογικού μουσείου Θεσσαλονίκης παρουσία του συνόλου σχεδόν της πανεπιστημιακής κοινότητας, των τοπικών αρχών και άλλων επισήμων.

Την παρουσίαση της έκδοσης που κυκλοφορεί μόνο στα αγγλικά (O πάπυρος του Δερβενίου» (The Derveni papyrus Edited with introduction and commentary by Theokritos Kouremenos, George Parasoglou and Kyriakos Tsantsanoglou. Φλωρεντία , Leo S.Olschki Editore 2006 , σελ.307 , 30 πίνακες) ανέλαβαν οι τρεις συγγραφείς της συνεπικουρούμενοι από τους καθηγητές : Ρίτσαρντ Χάντερ (του πανεπιστημίου του Κέμπριτζ), Φράνκο Μοντανάρι (του πανεπιστημίου της Γένοβας) και Γκρέγκορυ Νάζ του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και προέδρου του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών.

Ο τελευταίος μάλιστα απηύθυνε πρόταση- πρόκληση προς του συγγραφείς της και τον εκδοτικό οίκο της έκδοσης , το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών να καταστεί ο «ηλεκτρονικός οικοδεσπότης» της έκδοσης . Προσφέρει δηλαδή τον διαδικτυακό του τόπο - με ειδική ιστοσελίδα του παπύρου - στην οποία οι συγγραφείς θα μπορούν να ενημερώνουν την έκδοση όσο συχνά το επιθυμούν ενώ θα επιτρέπει σε συγκεκριμένους χρήστες να αντιδρούν στο κείμενο και να διατυπώνουν τις δικές τους απόψεις.

Αναφερόμενος στο περιεχόμενο του κειμένου του αρχαιότερου βιβλίου του λεγόμενου δυτικού κόσμου ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Κέμπριτζ κ. Ρίτσαρντ Χάντερ τόνισε πως «ο πάπυρος του Δερβενίου , όπως η πολιτική , είναι ένα θέμα για το οποίο συνήθως εκφράζονται έντονες απόψεις . Ενώ όμως υπάρχουν άνθρωποι που βρίσκουν την πολιτική απίστευτα βαρετή, δεν έχω ακόμα συναντήσει κανέναν που να μην βρίσκει συναρπαστικό το κείμενο του παπύρου. Ο συγγραφέας του παπύρου θα μπορούσε πράγματι να διαπρέψει ως ένα ιδιαίτερο είδος πολιτικού . Διαθέτει μια σφαιρική άποψη για τη λειτουργία του κόσμου , στην οποία όλες οι διαθέσιμες αποδείξεις προσαρμόζονται αναγκαστικά.. Είναι απόλυτα πεπεισμένος για την ορθότητα των δικών του απόψεων και για την ηλιθιότητα των αντιπάλων του (ούτε κάν γνωρίζει τι θα πει απολογητικό κείμενο ) και μας προσφέρει γνώσεις που μπορούν να μας σώσουν αρκεί μόνο να τις ακούσουμε. Όχι , δεν ισχυρίζομαι ότι ο Τόνι Μπλερ είναι ο συγγραφέας του κειμένου του Δερβενίου , - είναι μάλλον πιθανό να είναι ο Ρίτσαρντ Γιάνκο- (πρόκειται για τον ιστορικό - φιλόλογο του πανεπιστημίου του Μίσιγκαν) ) αλλά η σύγχρονη πολιτική σίγουρα μας προσφέρει ένα παράλληλο για το πώς λειτουργεί αυτός ο συγγραφέας του τέλους του πέμπτου αιώνα.» τόνιζε χαρακτηριστικά στην ομιλία - παρουσίαση της έκδοσης κ. Ρίτσαρντ Χάντερ για να καταλήξει χαρακτηριστικά πως «δύσκολα μπορούμε να σκεφτούμε άλλο κείμενο - πέραν του παπύρου του Δερβενίου - που να έφερε τόσο κοντά ολόκληρο τον κόσμο της κλασσικής φιλολογίας . Εάν το κείμενο του παπύρου μας υπενθυμίζει την ιστορία μας, δικαιώνει επίσης τις πράξεις μας και υποδαυλίζει τον πόθο μας για έναν καλύτερο κόσμο , έναν κόσμο στον οποίο θα διαθέτουμε αληθινή γνώση και ακόμη καλύτερα θα έχουμε συνείδηση πως τη διαθέτουμε» .

Τα σαράντα και πλέον χρόνια που χρειάστηκαν για να ανασυνταχθεί, να μεταφραστεί και να ερμηνευθεί ο πάπυρος του Δερβενίου είναι μάλλον λίγα. Η περιπέτεια του διήρκησε 25 αιώνες.

Εντοπίστηκε το 1962 στη διάρκεια ανασκαφής ομάδας αρχαιολόγων με επικεφαλής τον Πέτρο Θέμελη στο Δερβένι (δέκα χιλιόμετρα βόρεια της σημερινής Θεσσαλονίκης) . Ο κύλινδρος μεταφέρθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης . Σώθηκαν 266 κομμάτια , το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από αυτό ενός μεγάλου γραμματοσήμου έως αυτό μιας φακής . Τα περισσότερα τοποθετήθηκαν στη σωστή τους θέση δημιουργώντας έναν κύλινδρο μήκους τριών περίπου μέτρων και μέγιστου ύψους 9,5 εκατοστών που περιείχε 26 στήλες κειμένου .

Η ανασύνταξη , μετάφραση και ερμηνεία του κειμένου ανατέθηκε αρχικά στον τότε καθηγητή του ΑΠΘ Στ. Καψωμένο , εκείνος το «κληρονόμησε» το 1978 στον συνάδελφο του Κυριάκο Τσαντσάνογλου . Ακολούθησε στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 ο καθηγητής της παπυρολογίας Γιώργος Παράσογλου και τέλος ο αναπληρωτής καθηγητής της κλασσικής φιλολογίας κ. Θεόκριτος Κουρεμένος.

«Το κείμενο που αποκαταστήσαμε δεν είναι τελικό σε όλες τις λεπτομέρειες του, ούτε πρόκειται να υπάρξει ποτέ «τελικό» κείμενο - για κανέναν αρχαίο Έλληνα συγγραφέα δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Οι ειδικοί όμως έχουν πλέον μια έγκυρη βάση πάνω στην οποία θα χτίσουν το δικό τους οικοδόμημα , διορθώνοντας και τροποποιώντας όπου χρειάζεται το δικό μας» τόνισε χαρακτηριστικά ο εκ των συγγραφέων της έκδοσης καθηγητής κ.Γιώργος Παράσογλου.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης με την ευκαιρία και της ολοκλήρωσης της έκδοσης προγραμματίζει για το 2008 - όπως ανακοίνωσε εισαγωγικά στην εκδήλωση η διευθύντρια του κ. Π. Βελένη - μεγάλη περιοδική έκθεση για τον Ορφισμό στη Μακεδονία και το κείμενο του παπύρου.

ΠΗΓΗ


15 Σεπ 2009

Ο διαχωρισμός Εκκλησίας - Κράτους...

O Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Άνθιμος είπε μια μεγάλη αλήθεια στην πρωινή εκπομπή του MEGA, όταν τόνισε ότι όποιος τα βάζει με την Εκκλησία ζημιώνεται. Είναι προφανές ότι ο Άνθιμος βάζει στο στόχαστρο τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ που -προεκλογικά τουλάχιστον- υπόσχεται ότι θα φορολογήσει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της Εκκλησίας.

Η δύναμη της Εκκλησίας στην Ελλάδα είναι γνωστή. Λιγότερο γνωστό είναι ένα περιστατικό από το 1985 όταν πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου και υπουργός της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ ο αείμνηστος Αντώνης Τρίτσης. Το περιστατικό μας το διηγήθηκε άνθρωπος που γνωρίζει από "πρώτο χέρι" τα γεγονότα εκείνης της εποχής.

Ο Τρίτσης με εντολή του πρωθυπουργού ετοίμαζε 49 προεδρικά διατάγματα για τον διαχωρισμό Εκκλησίας -Κράτους, προκαλώντας ιδιαίτερη ανησυχία στους εκκλησιαστικούς κύκλους.

Ο αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ δεν κάθισε με "σταυρωμένα χέρια". Συνοδευόμενος από τον νομικό σύμβουλο της Εκκλησίας Λιλαίο, επισκέφθηκε την πρωθυπουργική κατοικία στο Καστρί και απαίτησε από τον Ανδρέα "να τα ξεχάσει" όλα , εάν θέλει να επανεκλεγεί.

Όπερ και εγένετο. Ο περίφημος διαχωρισμός Εκκλησίας-Κράτους δεν έγινε ποτέ, ο Τρίτσης "κατέβηκε από το τρένο" και ο Ανδρέας παντρεύθηκε με θρησκευτικό γάμο. Δεν τόλμησε να δώσει το παράδειγμα υποστηρίζοντας έμπρακτα τον θεσμό του πολιτικού γάμου που η κυβέρνηση του είχε καθιερώσει.

ΠΗΓΗ

12 Σεπ 2009

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΔΕΑ

Ὁ Ἀλέξανδρος φυλάει τὴν Ἰλιάδα, σὲ χρυσῆ θήκη. Ὄχι τὸ δόρυ· πνεῦμα εἶναι ἡ Ἑλλάδα! «Νύχτες τοῦ Φήμιου (254)»

Κωστῆς Παλαμᾶς

Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες πίστευαν ὅτι οἱ πρόγονοί τους εἶχαν γεννηθῆ, ὅπως ὁ Ἐρεχθεύς, ἀπὸ τὴ Γῆ (βλ. Πλάτωνος «Πολιτεία 414 Ε). Καὶ τὴ Γῆ τους ὅπου ἦταν ἐνταφιασμένοι ἐκεῖνοι τὴν ἀγαποῦσαν μὲ ἀκατάλυτο πάθος καὶ ἦταν πάντοτε ἕτοιμοι νὰ θυσιασθοῦν γιὰ τὴν ἐλευθερία της. Τὴν ἔβλεπαν σὰν κοινὴ μητέρα, ζοῦσαν βαθειὰ τὴ ζωή της καὶ πίστευαν ὅτι ὁ ἐαυτός τους εἶναι ἀναπόσπαστο στοιχεῖο της. Ἡ ἀρχαία ψυχὴ αἰσθανόταν τὰ φτερά της νὰ λυγίζουν ὅταν ἔχανε τὴ ζωντανὴ ἐπαφή της μὲ τὴν Ἑλληνικὴ φύση, ὅπως ἀκριβῶς ὁ μυθικὸς Ἀνταῖος ἔχανε τὴ δύναμή του ὅταν δὲν ἄγγιζε τὴ μητέρα του τὴ Γῆ. Ἀλλὰ τότε, γιατί ἡ ἀρχαία Τέχνη πρόσεξε τόσο ἐλάχιστα τὸ φυσικὸ τοπεῖο; Μιὰ τέτοια Φύση ὅπως ἡ Ἑλληνική, γεμάτη φῶς, ὀμορφιὰ καὶ ἀθανασία, πῶς δὲν ἔδωσε στὸν Ἕλληνα Καλλιτέχνη, ποὺ ὡς τόσο εἶχε βαθειὰ τὴν αἴσθηση, σύμβολα γιὰ νὰ ζωγραφίση τὰ μεγάλα ὁράματά του; Καὶ γιατί ὁ ἔρωτας ὁ Πλατωνικὸς ποῦ ἐκβαχεύει τὴν ψυχὴ καὶ τὴν ὑψώνει μέχρι τὸ ἀπόλυτο κάλλος, μέχρι τὴν καρδιὰ τοῦ Θεοῦ, ξεκινάει μονάχα, ἀπὸ τὸ ὡραῖο ἀνθρώπινο σῶμα, χωρὶς νὰ μεθύση τὴν ψυχὴ μὲ τὸ ἀθάνατο κάλλος ποὺ γεμίζει τὴ φύση; Σήμερα εἶναι δύσκολο νὰ καταλάβουμε βαθύτερα ὅ,τι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ὀνόμαζαν φύση. Ἡ σύγχρονη «φυσιολατρεία», ὅπως τὴ διεμόρφωσε κυρίως τὸ Γαλλικὸ μυθιστόρημα, δὲν εἶναι παρὰ ἡ ρωμαντικὴ χαμένη ψυχικὴ ἐπαφὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴ φύση. Ἡ ἐπαφή, ὅμως, αὐτὴ στὴν Ἑλλάδα ἦταν ζωντανὴ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ ἀρχαίου πρὸς τὴ Γῆ του δὲν εἶχε τίποτε τὸ ρωμαντικό. Δὲν ἦταν νοσταλγία ἀλλὰ πραγματικότητα. Ἔπειτα, σήμερα πιστεύουν πὼς ἡ φύση εἶναι μιὰ «ἄψυχη ὕλη», ἕνας νεκρὸς κόσμος ποὺ λειτουργεῖ μηχανικά. Ἀντίθετα οἱ Ἕλληνες πίστευαν ὅτι ἡ φύση εἶναι ἔμψυχη, εἶναι κάτι ποὺ ἔχει τὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς του μέσα του, μιὰ ἀδιάκοπη πνευματικὴ ἐνέργεια, πρὸς ὡρισμένο τέλος (Βλ. Κ. Γεωργούλη, Ἀριστοτέλους «Πρώτη Φιλοσοφία» σελ. VIII κ.ἑ.). Γιὰ τὴ μεσαιωνικὴ φιλοσοφία, ἡ φύση εἶναι natura naturata, δηλ. ἕνα φθαρτὸ σύνολο ὑλικῶν δημιουργημάτων. Γιὰ τὴν Ἑλληνική, ὅμως, ἀντίληψη τὰ πάντα εἶναι «πλήρη Θεῶν», γιατί τὰ πάντα κοινωνοῦν μὲ τὸ πνεῦμα (Βλέπε Πλάτωνος «Νόμοι» 899 Β). Ἀλλὰ ἂν ἡ σχολαστικὴ θεολογία ἀρνήθηκε ἀπόλυτα τὴν Ἑλληνικὴ ἀντίληψη γιὰ τὴ φύση, τὸ ἔκανε γιατί ποτὲ δὲν μπόρεσε νὰ δῆ, τὸ πνεῦμα ποὺ «ζωογονεῖ», ἀφοῦ καὶ τὸ Χριστὸ ποὺ εἶναι ἀπόλυτη ἐλευθερία, τὸν ἔκανε «δόγμα». Μόνο στὸν Ἀπόστολο Παῦλο φανερώθηκε μὲ ὁλόκληρο τὸ οὐράνιο καὶ φοβερὸ μεγαλεῖο του, τὸ Πνεῦμα, ὅταν διώκτης του πλησίαζε πρὸς τὴ Δαμασκό. Καὶ ὁ Παῦλος βρίσκεται πολὺ κοντὰ στὴν ἑλληνικὴ ἀντίληψη. Ὅταν μίλησε πρὸς τοὺς Ἀθηναίους, στὸν Ἄρειο Πάγο, τοὺς εἶπε ὅτι ἴσως μπορέσουν νὰ ψηλαφήσουν καὶ νὰ βροῦν τὸν «ἄγνωστο Θεό», γιατί δὲν εἶναι καθόλου μακρυά τους. «Ἐν αὐτῷ γάρ, ἐπρόθεσε, καὶ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμὲν ὡς καί τινες τῶν καθ᾿ ὑμᾶς ποιητῶν εἰρήκασι» (Βλέπε Πράξεις ιζ' 22-29). Καὶ πραγματικὰ ὁ Θεὸς δὲν ἦταν καθόλου μακρυά τους. Ἦταν μέσα τους καὶ γύρω τους. Πουθενὰ ἀλλοῦ ἡ φύση δὲν εἶναι τόσο ἔνθεη ὅσο εἶναι στὴν Ἑλλάδα.

Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ ἔχουμε πάντοτε στὸ νοῦ μας ἂν θέλουμε νὰ συλλάβουμε βαθύτερα τὸ θρησκευτικὸ δεσμὸ τῆς ἀρχαίας ψυχῆς πρὸς τὸ χθόνιο καὶ τὸ γήϊνο. Μόνο μ᾿ αὐτὴ τὴ βασικὴ προϋπόθεση θὰ μπορέσουμε νὰ καταλάβουμε γιατί μιὰ nature morte ἦταν κάτι ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ ἐμπνεύση τὸν Ἕλληνα Καλλιτέχνη, ἄφοῦ ὅ,τι ὡραῖο ὑπῆρχε γι᾿ αὐτὸν στὴ φύση ἦταν ἡ ζωντανὴ παρουσία τῶν θεῶν καὶ τῶν θείων ὑπάρξεων τοῦ Ποσειδῶνος, τοῦ Πανός, τῶν Σατύρων, Ἀμαδρυάδων, τῶν Νυμφῶν κ.λπ. Γιατί καὶ οἱ Θεοὶ εἶχαν τὴν ἴδια μὲ τοὺς θνητοὺς Ἕλληνες μητέρα. Ἦταν Θεοὶ χθόνιοι «Ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος. Ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν μητρὸς ἀμφότερον», ἔψαλε ὁ μεγάλος μύστης τῆς ἀρχαιότητος Πίνδαρος (Νέμεα ΣΤ') γιατί γνώριζε τὴν ἀσύλληπτη ἀπὸ τοὺς ἀμύητους ἀλήθεια, τῆς ἀπόλυτης ἑνότητας τοῦ φυσικοῦ καὶ τοῦ πνευματικοῦ κόσμου, τοῦ αἰσθητοῦ καὶ τοῦ νοητοῦ, τοῦ χρονικοῦ καὶ τοῦ αἰωνίου, τοῦ ἀνθρώπινου καὶ τοῦ θείου. Πίσω ἀπὸ τὸν ἥλιο, πρὸς τὸν ὁποῖον ἔκανε συχνὰ τὴν προσευχὴ του ὁ Σωκράτης, ἔβλεπε τὰ φωτοβόλα μάτια τοῦ Ἀπόλλωνος. Κι ὁ Ἀλκιβιάδης ἔμοιαζε μὲ τοὺς Σιληνοὺς ποὺ ἂν τοὺς ἄνοιγες στὰ δυό, ἔβλεπες ὅτι Ἔχουν μέσα τοὺς ἀγάλματα Θεῶν! Ἔπειτα οἱ ἀρχαῖοι ἦταν ἀδύνατο νὰ καταλάβουν τὸ ὡραῖο, τὸ «καλόν», χωρὶς τὸ ἀγαθό, ὅπως καὶ ἀντίθετα τὸ ἀγαθὸ χωρὶς τὴν ὡραιότητα ποὺ δὲν ἦταν μονάχα ἐξωτερικὴ ἰδιότητα ἀλλὰ εἶχε καὶ ἐσωτερικὴ ἀνταύγεια. Στὸ ὡραῖο ζητοῦσαν πάντοτε τὶς ἰδιότητες τοῦ ἤθους καὶ τοῦ πνεύματος, ποῦ θὰ ἔκαναν δυνατὴ τὴ βλάστηση τῆς ἀρετῆς. Γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ ἀρχαία Τέχνη καὶ γενικώτερα τὸ ἀρχαῖο πνεῦμα συγκέντρωσε τόσο ἀποκλειστικὰ τὴν προσοχή του πρὸς τὸ ἀνθρώπινο σῶμα ποὺ «ἐν αὐγῇ καθαρᾷ» δὲν ἦταν παρὰ «Ὁρατὴ ψυχὴ» (Βλέπε Ι. Συκουτρῆ Πλάτωνος Συμπόσιον, σελ. 54 κ.ἐ.).

Ὁ Πλάτων, λίγες στιγμὲς πρὶν πεθάνει, εὐχαρίστησε τοὺς Θεοὺς γιατί εἶχε γεννηθεῖ Ἕλληνας. (Βλέπε Πλουτάρχου, Μάριος 46). Καὶ ἡ ἰδανικὴ Πολιτεία ποὺ ἐσχεδίασε γιὰ νὰ ὑπάρχη στὸν Οὐρανὸ αἰώνιο παράδειγμα, ἔπρεπε νὰ εἶναι Ἑλληνική. «Τί δε δή; ἔφην· ἣν σὺ πόλιν οἰκίζεις, οὐχ Ἑλληνὶς ἔσται; Δεῖ γ᾿ αὐτὴν, ἔφη.» (Βλέπε Πλάτωνος «Πολιτεία» 470e). Ἀλλὰ τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἐγέμιζε τὴν Πλατωνικὴ ψυχή, μὲ θεῖον ἔρωτα πρὸς τὴν Ἑλλάδα; Εἶναι, πιστεύουμε, φανερὸ ὅτι ὁ Πλάτων εἶχε κατορθώσει νὰ δῆ ὁλοκάθαρη τὴν Ἑλληνικὴ Ἰδέα. Ὁ Πλάτων, ὅπως εἶναι γνωστό, εἶχε πνευματικὴ ἐνόραση τοῦ παντός. Ἦταν κάτι περισσότερο ἀπὸ ἀληθινὸς φιλόσοφος, ἦταν σοφός, κι ἂς γράφει ὁ ἴδιος στὸ «Φαῖδρο» (2789) ὅτι μονάχα τὸ θεὸ πρέπει νὰ λέμε σοφό. Περιγραφή, βέβαια, τῆς ἰδέας αὐτῆς δὲν μᾶς ἔδωσε, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἦταν δυνατὸ νὰ μᾶς δώση.

Ἰδέα εἶναι κάτι τὸ ἄρρητο. Ἐκεῖ στὸ νοητό, στὸν «ὑπερουράνιο» τόπο ποὺ βρίσκεται, δὲν μποροῦν νὰ φτάσουν οὔτε ἡ ἐπιστήμη οὔτε ἡ διαλεκτική. Σὲ κάποιο σημεῖο τελειώνουν οἱ δρόμοι τοῦ Λόγου. Ἀπὸ κεῖ καὶ «ἐπέκεινα» τὸ πνεῦμα προχωρεῖ μὲ τὴ «θεία μανία». Ὅταν ὁ Ὀδυσσεύς, μὲ τὸ θέλημα τῶν θεῶν, πλησιάζει πρὸς τὴν Ἰθάκη καὶ ἡ Ἰθάκη εἶναι Ἰδέα, ὁ Ὅμηρος τοῦ κλείνει τὰ μάτια καὶ οἱ Φαίακες κοιμισμένο τὸν φέρνουν καὶ τὸν ἀφήνουν ἐκεῖ (Βλέπε Ὁμήρου «Ὀδύσσεια» Ν 95-105). Γιατὶ ὁ «Θεῖος ποιητὴς» γνώριζε πῶς ἦταν ἀδύνατο νὰ ἐκφράση τὴ θεία ἀγαλλίαση τῆς ψυχῆς ποὺ πλησιάζει τὸ θαῦμα, ἦταν ἀδύνατο νὰ περιγράψη τὴν Ἰδέα. Καὶ στὴν «Ἰλιάδα» πουθενὰ ὁ Ὅμηρος δὲν φανερώνει τὴν Ἑλένη. Γιατί καὶ ἡ Ἑλένη εἶναι τὸ ἀπόλυτο κάλλος, εἶναι Ἰδέα. «Δίδωσι δ᾿ οὐκ ἔμ᾿, γράφει καὶ ὁ Εὐριπίδης (Ἑλένη 33-36) ἀλλ᾿ ὁμοίωσας᾿ ἐμοὶ εἴδωλον ἔμπνουν οὐρανοῦ ξυνθεῖσ᾿ ἄπο Πριάμου τυράννου παιδί· καὶ δοκεῖ μ᾿ ἔχειν, κενὴν δόκησιν, οὐκ ἔχων» κ.λπ.). Ἀλλ᾿ ὅ,τι, ὅμως, «θυμᾶται» καὶ διαισθάνεται ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ περιγράψη καὶ ν᾿ ἀποδείξη ὁ Πλάτων-Φιλόσοφος, αὐτὸ τὸ ἄρρητο, θὰ τὸ πῆ πάντοτε μὲ τὸ συμβολικὸ μῦθο ὁ Πλάτων-Ποιητής.

Οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες, πολὺ πρὶν γεννηθῆ ὁ Πλάτων, πίστευαν ὅτι στὴν Ἑλλάδα ὑπάρχει τὸ «μέσον» της ἐπιφανείας τῆς Γῆς. Ὑπῆρχε μάλιστα καὶ μία παλαιὰ παράδοση ὅτι ὁ Ζεὺς ἄφησε κάποτε ἀπὸ τὶς δυὸ ἀντίθετες ἄκρες του κόσμου δυὸ περιστέρια ποὺ συναντήθηκαν στὴν Ἑλλάδα. Καὶ ὁ Ἡσίοδος ἀναφέρει ὅτι ὅταν ὁ θεὸς Κρόνος, νικημένος ἀπὸ τὸ γιὸ του Δία, ἐξαναγκάστηκε ν᾿ ἀνεβάση πάλι τὴ γενιά του ποὺ εἶχε καταπιῆ, πρῶτα ξέρασε τὸ λιθάρι ποὺ ἡ Ρέα τοῦ εἶχε δώσει σπαργανωμένο γιὰ νὰ γλυτώση τὸ Δία. Τὸ λιθάρι αὐτό, ποὺ ἦταν ὁλόκληρος βράχος, ὁ Ζεὺς τὸ πῆρε καὶ τὸ στήριξε κάτω ἀπὸ τὶς πλαγιὲς τοῦ Παρνασσοῦ γιὰ νὰ μείνη σημάδι αἰώνιο καὶ νὰ τὸ θαυμάζουν οἱ ἄνθρωποι. (Βλ. Ἡσιόδου «Θεογονία», στίχ. 495). Στὸν βράχο αὐτὸν ποὺ ὀνομάστηκε «ὀμφαλὸς τῆς Γῆς» χτίστηκε ἀργότερα τὸ Μαντεῖον τῶν Δελφῶν (Βλ. Σοφοκλέους «Οἰδίπους Τύραννος» 480). Ἀλλὰ ὅ,τι ὁ Πλάτων μᾶς εἶπε μὲ τὸ συμβολικὸ μῦθο, ὁ μεγάλος μαθητής του, ὁ Ἀριστοτέλης, μᾶς τὸ ἀναπτύσσει, δσὸ εἶναι δυνατό, ἐπιστημονικά, στὰ «Πολιτικὰ» (1327b, 23) ὅπου γράφει τοὺς ἐξῆς περίφημους ἐθνολογικοὺς χαρακτηρισμούς: «Τὰ μὲν γὰρ ἐν τοῖς ψυχροῖς τόποις ἔθνη καὶ τὰ περὶ τὴν Εὐρώπην θυμοῦ μέν ἐστι πλήρη, διανοίας δὲ ἐνδεέστερα καὶ τέχνης, διόπερ ἐλεύθερα μὲν διατελεῖ μᾶλλον, ἀπολίτευτα δὲ καὶ τῶν πλησίον ἄρχειν οὐ δυνάμενα· τὰ δὲ περὶ τὴν Ἀσίαν διανοητικὰ μὲν καὶ τεχνικὰ τὴν ψυχήν, ἄθυμα δέ, διόπερ ἀρχόμενα καὶ δουλεύοντα διατελεῖ· τὸ δὲ τῶν Ἑλλήνων γένος, ὥσπερ μεσεύει κατὰ τοὺς τόπους, οὕτως ἀμφοῖν μετέχει. καὶ γὰρ ἔνθυμον καὶ διανοητικόν ἐστιν· διόπερ ἐλεύθερόν τε διατελεῖ καὶ βέλτιστα πολιτευόμενον καὶ δυνάμενον ἄρχειν πάντων, μιᾶς τυγχάνον πολιτείας.»

Σ᾿ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Σταγειρίτης φιλόσοφος συνώψισε, γιὰ ὅλους τοὺς καιροὺς καὶ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, τὴν ἱστορία καὶ τὴ μοῖρα τῆς ἀνθρωπότητας. Καὶ πραγματικὰ ἡ ἱστορικὴ ἐμπειρία μᾶς διδάσκει ὅτι οἱ λαοὶ τῆς Ἀνατολῆς ποτὲ δὲν κατώρθωσαν νὰ πραγματοποιήσουν μιὰ βιώσιμη ὀργάνωση τῆς Πολιτείας καὶ τῆς Κοινότητας καὶ νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ἀνεξαρτησία τους. Καμμιὰ ἀνάγκη καὶ καμμιὰ δύναμη δὲν τοὺς ὁδήγησε ποτὲ πρὸς τὰ πρακτικὰ ἔργα. Στὸν Πολιτισμὸ τῆς Ἀσίας πάντα βασιλεύει ἡ φαντασία καὶ τὸ ὄνειρο. Ἐνῶ ἀντίθετα μυθολογία τοῦ βορρᾶ εἶναι ἕνας καθαγιασμὸς τῆς ἀνδρείας καὶ γενικώτερα οἱ Εὐρωπαῖοι ποὺ ἀγαποῦν μὲ φανατισμὸ τὴν ἐλευθερία τους εἶναι θετικοὶ καὶ πρακτικοὶ ἂνθρωποι, ἀλλὰ χωρὶς ἐσωτερισμὸ καὶ μυστικοπάθεια. Καὶ τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα εἶναι γενικὰ πνεῦμα ἐπιστημονικό. Τὸ Ἑλληνικὸ ὅμως γένος ποὺ «μεσεύει κατὰ τοὺς τόπους» δὲν ἔχει κανένα ἀπὸ τὰ γεωγραφικὰ καὶ φυσικὰ μειονεκτήματα τῶν ἄλλων φυλῶν. Τίποτε τὸ ἐρημικό, τὸ χαῶδες, τὸ ἀσύμμετρο, τὸ φοβερό, τὸ Ἀσιατικὸ ποὺ σ᾿ ἐκμηδενίζει δὲν ὑπάρχει στὴν Ἑλληνικὴ φύση. Τὰ πάντα πειθαρχοῦν στὸν Ἑλληνικὸ Νόμο τοῦ μέτρου καὶ τῆς ἁρμονίας. Τὰ πάντα εἶναι πλασμένα γιὰ μιὰ πνευματικὴ μυσταγωγία. Ἄλλα καὶ τίποτε ἀπὸ τὸ τραχὺ ψῦχος τοῦ βορρᾶ ποὺ σκληραίνει τὴν καρδιὰ καὶ μουδιάζει τὸ πνεῦμα. Τίποτε ἀπὸ τὴν αἰώνια συννεφιὰ τῆς Εὐρώπης ποὺ νυστάζει τὴν ψυχὴ καὶ νεκρώνει τὴ φαντασία. Μιὰ αἰώνια «εὐκρασία τῶν ὡρῶν» καὶ μιὰ Φύση θαυμαστὰ ἁρμονικὴ κάτω ἀπὸ ἕναν οὐρανὸ γεμᾶτον πάντα ἀπὸ αἰθέριο φῶς εἶναι οἱ πλαστικὲς δυνάμεις, στὶς ὁποῖες ὀφείλεται ἡ διαμαντένια διαύγεια τοῦ Ἑλληνικοῦ πνεύματος.

Ὅταν ὁ Γκαῖτε ἔγραψε τὸν «Φάουστ», τὸ ἀθάνατο αὐτὸ ἀριστούργημα τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος ποὺ τὸ γεμίζει ἴσως περισσότερο καὶ ἀπὸ τὴν ποίηση ἡ ἀλήθεια, ἦταν μοιραῖο νὰ αἰσθανθῆ τὸ μεγάλο κενὸ ποὺ ὑπῆρχε γύρω του καὶ μέσα του. Μιὰ ἄσβυστη λαχτάρα γιὰ «περισσότερο φῶς», μιὰ μεταφυσικὴ δίψα γιὰ τὸ ἀπόλυτο καὶ τὸ αἰώνιο, ἕνας βαθὺς ἵμερος γιὰ τὴ λύτρωση τῆς ψυχῆς ἔφερε τὸ πνεῦμα του στὴν ἡλιογέννητη χώρα τοῦ Ἀπόλλωνος. Τὸ βόρειο Φαούστειο πνεῦμα τῆς πράξης ἔπρεπε νὰ σμίξη ἐρωτικὰ μὲ τὸ Ἑλληνικὸ Κλασσικὸ πνεῦμα τοῦ Λόγου γιὰ νὰ βρῆ ἡ ἁμαρτωλὴ ψυχὴ τοῦ τρανοῦ μάγου τὸν ἐξαγνισμὸ καὶ τὴν κάθαρση, ποὺ πίσω τους κρυβόταν ὁ ἴδιος ὁ Γκαῖτε. Καὶ ἦταν ἀνάγκη ὁ μυστικὸς αὐτὸς ὑμέναιος νὰ γίνη κάπου κοντὰ στὶς ὄχθες τοῦ Εὐρώτα. Ἐκεῖ κάποτε ὁ θεὸς ἔγινε Κύκνος καὶ μὲ τὴ θνητὴ Λήδα γέννησε τὴν Ἑλένη. Αὐτὴ ζητάει ὁ Φάουστ ὅταν τριγυρίζει τὴν Φαρσαλικὴ πεδιάδα καὶ τὴν Πελοπόννησο. Γιατί ἡ Ἑλένη θὰ τοῦ δώση τὴ δύναμη γιὰ νὰ βρῆ τὴν Πύλη τῶν Οὐρανῶν. Ἀλλὰ δὲν θὰ μπορέση νὰ τὴν κρατήση πολὺ κοντά του. Μέσα στὴ βαρειὰ ψυχὴ δὲν μπορεῖ νὰ ζήση τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα. Θὰ τοῦ φύγει μέσα ἀπὸ τὰ δάχτυλα ποὺ δὲν θὰ μπορέσουν νὰ κρατήσουν παρὰ μονάχα τὸ νυφικό της πέπλο... (Βλ. Γκαῖτε, «Φάουστ», Μέρος Β. Μετ. Δ. Λάμψα σ. 294).

Ἡ Ἑλλάδα εἶναι πολὺ κοντὰ στὴν Ἀνατολή, ἀλλὰ ἀποτελεῖ καὶ μέρος τῆς Εὐρώπης. Καὶ ἐνῶ δὲν ἔχει τίποτε ἀπὸ τὰ γεωγραφικὰ καὶ φυλετικὰ μειονεκτήματά τους, συγκεντρώνει, μὲ μιὰ θαυμαστὴ ἰσορροπία, ὅλες τὶς ἀρετές τους. Γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ ἀντίληψη τὸ πνεῦμα μόνον στὸ χῶρο τῆς ἐλεύθερης καὶ ὀργανωμένης Πολιτείας πραγματοποιεῖται. Καὶ τὸ πνεῦμα δὲν εἶναι οὔτε ἀπαθὴς διανοητικισμός, οὔτε ἄλογος μυστικισμός, εἶναι: Ἔρωτας καὶ Λόγος. Γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἡ θεωρία δὲν ἀντιμάχεται τὴν πράξη ἀλλὰ τὴν καθοδηγεῖ, τὴν φωτίζει καὶ τὴ συμπληρώνει. «Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ᾿ εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας» δὲν εἶχε πῆ καὶ ὁ Περικλῆς; (Βλ. Θουκυδίδου II 40,10) Τὸ ὅτι δὲ «φύσει» τὸ Ἑλληνικὸ γένος εἶναι «διανοητικὸν καὶ ἔνθυμον» ἐπαληθεύει χαρακτηριστικὰ ἡ ἀρχαία παράδοση ὅτι ὁ Αἰσχύλος ζήτησε νὰ γράψουν στὸν τάφο του ὅτι ἦταν «Μαραθωνομάχος» καὶ ὁ Μαραθωνομάχος καὶ ὁ ποιητὴς τὸν ἴδιο ἀγῶνα ἀγωνίστηκαν. Ν᾿ ἀπολυτρώσουν τὸ πνεῦμα. Στὴν τραγωδία τὸ πνεῦμα ἀντιμάχεται τὴ Μοῖρα. Στὸ Μαραθῶνα πολέμησε τοὺς βαρβάρους. Ἡ Γῆ ποὺ χάλασε τὸν Ξέρξη, δὲν ἔπλασε καὶ τὸν Αἰσχύλο;

Ἀλλὰ δὲν εἶναι ἀρκετὸ νὰ ἔχης γεννηθῆ καὶ νὰ ζῆς στὴν Ἑλληνικὴ Γῆ γιὰ νὰ εἶσαι Ἕλληνας. Οἱ Ὀθωμανοὶ ἔζησαν στὴν Ἑλλάδα τόσους αἰῶνες, καί, ὅμως, ἔφυγαν ὅπως ἦρθαν «Βάρβαροι», Τότε μονάχα εἶσαι Ἕλληνας, ὅταν κλείνεις καὶ μέσα σου τὴν Ἑλλάδα, ὅταν ἔχεις καὶ τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ἦθος τὸ «Ἑλληνικό». «Τοσοῦτον δ᾿ ἀπολέλοιπεν ἡ πόλις ἡμῶν περὶ τὸ φρονεῖν καὶ λέγειν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὥσθ᾿ οἱ ταύτης μαθηταὶ τῶν ἄλλων διδάσκαλοι γεγόνασιν, καὶ τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκεν μηκέτι τοῦ γένους, ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι, καὶ μᾶλλον Ἕλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἢ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας.» (Βλ. Ἰσοκράτους Πανηγυρικὸς 50).

Καὶ ἡ Ἱστορία τότε μονάχα πραγματοποιεῖ τὴν Ἑλληνικὴ Ἰδέα ὅταν τὰ συγκεκριμένα ἱστορικὰ γεγονότα ἔχουν σημασία γιὰ τὸ πνεῦμα καὶ τὰ πεπρωμένα του. Οἱ Μηδικοὶ Πόλεμοι ἀσφαλῶς δὲν θὰ εἶχαν τὴν κοσμοϊστορικὴ σημασία ποὺ ἔχουν σήμερα ἂν δὲν εἶχαν ὡς συνέπεια τὸν πνευματικὸ πολιτισμὸ τῆς κλασσικῆς ἐποχῆς. Ὁ Πελοποννησιακὸς πόλεμος θὰ ἦταν ἴσως ἕνα λησμονημένο ἐπεισόδιο ἂν δὲν εἶχε γραφῆ ἡ ἱστορία τοῦ Θουκυδίδη. Ἀλλὰ καὶ ὅ,τι διαιωνίζει τὸ πνεῦμα τοῦ Μεσολογγίου, ὅ,τι δημιουργεῖ τὴν ἀθανασία αὐτοῦ τοῦ θαύματος, δὲν εἶναι οἱ «Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι» τοῦ Σολωμοῦ; Αἰωνιότητα, χωρὶς τὸ πνεῦμα εἶναι ἀδύνατο νὰ ὑπάρξη, καθὼς εἶναι ἀδύνατο νὰ ὑπάρξη κόσμος χωρὶς τὸν ἥλιο. Καὶ ἡ Ἑλλάδα εἶναι, ὅπως ὁ ἥλιος, αἰώνια, καὶ ἀκατάλυτη, γιατὶ ὑπῆρξε ὁ λυτρωτής, ὁ μυσταγωγὸς καὶ ἱεροφάντης τοῦ πνεύματος.

Γ. Χ. ΚΑΝΕΛΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

(Περιοδικὸν «Νέα Ἑστία», ἔτος ΚΓ' - 1949, τόμος 49ος, τεῦχος 536, Ἀθῆναι, 1 Νοεμβρίου 1949, σελ. 1397-1399)

* Σημ. τ. «Νέας Ἑστίας». - Ἀπὸ τὰ κείμενα, ποὺ ἐμπόδισελογοκρισία τῶν καταχτητῶν νὰ τυπω­θοῦν. Βλ. Καὶ τὰ τεύχη 531 κ.ἐ. Φυσικά, ἔχει πολὺ καλὰ τὴ θέση του στὸ Ἀφιέρωμα τοῦτο, ποὺνα­φέρεται στὴν Ἑλληνική δέα.

ΠΗΓΗ


10 Σεπ 2009

Ο ΠΟΛΥ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΣ HOMUNCULUS

Η δύναμη δα εκειά η χαριτωμένη

που ωρμούσε από τα μέσα λιγωμένη

για δούναι και λαβείν προωρισμένη

να ζουγραφίση εδώ τον εαυτό της

προσθέτοντας στο ξένο το δικό της

αυτή έχει ξεπέσει κι όλο σβήνει.

Μ’αυτήν ακόμα ας χαίρωνται τα κτήνη.

ΦΑΟΥΣΤ (μετ.Δ.Λάμψα- εκδ.Δωδώνη)

Ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία πυροδότησε συζητήσεις για την τύχη των εθνών-κρατών στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων. Λατρεία της ετερότητας. Ενοχοποίηση του έθνους και ιεροποίηση της μειονότητας. Αλλά και η μειονότητα δεν είναι ένας εθνισμός; Το πιο σημαντικό πάντως είναι, ότι γίνονται πειράματα για την κατασκευή ενός νέου ανθρωπολογικού τύπου.

Οικουμενισμός κατά έθνους-κράτους

Πολίτης του κόσμου ή του έθνους- κράτους; Ερώτημα κατάλληλα διαμορφωμένο για δημοσκοπήσεις. Κι η απάντηση ακόμα πιο αφηρημένη και πιο προοδευτική έρχεται από τη δημοσιογράφο της ΝΕΤ. Πατρίδα μου είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα! (Ο καπιταλισμός πάντα λάτρευε το αφηρημένο).

Πώς κτάται κάποιος την ιδιότητα του οικουμενικού πολίτη; Πώς γίνεται η ιεράρχηση των δικαιωμάτων; Οι θιασώτες του «καθημερινού δημοψηφίσματος» του Ρενάν και του «δημοκρατικού έθνους» τι λένε; Εκλήθησαν να συνυπογράψουν οικουμενικό Σύνταγμα; Το ιδεολόγημα της οικουμενικότητας, καταλύοντας την έννοια της κρατικής κυριαρχίας, δεν έρχεται να διευρύνει τα όρια του «δημοκρατικού έθνους», αλλά να αφαιρέσει κι αυτά τα ψήγματα ελευθερίας των εθνικών αστικών συνταγμάτων. Τελικά ηγεμονική επιβολή και απόλυτη αυθαιρεσία. Πιο πίσω κι απ’ την Magna Carta!

Ευρωπαϊκή Ένωση και έθνος-κράτος

Η ΕΕ, μετά τους βομβαρδισμούς, έβαλε στην ουρά τους υπηκόους της Ν.Α Ευρώπης και άρχισε να τους χορηγεί ταυτότητα Ρωμαίου πολίτη. Μας πήραν τον κόσμο και μας δώσανε τα περιττώματά του, που λέει κι ο Γέητς. Το τίμημα ήταν τα εθνικά κράτη να εκχωρήσουν τις πολιτικές τους λειτουργίες στον υπερεθνικό ευρωατλαντικό συνασπισμό (λεόντειος εταιρεία) καθιστάμενα άπαντα οιονεί μειονότητες της Ευρώπης (κι έτσι «λύνονται» και τα ζητήματα των διαφορών μεταξύ εθνών και μειονοτήτων …!).

Η βουλησιαρχική θεωρία του «καθημερινού δημοψηφίσματος» του Ρενάν, δηλ. ότι το έθνος συγκροτείται με την ελεύθερη επιλογή των μελών του, συναρθρώνεται με τις μεταμοντέρνες «κατασκευαστικές» θεωρίες και γίνεται όχημα ένταξης ετερογενών ομάδων στο ευρωπαϊκό «δημοκρατικό έθνος». Αλλά η δεύτερη φορά είναι φάρσα. Το «δημοκρατικό έθνος» που ανασύρεται από την κατάψυξη του 18ου αιώνα, μάλλον προς ιερή συμμαχία φέρνει.

Η ελληνική αστική τάξη είχε φροντίσει να είναι με τους νικητές. Η νέα μεγάλη ιδέα της είναι ο οικονομικός επεκτατισμός στα Βαλκάνια και η ενσωμάτωση στην ΕΕ. Στο δρόμο προς τη δύση έχει φροντίσει να απαλλαγεί από τα παλαιοεθνικιστικά κατάλοιπα, έχει πετάξει και τη χλαμύδα και την αλουργίδα, και είναι αποφασισμένη να προχωρήσει, ακόμα κι αν πρέπει να φορέσει φέσι.

Στην πορεία της αυτή στηρίζεται από μια διανόηση, που ενώ υπηρετεί πιστά τα ιδεολογήματα της νέα τάξης πραγμάτων, επιζητά προοδευτική νομιμοποίηση από την αντιπαράθεσή της με την εκκλησία και τα ράκη της εθνικοφροσύνης. Καθιστώντας κύριο στόχο, τους γενναίους του Μπρανκαλεόνε, διεξάγει έναν ξεπερασμένο αντικληρικαλιστικό αγώνα εποχής διαφωτισμού, γυρνώντας μας στην αντιπαράθεση Ροΐδη-εκκλησίας. Αν θυμηθούμε, όμως, το δημιουργικό ιστορισμό θα παρατηρήσουμε ότι, στη σύγκρουση της προοδευτικής διανόησης με την πανίσχυρη κάποτε εκκλησία, το αιτούμενο ήταν ελευθερία στη σκέψη και στην έρευνα. Σήμερα μπορούν να εκπροσωπούν την ελευθερία στη σκέψη και την έρευνα αυτοί που έχουν δεχτεί να υπηρετούν ευρωατλαντικής έμπνευσης κέντρα, όπως είναι το Κέντρο για τη Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης; Εξαντλώντας τα πυρά κατά της εκκλησίας και αφήνοντας στο απυρόβλητο τα πανίσχυρα ιμπεριαλιστικά κέντρα και την αγορά; Και στην ιεράρχηση, ποιο είναι το μείζον;

Έθνος

Από την εμπειρική εξέταση του έθνους, όμαιμον, ομόγλωσσον και ομόθρησκον (ΟΥΡΑΝΙΑ Η, Ηρόδοτος) φτάσαμε στις μεταμοντέρνες θεωρίες. Οι πιο διαδεδομένες είναι αυτές που το εμφανίζουν ως μια ιδεολογική κατασκευή ή επινόηση, κοινό στοιχείο όμως όλων είναι ότι έχουν εγκαταλείψει την εξέτασή του βάσει αντικειμενικών στοιχείων.

Για τους μαρξιστές το έθνος είναι ιστορική κατηγορία, που ορίζεται βάσει αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων. Ο Σβορώνος, απορρίπτοντας τόσο τη γαλλική βουλησιαρχική θεωρία του Ρενάν, όσο και τις ιδεοκρατικές θεωρίες και ιδιαίτερα τη γερμανική ρομαντική σχολή του Χέρντερ, προτείνει «πριν από την οποιαδήποτε απόπειρα γενικής θεωρίας, την επιστημονική διερεύνηση κάθε έθνους χωριστά» με βάση «την άμεσα αισθητή εικόνα που δίνει στον σύγχρονο άνθρωπο ένα συντελεσμένο έθνος: μια διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων με συνείδηση ότι αποτελεί ένα ενιαίο και αλληλέγγυο σύνολο με δική του πολιτισμική φυσιογνωμία και ψυχοσύνθεση, με κοινά υλικά και πνευματικά συμφέροντα και με σταθερά εκφρασμένη βούληση ή τάση πολιτισμικής ή πολιτικής αυτονομίας, που μπορεί να φτάσει ως την απαίτηση κρατικής ανεξαρτησίας», ένας ορισμός, δηλαδή, που συνδυάζει τα αντικειμενικά με τα υποκειμενικά στοιχεία και μπορεί να αποτελέσει βάση έρευνας και συζήτησης.

Πότε η εθνότητα αποκτά συνείδηση ώστε να μετατραπεί σε έθνος; Εδώ η συμβολή του Σβορώνου είναι σημαντική, γιατί μέσα από τις μελέτες του ανίχνευσε τη γένεση του νεοελληνικού έθνους στα τέλη του 11ου αιώνα, όταν δηλαδή στο Βυζάντιο είχε εμφανιστεί η αστική τάξη (όχι ακόμα καπιταλιστική). Στη φάση της συσσώρευσης του κεφαλαίου και της ανάγκης επένδυσής του, η αστική τάξη εντός του συντελεσμένου έθνους θα απαιτήσει ενοποίηση της εσωτερικής οικονομικής αγοράς, γι’ αυτό και θα έλθει σε αντιπαράθεση με το κατακερματισμένο φεουδαρχικό σύστημα και θα δημιουργήσει το έθνος-κράτος.

Στην ελληνική μαρξιστική ερμηνευτική είχε εγχαραχτεί μία δογματική ανάγνωση του εθνικού ζητήματος του Στάλιν, που είχε παγιδέψει τους μαρξιστές ιστορικούς. Οι ιστορικοί αυτοί θεωρούσαν ότι τα έθνη σχηματίζονται στερεότυπα στη φάση της συσσώρευσης του κεφαλαίου, επειδή έτσι σχηματίστηκαν σε κάποιες χώρες (Δ. Ευρώπη π.χ.). Εγκλωβισμένοι στο παραπάνω σχήμα και σε συνδυασμό με το φόβο να μην συμπλεύσουν με την εθνικιστική υστερία της μεγάλης ιδέας είδαν τη γένεση του νεοελληνικού έθνους να αναδύεται στις παραμονές του ’21, λίγο πριν τη γένεση του ελληνικού κράτους. Αντίθετα, η ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας μας πιο ελεύθερη από ιδεολογικές σκοπιμότητες ανίχνευσε τις ρίζες της πίσω στο 10ο αιώνα.

Επιβιώσεις αυτής της ανάγνωσης απαντώνται και σήμερα με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται αδιάκριτα οι έννοιες έθνος, έθνος-κράτος, καπιταλιστικό έθνος –κράτος και να αποδίδεται στο έθνος «εγγενής τάση ολοκληρωτισμού», τάση όμως που χαρακτηρίζει την αστική τάξη και όχι το έθνος. Γιατί το έθνος είναι πεδίο κοινωνικού ανταγωνισμού. Άλλωστε τι νόημα έχουν τα λεγόμενα των Μαρξ- Ένγκελς «Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Δεν μπορείς να τους πάρεις αυτό που δεν έχουν. Μα, μια και το προλεταριάτο πρέπει πρώτα να καταχτήσει την πολιτική εξουσία, να ανυψωθεί σε εθνική τάξη, να συγκροτηθεί το ίδιο σαν έθνος, είναι και το ίδιο επίσης εθνικό, αν και σε καμιά περίπτωση με την έννοια της αστικής τάξης»;

Η αντοχή του ορισμού, που ταύτιζε το έθνος με το αστικό έθνος, δοκιμάστηκε με τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις. Όταν έχουμε μια κοινότητα ανθρώπων με κοινή πολιτισμική ταυτότητα, οργανωμένη πολιτικά σε σοσιαλιστικό κράτος και με κοινή οικονομική διάρθρωση που δεν βασίζεται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, παύουμε να έχουμε έθνος; Ο Γληνός στο Η οχτωβριανή επανάσταση και το εθνικό πρόβλημα-εκλεκτές σελίδες τ.4 εκδ. Στοχαστής,προπάντων όμως παρουσιάζουν μια κοινή οικονομική διάρθρωση που βασίζεται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής», θα αφήσει σιωπηλά να διολισθήσει ο όρος έθνος σε «αστικό» και «σοσιαλιστικό» έθνος. αφού παραθέσει εισαγωγικά τον καθιερωμένο ορισμό για τα έθνη ένθα «

Ο Σβορώνος μίλησε για ιστορική συνέχεια του ελληνισμού κι ανίχνευσε τη γένεση του νεοελληνικού έθνους στον 11ο αιώνα. Δείγμα πνευματικού ολοκληρωτισμού είναι ότι οι απολογητές, δεν θα απαντήσουν επιστημονικά, αλλά θα καταφύγουν σε απόλυτη διαστρέβλωση των θέσεών του και θα τον κατατάξουν στο ρομαντικό ρεύμα του Χέρντερ και στο παπαρρηγοπούλειο σχήμα! ενώ θα υπάρξουν κι οι αστόχαστοι που θα τον κατηγορήσουν και για «διαφοριστικό ρατσισμό»… κατηγορία που θα «έπρεπε» να αποδοθεί πρωταρχικά στους Μαρξ-΄Ενγκελς για τα «ιστορικά» και «μη ιστορικά έθνη», ακόμα και για τα «απορρίμματα λαών». Η σφοδρή αντίδραση οφείλεται στην τακτική των απολογητών να θέλουν να εμφανίσουν όλους όσους μιλούν για έθνος ως ασπαζόμενους το παπαρρηγοπούλειο σχήμα και συνοδοιπόρους του Χριστόδουλου, ώστε χωρίς αντιστάσεις να προωθήσουν τη διάχυση στο ευρωενωσιακό ρεύμα.

Εθνική ταυτότητα

Το έθνος γεννήθηκε από την εθνότητα, δηλαδή ενυπάρχει στο έθνος ένας σκληρός πυρήνας που έρχεται από πολύ μακριά. Οι εθνότητες στην Ευρώπη σχηματίστηκαν στο φεουδαρχικό Μεσαίωνα, ενώ η αρχαιοελληνική είχε ήδη δημιουργηθεί στη δουλοκτητική περίοδο. Οι «εχθροί» του έθνους διαπράττουν το σφάλμα να μην υπολογίζουν τη δύναμη που περικλείει το εθνοτικό κομμάτι του. Η εθνική ταυτότητα εδράζεται στον πυρήνα αυτό.

Και μόνο το παράδειγμα των «χάρτινων εθνών» θα έπρεπε να κάνει κάποιους λιγότερο οικονομιστές ως προς το θέμα. Σκληρόν προς κέντραν λακτίζειν.

Ως βάρβαρον λέχος

Τα κατά φύσιν εθνικιστικά κέντρα ανέλαβαν να εκριζώσουν τα εθνοκεντρικά στοιχεία από την παιδεία των χωρών της Ν.Α Ευρώπης! Με αυτό το πρόσχημα δημιούργησαν το Κέντρο για τη Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, δωρεά μεταξύ άλλων του υπουργείου εξωτερικών των ΗΠΑ και του Τζώρτζ Σόρος, -προς προσβολή της μνήμης των χιλιάδων νεκρών από τους βομβαρδισμούς τους- με επίσημο στόχο να ξαναγραφτεί η ιστορία στο πνεύμα του πολιτικά ορθού.
Η Ελλάδα προσήλθε ως βάρβαρον λέχος που χρήζει εκπολιτισμού(με τον εκπολιτισμό θυμηθήκαμε και το εκπολιτιστικό έργο των ευρωπαίων στην Αμερική, όπου απλά «εκμεταλλεύτηκαν» τους ιθαγενείς. Ναι, με αυτήν την ανώδυνη λέξη οι ουδετερόφρονες συγγραφείς του βιβλίου της Στ΄ τάξης Δημοτικού αποσιώπησαν μια γενοκτονία).
Έτσι, η πραγματική ανάγκη για αλλαγή των βιβλίων στη χώρα μας και από ιδεολογική αλλά και από μεθοδολογική άποψη έλαβε τη χειρότερη λύση.Τα βιβλία που συνέγραψε το κέντρο δεν έχουν ακόμα διανεμηθεί από το υπουργείο, το ενδοτικό και ξενέρωτο όμως πνεύμα τους έχει ήδη περάσει στα νέα σχολικά εγχειρίδια.

Ο ιστορικός Α. Λιάκος έχει εγκαταλείψει την αναζήτηση αντικειμενικών κριτηρίων για τη συνάρθρωση του ιστορικού σώματος, καθότι όπως μας λέει στη μεταπολεμική Δ. Ευρώπη το έθνος μπήκε στην Ακαδημία, όπου και μελετήθηκε ψυχρά, χωρίς συναισθηματικές ενέσεις με αποτέλεσμα μια μείζονα γνωσιοθεωρητική ανατροπή, αντικαταστάθηκε η «γενετική» από την «κατασκευστική» θεωρία.
Στον Φάουστ του Γκαίτε, ο καθηγητής Βάγκνερ, πειραματίζεται στο επιστημονικό του εργαστήριο για να κατασκευάσει στο δοκιμαστικό σωλήνα ένα είδος ανθρώπου, τον homunculus, που δε θα προέρχεται από ερωτική συνεύρεση και θα είναι απαλλαγμένος από συναίσθημα, αίμα και πάθος. Στα εργαστήρια λοιπόν της νέας τάξης θα κατασκευαστεί το νέο έθνος και το αποστειρωμένο ανθρωπάριο, ο πολυπολιτισμικός homunculus που δε θάχει παρελθόν, δε θάχει πάθος, θα παίρνει «επιλεγμένη»γνώση και θα αγνοεί τους μείζονες μύθους.

Με πρόσχημα την καταπολέμηση του εθνικισμού τα κατ΄ εξοχήν εθνικιστικά κέντρα επεμβαίνουν στην ιστορία με στόχο τη χειραγώγηση της μνήμης:
1) Εξαφανίζεται η αντικειμενική διάσταση, το σώμα της ιστορίας και η συγχρονική εξέτασή του, μένουν μόνο «τα ερωτήματα που θέτουμε στο παρελθόν», οπότε καθίσταται αδύνατη η ανάπτυξη κριτικής σκέψης. Ήδη, ξένοι ιστορικοί, διαβάζοντας το παρελθόν μέσα από τις ιδεολογικές σκοπιμότητες του παρόντος, καταγράφουν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα κατά της οθωμανικής αυτοκρατορίας ως τρομοκρατικά και ανάλογου ύφους μελέτες για εθνοκάθαρση στην Τριπολιτσά, Κολοκοτρώνη σφαγέα κλπ. άρχισαν να εμφανίζονται και στην ημεδαπή.
2) Η γνωστή αναθεώρηση της ιστορίας της εθνικής αντίστασης.
3) Ουδέτερες αφηγήσεις (όπως στο βιβλίο της ΣΤ΄ για την καταστροφή της Σμύρνης ή τη γενοκτονία των ιθαγενών), νομιμοποίηση των «ανθρωπιστικών» ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων (βιβλίο του καθηγητή στο μάθημα της πολιτικής αγωγής Γ΄ Γυμνασίου) που καλλιεργούν την ανοχή και τον ενδοτισμό.
4) Σκόπιμη άρνηση της συνέχειας του ελληνισμού (χωρίς προσκόμιση στοιχείων) και του αντιστασιακού πυρήνα της ιστορίας του (όχι επειδή είναι εγγενής ιδιότητα, αλλά επειδή, η διαμόρφωση του νεοελληνικού έθνους άρχισε εν μέσω επιθέσεων από Ανατολή και Δύση, οπότε και αναγκάστηκε να διεξάγει αγώνες για την επιβίωσή του).

Ο Πλάτωνας βγάζει τον Όμηρο και τον Ησίοδο από την επινοημένη (χωρίς εισαγωγικά) Πολιτεία του, λόγω της δύναμης της ποίησής τους, φοβάται τους μείζονες μύθους που θα ανατρέψουν αυτό που προκρίνει ως political correct. Αναλόγως κινούνται και οι σημερινοί αποδομητές. Μέσα στην αποδομητική μανία θα κυκλοφορήσουν βιβλία και άρθρα που στρέφονται ενάντια στους Σεφέρη, Ελύτη, Ρίτσο, Μακρυγιάννη, Λορεντζάτο, Θεοδωράκη, λόγω του ελληνοκεντρικού χαρακτήρα του έργου τους! Λογοτεχνική ανάγνωση της ιστορίας, ιστορική ανάγνωση της λογοτεχνίας, όλα ένας αχταρμάς, αρκεί να αποδειχτεί το επιδιωκόμενο.

Είναι γεγονός ότι η γλώσσα αποτελεί και το πιο αδιάσειστο στοιχείο της συνέχειας του ελληνισμού. Διαβάζω το Ζήσιμο Λορεντζάτο: «…χωρίς να συμμερίζομαι διόλου την παπαρρηγοπουλική (και πολλών άλλων) θεωρία της ίδιας εθνότητας -για μένα όνειρο, ομηρικά όναρ- περιορίζομαι στη μοναδική πραγματικότητα -ομηρικά ύπαρ-πως είμαστε ο μόνος σύγχρονος λαός που ανεβοκατεβαίνομε ως τον Όμηρο από την ανεμόσκαλα της ίδιας γλώσσας». Η γλώσσα είναι φορέας όλων των αξιών του παρελθόντος που επέζησαν στο παρόν και «επειδή κρύβει μέσα της όλους τους θησαυρούς της υποσυνείδητης επιβίωσης των αξιών του πολιτισμού κληρονομημένους από γενιά σε γενιά είναι και ο αμεσότερος δεσμός μας με το μεσαιωνικό και το αρχαίο παρελθόν μας» (Έθνος και Γλώσσα, Δ. Γληνός).

Ήδη έχουν εμφανιστεί site για να προπαγανδίσουν τη μη συνέχεια της γλώσσας.

Συνοψίζοντας, βάλλεται ο εθνικισμός ή η πνευματική παράδοση, η συλλογική συνείδηση και αυτογνωσία, ώστε να μετατραπεί ο πολίτης σε homunculus, σε ένα πολυπολιτισμικό υβρίδιο χωρίς αντιστάσεις;
Ο Μαρξ, στα 1866, επισημαίνει: «Χτες έγιναν συζητήσεις στο Γενικό συμβούλιο της Διεθνούς για το σημερινό πόλεμο…Οι συζητήσεις κατέληξαν, όπως και έπρεπε να το περιμένουμε στο ζήτημα των «εθνοτήτων» και στη στάση μας απέναντί του…Οι αντιπρόσωποι της νεαρής Γαλλίας (όχι εργατικοί) διατύπωσαν την άποψη ότι όλες οι εθνότητες και το ίδιο το έθνος είναι απαρχαιωμένες προλήψεις. Προυντονικός στιρνερισμός…Όλος ο κόσμος θα πρέπει να περιμένει ώσπου να ωριμάσουν οι γάλλοι για να κάνουν την κοινωνική επανάσταση…Οι άγγλοι γέλασαν πολύ όταν άρχισα το λόγο μου λέγοντας ότι ο φίλος μου Λαφάργκ και οι άλλοι που κατάργησαν τις εθνότητες, απευθύνονται σε μας στα γαλλικά, δηλαδή σε μια γλώσσα που δεν την καταλαβαίνουν τα 9/10 της συνέλευσης. Παρακάτω έκανα υπαινιγμό ότι ο Λαφάργκ, χωρίς να το καταλαβαίνει ο ίδιος με την άρνηση των εθνοτήτων εννοεί όπως φαίνεται, την καταβρόχθισή τους από το πρότυπο γαλλικό έθνος» (Το απόσπασμα από το «Για το Δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών» του Λένιν).

Μήπως «με την άρνηση των εθνοτήτων» επιδιώκουν κάποιοι την καταβρόχθισή μας από το πρότυπο αμερικανικό έθνος ώστε ο πολίτης να γίνει ο homunculus των «largely cocacola-ized countries»; (η φράση του Σεφέρη, Μέρες ΣΤ, σελ.73 εκδ. Ίκαρος).

Δανάη Ζούμη
Δημοσιεύτηκε στο διμηνιαίο θεωρητικό περιοδικό «Διάπλους» ,
τεύχος 18, Φεβρ.-Μαρτ. 2007.

ΠΗΓΗ: ΡΕΣΑΛΤΟ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...